Γ. Στουρνάρας για Κλιματική Κρίση: Οι συνέπειες σε τράπεζες, ανάπτυξη, πληθωρισμό
Στις πολλαπλές κρίσεις και προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η ανθρωπότητα, λόγω της κλιματικής αλλαγής, αναφέρθηκε ο Διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας στο συνέδριο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με θέμα την κλιματική αλλαγή.
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, οι κρίσεις και οι προκλήσεις αυτές αφορούν ζητήματα γεωπολιτικά, ενεργειακά, κοινωνικά, και όλα, άμεσα ή έμμεσα, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και ευρύτερα τη βιωσιμότητα.
Προσεγγίζουμε κρίσιμα σημεία καμπής (tipping points) τα οποία, εάν ή όταν ξεπεραστούν, θα οδηγήσουν σε ακόμα μεγαλύτερες αλλαγές.
Η φύση βρίσκεται σε πρωτοφανή κίνδυνο, όπως αναγνωρίζει και η επιστημονική κοινότητα, ενώ τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν γίνει πιο συχνά και πιο σφοδρά.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το World Economic Forum περιλαμβάνει στη λίστα με τους δέκα πιο σημαντικούς κινδύνους για την παγκόσμια οικονομία, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, πολλούς κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και το περιβάλλον.
Εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα μετριασμού του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, οι χρόνιες επιπτώσεις θα συνεχίσουν να κλιμακώνονται, επιφέροντας επιπλέον ζημιές στην οικονομία, ενώ θα απαιτούνται ακόμα μεγαλύτερα κεφάλαια για επενδύσεις προσαρμογής.
Όλα τα παραπάνω μπορούν να προκαλέσουν αυξανόμενες απώλειες στο κεφάλαιο – ανθρώπινο, υλικό και οικονομικό – και οδηγούν στην επώδυνη διαπίστωση του πόσο άρρηκτα συνδεδεμένη με τη φύση είναι η ευημερία και, εν τέλει, η επιβίωσή μας.
Ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε στους τρόπους με τους οποίους επηρεάζει η κλιματική αλλαγή το έργο των κεντρικών τραπεζών,στις σχετικές δράσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ παρουσίασε μερικές σκέψεις για την αποτελεσματική διαχείριση των προκλήσεων που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή.
Ι. Πώς η κλιματική αλλαγή επηρεάζει το έργο των κεντρικών τραπεζών.
Στόχος της νομισματικής πολιτικής είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, η κλιματική αλλαγή επηρεάζει, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, τα μακροοικονομικά μεγέθη, όπως τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη, συνεπώς και τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή δημιουργεί κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και επηρεάζει την ασφάλεια και ευρωστία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, συνεπώς αφορά και την εποπτεία των ιδρυμάτων και του όλου συστήματος.
Ειδικότερα σε ένα περιβάλλον με αυξημένους κλιματικούς κινδύνους, η προσπάθεια διασφάλισης της σταθερότητας των τιμών και ενός υγιούς τραπεζικού συστήματος καθίσταται ακόμα μεγαλύτερης σημασίας, ώστε η οικονομία και η κοινωνία να είναι περισσότερο ανθεκτικές σε ενδεχόμενες διαταραχές από την κλιματική αλλαγή. Επομένως, η ενσωμάτωση στο έργο των κεντρικών τραπεζών παραμέτρων που σχετίζονται με το κλίμα εμπίπτει στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς τους.
Όμως, η ανάληψη δράσης από τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές είναι ένα απαιτητικό εγχείρημα. Η υψηλή αβεβαιότητα και οι πολλαπλές προκλήσεις της σημερινής εποχής καθιστούν πιο περίπλοκες την αξιολόγηση των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή και τη χαρτογράφηση των πιθανών διαταραχών στην οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ώστε να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα. Θα αναφερθώ ενδεικτικά σε μερικά παραδείγματα.
Πρώτον, η οικονομική ανάπτυξη πλήττεται από την κλιματική αλλαγή, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Βραχυπρόθεσμα μπορεί να προκληθούν ζημίες, π.χ. στις υποδομές, στον κτιριακό εξοπλισμό και στο υλικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων. Επιπλέον, η οικονομική δραστηριότητα σε περιοχές πληγείσες από φυσικές καταστροφές μπορεί να περιοριστεί ή και να διακοπεί, προκαλώντας στρεβλώσεις και στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Σύμφωνα με μελέτες, τα ακραία καιρικά φαινόμενα εκτιμάται ότι οδηγούν σε μείωση του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ κατά περισσότερο από 0,5 ποσοστιαία μονάδα τη χρονιά που συμβαίνουν. Ακόμα και αν ανακάμψει σταδιακά η παραγωγή, η αυξημένη αβεβαιότητα θα συνεχίσει να επηρεάζει τις καταναλωτικές και επενδυτικές επιλογές, την παραγωγικότητα της εργασίας και την απασχόληση, με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα.
Δεύτερον, σε σχέση με τον πληθωρισμό, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι η υπερβολική άνοδος της θερμοκρασίας τους καλοκαιρινούς μήνες ασκεί ανοδικές πιέσεις στις τιμές των τροφίμων, ιδιαίτερα στις θερμότερες χώρες. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον αυξημένης μεταβλητότητας και με κινδύνους για τη διαμόρφωση των τιμών, η συγκράτηση των πληθωριστικών προσδοκιών κοντά στο στόχο μας καθίσταται πιο δύσκολη.
Τρίτον, η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει δυσανάλογα διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές και τομείς της οικονομίας, και άρα οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό δεν θα είναι ίδιες σε όλες τις περιφέρειες και τις χώρες της ευρωζώνης, δημιουργώντας μια επιπλέον πρόκληση για την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.
Τέταρτον, επιπτώσεις στο προϊόν και τον πληθωρισμό αναμένονται και από την πράσινη μετάβαση, τα μέτρα και τις πολιτικές προς καθαρές μηδενικές εκπομπές, τις επιδοτήσεις και τη σχετική φορολόγηση. Για παράδειγμα, μία αυξημένη τιμή άνθρακα μπορεί, ceteris paribus, να ωθήσει τον πληθωρισμό σε υψηλότερα επίπεδα, καθιστώντας απαραίτητη μια πιο περιοριστική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για τον πληθωρισμό. Αντίστοιχα, είναι αβέβαιη η επίδραση στον πληθωρισμό από τις επενδύσεις σε νέες, πιο πράσινες, τεχνολογίες, αλλά και από την απομείωση της αξίας περιουσιακών στοιχείων (π.χ. κτιρίων χαμηλής ενεργειακής απόδοσης, παρωχημένων υποδομών). Ως αποτέλεσμα, διαφορετικές και αντίρροπες δυνάμεις επενεργούν στο μακροπρόθεσμο επιτόκιο ισορροπίας.
ΙΙ. Δράσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Τράπεζας της Ελλάδος
Είναι πλέον σαφές ότι όλοι έχουμε ένα ρόλο να διαδραματίσουμε στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ακόμα και αν τον πρωταρχικό λόγο έχουν οι εκλεγμένες κυβερνήσεις. Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν και έχουν ήδη αναλάβει ενεργό δράση, πάντοτε εντός των ορίων της εντολής τους και προς όφελος των κοινωνιών, με συγκεκριμένα μέτρα για την ίδια τη λειτουργία τους, την άσκηση της νομισματικής πολιτικής και βεβαίως τις εποπτικές τους αρμοδιότητες.
Ειδικότερα, το 2021, στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), συμφωνήσαμε σε ένα ολοκληρωμένο και φιλόδοξο σχέδιο δράσης για την περαιτέρω ενσωμάτωση παραμέτρων σχετικών με τη κλιματική αλλαγή στη στρατηγική νομισματικής πολιτικής μας και τη συστηματικότερη συνεκτίμηση των ζητημάτων βιωσιμότητας στις δράσεις μας. Μάλιστα, τον Ιανουάριο του 2024 το σχέδιο δράσης εμπλουτίστηκε με επιπλέον δράσεις, μια εκ των οποίων είναι και η κατανόηση των επιπτώσεων από την απώλεια και την υποβάθμιση της φύσης στην οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Στο Ευρωσύστημα σημειώνουμε πρόοδο στην εφαρμογή αυτών των σχεδίων – για παράδειγμα, η ΕΚΤ έχει αρχίσει να λαμβάνει υπόψη την κλιματική αλλαγή στις επανεπενδύσεις εταιρικών ομολόγων, επιδιώκοντας την αγορά τους από εκδότες που εμφανίζουν καλύτερες κλιματικές επιδόσεις, και ενσωματώνει σταδιακά τα θέματα κλιματικής αλλαγής στις αναλύσεις της, στα υποδείγματα μακροοικονομικών προβλέψεων και στη διαχείριση κινδύνων.
Σε αυτό το πλαίσιο εφαρμόζεται και η κοινή στάση από τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος – συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδος – για την εφαρμογή αρχών βιώσιμων και υπεύθυνων επενδύσεων στη διαχείριση των χαρτοφυλακίων που δεν σχετίζονται με τη νομισματική πολιτική και τη δημοσιοποίηση χρηματοοικονομικών στοιχείων που αφορούν το κλιματικό αποτύπωμα αυτών, ήδη από το Μάρτιο του 2023. Επιπρόσθετα, η ΕΚΤ αναμένεται να καθιερώσει τη δημοσιοποίηση στοιχείων για την κλιματική αλλαγή ως νέο κριτήριο επιλεξιμότητας για τα περιουσιακά στοιχεία που προσφέρονται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής.
ΙΙΙ. Διαχείριση των προκλήσεων
Εκτός από τους κινδύνους που δημιουργεί η μεταβολή του κλίματος, οι δράσεις για την αντιμετώπιση και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μπορούν να αποτελέσουν και ευκαιρίες, εάν αντιμετωπιστούν ως επενδύσεις που θα φέρουν νέες, πιο αποτελεσματικές και περισσότερο βιώσιμες μορφές ανάπτυξης, προς μια πιο ανθεκτική και πράσινη οικονομία. H χρηματοδότηση αυτών των επενδύσεων αποτελεί ευκαιρία και για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την αποδοτικότερη αξιοποίηση των αποταμιεύσεων των Ευρωπαίων πολιτών.
Η παρούσα χρονική συγκυρία είναι κομβικής σημασίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι πολλαπλές προκλήσεις – όπως η κλιματική κρίση. Για το σκοπό αυτό απαιτείται πολύ υψηλή χρηματοδότηση, η οποία μπορεί να επιτευχθεί και μέσω μιας ενοποιημένης αγοράς κεφαλαίων που θα διευκολύνει τις επενδύσεις και τις ροές κεφαλαίων, αλλά και μέσα από την εφαρμογή ενός ενιαίου νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου.
Όσο προχωρεί η ενοποίηση και αυξάνεται ο συντονισμός των πολιτικών στη Νομισματική Ένωση, με τη δημιουργία μιας πλήρως λειτουργικής Ένωσης Κεφαλαιαγορών και την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, τόσο περισσότερο θα ενισχύεται η ανθεκτικότητα της οικονομίας της ζώνης του ευρώ και του χρηματοπιστωτικού της συστήματος στις τρέχουσες προκλήσεις και τις μελλοντικές διαταραχές.
Τέλος, η ισχυρή πολιτική δέσμευση μαζί με τη συνεργασία όλων των ενδιαφερόμενων μερών είναι κρίσιμης σημασίας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Είναι απαραίτητο οι κυβερνήσεις, οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, τα εθνικά κοινοβούλια, η επιστημονική κοινότητα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η κοινωνία ευρύτερα να είναι σε διαρκή διάλογο και να γίνονται συντονισμένες ενέργειες για την εφαρμογή των πολιτικών και τη δράση για το κλίμα.
Σχόλια