Αγναντεύοντας κανείς τα νησιά με τις ατελείωτες ξεροληθιές όπως την Τήνο, την Νάξο και την Πάρο κάπως αναπόφευκτα αναρωτιέται… πως μπορεί να έμοιαζαν τα νησιά των Κυκλάδων γεμάτα με καλλιέργειες;
Ποιά ήταν η μορφή που παρουσίαζαν παλαιότερα και πως οι νησιώτικες κοινωνίες κατόρθωναν να είναι ταυτόχρονα αυτόνομες και αυτάρκεις, παρουσιάζοντας όμως η καθεμία τις δικές τις γαστρονομικές παραλλαγές δημιουργώντας με τις ευωδιαστά καλούδια και τις πρώτες ύλες του κάθε τόπου;
Αλλά και ποιές ήταν οι γηγενείς ποικιλίες που ξεπρόβαλαν από το χώμα τους, πόσα αμπέλια πρασίνιζαν τους τόπους αυτούς κατά τους θερινούς μήνες και πως ήταν οι γεύσεις των κρασιών του παρελθόντος;
Και κάπως έτσι ταξιδεύοντας στον κύκλο των Κυκλάδων μπορεί κανείς να αντιληφθεί ότι ο κυκλαδίτικος αμπελώνας δεν περιορίζεται στα όρια της Σαντορίνης. Ότι η ποικιλομορφία, οι ποικιλίες, οι γεύσεις και ο οινικός πλούτος ξεπερνά κατά πολύ το γνωστό Ασύρτικο με την αλμυρή φίνα αύρα για χάρη του οποίου ξηλώθηκαν πολλές άλλες πιο άγνωστες σε εμάς, μα εξίσου θαυμαστές, γηγενείς ποικιλίες μέσα στα χρόνια.
Μια σύντομη βόλτα σε ντόπια κυκλαδίτικα οινοποιεία που αναβιώνουν γηγενείς ποικιλίες
Αναζητώντας λοιπόν, τις ιδιαίτερες γεύσεις που εξακολουθούν να ανθίζουν από το κυκλαδίτικο χώμα, τις γεύσεις των τόπων που μπορεί κανείς κυριολεκτικά να τις πιει στο ποτήρι, περνάμε μια βόλτα από τους αμπελώνες των Κυκλάδων.
Τήνος
Δεν είναι λίγες οι φορές που σας γράφουμε αφιερώματα για τα οινοποιεία αλλά και τα degustation με τα κρασιά που συνδυάζονται με τα καλούδια αλλά και τη μαεστρία των μαγείρων του κάθε νησιού.
Στην Τήνο το terroir ζει ολοένα και περισσότερες κορυφαίες εκφράσεις τα τελευταία χρόνια από τη στιγμή που κατά γενική ομολογία ο Αλέξανδρος Αβατάγγελος έθεσε νέα δεδομένα στην παραγωγή του κρασιού επηρρεάζοντας θετικά την εξέλιξη πολλών ακόμα αμπελώνων που ακολούθησαν. Βλέποντας προ εικοσαετίας το μοναδικό, γρανιτικό terroir της Τήνου, ο Gerard Margeon, chef sommelier & wine director των εστιατορίων του Alain Ducasse, ήταν σίγουρος ότι θα βγει στο ποτήρι ένα κρασί γεμάτο ορυκτότητα, ένα κρασί σαν «υγρό βότσαλο», όπερ και εγένετο με την Τ-Oinos.
Eνώ μέσα μια σειρά οινοποιείων από τον Μιχάλη Κροντηρά στο Volacus wines με το πέτρινο επισκέψιμο οινοποιείο, τον Γιάννη Μωραΐτη στο Vaptistis Winery, τον Jerome Binda στο Domaine de Kalathas και το Χ-bourgo του κτήματος Κοσμουπούλου στον Τριπόταμο, το χωριό που μας ταξιδεύει στις θύμησες, τις γεύσεις πρότερων εποχών, μαθαίνουμε το Ροζακί, το Ποταμίσι και το Μαυροτράγανο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μέσα στο ποτήρι μας.
Σίκινος
Και από την Τήνο στη μικρή, ατάραχη από την πολυκοσμία Σίκινο, με το ένα οινοποιείο, το οποίο αν βρεθείς καθώς δύει ο ήλιος απολαμβάνοντας παράλληλα Ασύρτικο, Αηδάνι, Μονεμβασιά και Μαυροτράγανο στο ποτήρι, δεν θα το ξεχάσεις ποτέ.
Το απόλυτο κλισέ λίγο πιο πάνω από την θάλασσα και την αύρα της βρίσκει τόπο, κάπου ανάμεσα στη Φολέγανδρο και την Ίο και στο οινοποιείο της οικογένειας Μάναλη. Οι κυκλαδίτικες ποικιλίες δένουν με τρόπο μοναδικό με τις γεύσεις του εστιατορίου του κτήματος του κτήματος, τη θέα και την αίσθηση ηρεμίας που γίνεται ακούσια εσωτερική. Μια αίσθηση που δυστυχώς πολλά Κυκλαδονήσια τείνουν να απολέσουν λόγω υπερτουρισμού.
Σύρος
Η σύγχρονη εποχή του συριανού κρασιού έχει κάπως ταυτιστεί θα λέγαμε με τον ταλαντούχο οινολόγο Νίκο Χατζάκη και με φιάλες όπως το «Σαν τα Μάραθα» και η Φάμπρικα. Τα κρασιά μιλάνε για τον τόπο, τα εδάφη, τα υψόμετρα, για τα παλιά και τα νέα κλήματα εκφράζοντας απερίφραστα την αυθεντικότητα του χαρακτήρα τους.
Από την άλλη τα εκατό χρόνια ιστορίας των κρασιών της οικογένειας Φρέρη με την τέταρτη γενιά που έχει αναλάβει τους οικογενειακούς αμπελώνες καλλιεργώντας με σύγχρονα πια τεχνολογικά μέσα,βιολογικά σταφύλια και τοπικές ποικιλίες όπως Μονεμβασιά, Σεριφιώτικο, Μαντηλαριά, Σαββατιανό και Ροδίτη. Ενώ η ΟυΣύρα και το ζευγάρι από τη Σκωτία, αναγνώρισε τις δυνατότητες του Συριανού αμπελώνα και δημιούργησε δύο κρασιά με χαρακτηριστική κυκλαδίτικη αύρα από σχεδόν εξαφανισμένες ποικιλίες, ένα λευκό Σερφιώτικο και ένα ροζέ Φωκιανό.
Πάρος
Αντίστοιχα στην Πάρο ξεχωρίζει το Οινοποιείο Μωραΐτη όπου ιστορικά έγινε και η πρώτη εμφιάλωση στο νησί καθώς και ο τρίτης γενιάς οινοποιός Μανώλης Μωραΐτης. Η επίσκεψη στο οινοποιείο αποτελεί μια εμπειρία πολύπλευρη κάπου ανάμεσα στο μουσείο με τα παλιά συστήματα οινοποίησης, τις φορεσιές και τα βαρέλια, τις παλιές φωτογραφίες και τα αναμμένα εκκλησιαστικά κεριά. Ενώ από το ποτήρι της γευσιγνωσίας περνούν ποικιλίες όπως Μονεμβασιά, Μαυροτράγανο και Ποταμίσι.
Ενώ δεν λείπουν από το νησί οινοποιεία όπως το Κτήμα Ρούσσος και το Οινοποιείο Μωραΐτικο (Γιώργος Μωραΐτης) και το Alissafi Winery- Κτήμα Αδάμ διανθίζοντας το γευστικό τοπίο των παριανών κρασιών.
Νάξος
Μπορεί η Νάξος να είναι ιδιαίτερα γνωστή για τις ποτοποιίες της για το κίτρο Νάξου με τον όμορφο χώρο στο χωριό Χαλκί και για το τσίπουρο, όμως δεν πάει πίσω και στις ιδιαίτερες περιπτώσεις των οινοποιείων της.
Ο Loïc Pasquet, οινοποιός και δημιουργός ορισμένων από τα ακριβότερα κρασιά στον κόσμο, όπως το Liber Pater, οι φιάλες του οποίου ξεκινούν από τα 5.000 € επέλεξε και δημιούργησε στη Νάξο.
Ένωσε τις δυνάμεις του με τον Έλληνα σύμβουλο Πάνο Ζουμπούλη παράγοντας τοπικά κρασιά, αναβιώνοντας τις γεύσεις των αυθεντικών αμπελώνων.΄Ετσι το Ποταμίσι και άλλες γηγενείς ποικιλίες ταξιδεύουν μέσα σε φιάλες σε κάθε άκρη του κόσμου για να αποδώσει λίγη κυκλαδίτικη αύρα και γεύση στους απανταχού οινόφιλους.
Ενώ στην ορεινή Νάξο, η παράδοσή του τόπου συνεχίζεται στο Κτήμα όπου δεσπόζει ο Πύργος Della Rocca – Grazia. Ένα ενετικό κτίσμα του 16ου αιώνα, ένας φρουριακού χαρακτήρα Πύργος με πολεμίστρες και με χαρακτηριστικό τον περιστερώνα στο πάνω μέρος του. Βιοδυναμικές καλλιέργειες, Φωκιανό, Ασύρτικο και άλλες γηγενείς ποικιλίες συναντούν γευστικά το σήμερα.
Σχόλια