Πρωταγωνιστεί στο R&D o φαρμακευτικός κλάδος - συνεχής η μείωση της δημόσιας δαπάνης
Η ανάπτυξη του φαρμακευτικού κλάδου στην Ελλάδα τον διαμορφώνει σε υπ’ αριθμό 1 κλάδο σε Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) - τι δείχνει μελέτη του ΙΟΒΕ.
Η οικονομική κρίση και τα Μνημόνια οδήγησαν σε μείωση των δαπανών υγείας στην Ελλάδα και μετατόπιση των δαπανών στον ιδιωτικό τομέα. Η συνεχής μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της συμμετοχής της φαρμακοβιομηχανίας στο 50% έναντι 6% το 2012, όταν την ίδια στιγμή η συμμετοχή του δημοσίου έχει μειωθεί στο 40%. Η συμμετοχή των ασθενών αντιστοιχεί στο 10%.
Κινητήριος μοχλός επενδύσεων και δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη
Ο τομέας της φαρμακοβιομηχανίας αποτελεί κινητήριο μοχλό επενδύσεων, με τη δαπάνη για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) να αποτελεί το 7% των συνολικών δαπανών για Ε&Α στην Ελλάδα (2021) και να αγγίζει τα 91 εκατ. Επιπρόσθετα, για το 2022 η εγχώρια παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία (ex-factory) ανήλθε στα 1,9 δισεκ., με την προστιθέμενη αξία να αγγίζει τα 1,6 δισεκ. (5,0% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης).
Οι απασχολούμενοι στον κλάδο φαρμακευτικών προϊόντων ήταν 32,6 χιλ. άτομα το 2022 με σαφή ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια. Τέλος, οι εισαγωγές και οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2023 σε 4,4 δισεκ. και 2,8 δισεκ., αντίστοιχα, με άνοδο σε σύγκριση με το 2022. Παράλληλα, οι εξαγωγές φαρμάκων αντιστοιχούν στο 5,5% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2023 με κυριότερους εξαγωγικούς προορισμούς τη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ην.Βασίλειο. Αντίστοιχα, οι εισαγωγές αποτελούν περίπου το 5,3% των συνολικών εισαγωγών της χώρας το 2023 έναντι 4,5% το 2022.
Ο ανάγκες του πληθυσμού για δαπάνες υγείας και φαρμάκου συνεχίζουν να επηρεάζονται από τις δημογραφικές τάσεις και εξελίξεις, όπως το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο (γεννήσεις - θάνατοι) όπου παρατηρείται μείωση κατά 64 χιλιάδες άτομα (2022) οδηγώντας σε σταδιακή μείωση του συνολικού πληθυσμού. Ενώ το υψηλό προσδόκιμο επιβίωσης (81,6 έτη για το 2023), σε συνδυασμό με την αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 και 80ετών) από 22,9% του συνολικού πληθυσμού το 2023 στο 32,8% το 2070 και από 7,3% στο 15,3% αντίστοιχα, προμηνύουν επιδείνωση και εντονότερες πιέσεις στα υγειονομικά και ασφαλιστικά συστήματα. Επιπλεόν για το 2021, οι θάνατοι από νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος, ευθύνονται για το 32,4%, ενώ οι νεοπλασίες για το 23,5% των συνολικών θανάτων, αποτελώντας μαζί το 56% των θανάτων.
Μεγάλη μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης του φαρμάκου στην Ελλάδα κατά τα τελευταία 13 χρόνια
Από την πλευρά των δαπανών υγείας, η συνολική χρηματοδότηση στην Ελλάδα υποχώρησε κατά -22,2% την περίοδο 2009-2022 (+10,3% στις Νότιες χώρες, +28,6% στην ΕΕ), και διαμορφώθηκε στα 17,6 δισεκ. το 2022 (8,5% του ΑΕΠ). Η δημόσια χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας μειώθηκε κατά -29,3% (+6,3% στις Νότιες χώρες, +32,5% στην ΕΕ) την ίδια περίοδο, και διαμορφώθηκε στα 10,9 δισεκ. το 2022 (5,3% του ΑΕΠ).
Η μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης είχε ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση των δαπανών για την υγεία στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας ανήλθαν στο 38,0 % το 2022 (26,6% στις χώρες του Νότου, 18,7% στην ΕΕ).
Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, η φαρμακευτική δαπάνη (εξωνοσοκομειακή και νοσοκομειακή) διαμορφώθηκε στα 6,2 δισεκ. το 2022, με εκτίμηση για 7,1 δισεκ. το 2023.
Η δημόσια δαπάνη έφτασε τα 2,7 δισεκ. το 2022 με εκτίμηση για περαιτέρω μικρή αύξηση το 2023 στα 2,8 δισεκ. Η συμμετοχή της βιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε το 2022 στα 2,9 δισεκ., έναντι 2,4 δισεκ. το 2021.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, για το 2023 η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας θα αυξηθεί περαιτέρω φτάνοντας τα 3,5 δις., ενώ ομοίως και η συμμετοχή των ασθενών παρουσιάζει αύξηση η οποία εκτιμάται θα ανέλθει στα 734 εκατ αντίστοιχα.
Η συνεχής μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της συμμετοχής της φαρμακοβιομηχανίας στο 50% έναντι 6% το 2012, όταν την ίδια στιγμή η συμμετοχή του δημοσίου έχει μειωθεί στο 40%. Η συμμετοχή των ασθενών αντιστοιχεί στο 10%, αν και αυξημένη ως ποσό από το 2013, λόγω της ακόμα μεγαλύτερης αύξηση της βιομηχανίας.
Η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη (συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης συμμετοχής των ασθενών και της φαρμακοβιομηχανίας) αγγίζει τα 4,2 δισεκ. το 2021, ενώ η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη έφτασε το 1,5 δισεκ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2022 η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη κατανέμεται πλέον σε τρεις (3) προυπολογισμούς:
α) φάρμακα κοινότητας (φαρμακεία κοινότητας- retail),
β) φάρμακα υψηλού κόστους και
γ) νοσοκομεία (ΕΣΥ και Παπαγεωργίου).
Για το 2022, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη, συμπεριλαμβανομένων των επιστροφών της βιομηχανίας και της συμμετοχής των ασθενών για τα φαρμακεία κοινότητας διαμορφώθηκε στα 2,8 δισεκ., για τα φάρμακα υψηλού κόστους στα e2,0 δισεκ., ενώ για τα νοσοκομεία στο 1,5 δισεκ. Η συμμετοχή βιομηχανίας και ασθενών έφτασε το 57,3% της συνολικής δαπάνης, με το clawback στα 1,2 δισεκ., και τα rebates στα 760 εκ.
Επιπλέον, για τη χρονική περίοδο 2019-2022, από τα 167 καινοτόμα φάρμακα που έλαβαν κεντρική άδεια κυκλοφορίας από τον Ευρωπαικο Οργανισμό Φαρμάκων, τα 79 σκευάσματα είναι διαθέσιμα στον Έλληνα ασθενή (47%), ενώ κατά μέσο όρο (Μ.Ο), διαθέσιμα στους Ευρωπαίους ασθενείς είναι 72 φάρμακα (43%).
Τέλος, αναφορικά με το χρόνο που απαιτείται από την ημερομηνία έγκρισης των φαρμάκων από τον ΕΜΑ έως την ημερομηνία αποζημίωσής τους από τα συστήματα υγείας, στην Ελλάδα χρειάζεται 587 ημέρες έναντι 531 ημέρες στην Ευρώπη.
Σχόλια