Η κουκουβάγια σήμα κατατεθέν της πρώτης αθηναϊκής μικροζυθοποιίας
Θεσσαλονίκη, Σαντορίνη, Ρόδος, Κέρκυρα, Βόλος, είναι μερικές από τις πόλεις της περιφέρειας που ανήκουν στον ελληνικό χάρτη της μικροζυθοποιίας τα τελευταία χρόνια, με την Αθήνα να λείπει από αυτόν. Αυτό το κενό – όπως λένε και οι startuppers – ήρθε να καλύψει η πρώτη μικροζυθοποιιά σε αθηναϊκό έδαφος, η Noctua.
Η Noctua, δηλαδή, ο Ορφέας, ο Δημήτρης, ο Ιάσονας και ο Χρήστος, άνοιξε τις πόρτες της το καλοκαίρι του 2016, «συστήνωντας» τα καζάνια της στο κοινό με τις πρώτες δύο ετικέτες.
«Ανοίξαμε τη Noctua στο κέντρο (Γκάζι) για να μπορεί ο κόσμος να έρχεται και να μας μάθει» τόνισε ο Δημήτρης ένας εκ των συνιδρυτών.
«Είναι δύσκολο να μπει η παραγωγή στον αστικό ιστό, είναι κάτι που δεν υπάρχει πανελλαδικά, εκτός από μία μικροζυθοποιία στον Βόλο. Η γραφειοκρατεία δεν βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση. Η πρώτη μας σκέψη ήταν ότι χρειάζεται! Δεν είναι δυνατόν η Αθήνα, με τον μισό πληθυσμό της χώρας, να μην έχει τη δική της μικροζυθοποιία» συνεχίζει.
Εν αρχή, λοιπόν, είναι η Head Twister, μία ισορροπημένη Pale Ale!
Στόχος της Head Twister, αρχικά, ήταν να βγει μια ισορροπημένη μπύρα, η οποία θα μπορεί να λειτουργήσει, ως σκαλοπάτι για τον μέσο καταναλωτή που πιθανώς να μην έχει εμπειρία, από πιο έντονες γεύσεις. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει και αυτός να μπει στον χώρο της craft μπύρας και της μικροζυθοποιίας.
«Εμάς μας ικανοποιεί γευστικά, καθώς δεν θέλουμε να κάνουμε προϊόντα τα οποία δεν “γουστάρουμε” απλά και μόνο για να πουλήσουμε. Έχει μία επίγευση, μία πικράδα,και φτιάχνεται από πέντε βύνες και τέσσερις λυκίσκους. Γενικά, στόχος, ο οποίος και επιτεύχθηκε ήταν να βγει μία ισορροπία στη μυρωδιά, στο σώμα και στην πικράδα, και να μην έχει ακρότητες» σχολιάζει ο Δημήτρης για την πρώτη ετικέτα της Noctua.
Η αρχή για τους τέσσερις φίλους έγινε ως καταναλωτές «δοκιμάζαμε μπύρες και αποφασίσαμε κάποια στιγμή να φύγουμε από αυτές που μπορείς να βρεις στο περίπτερο, να πίνουμε κάτι πιο ψαγμένο, ακολουθώντας το κύμα που έχει ξεκινήσει τα τελευταία 15 χρόνια από την Αμερική το λεγόμενο “craft revolution”, μπύρες πιο έντονες σε λυκίσκους. Μπήκαμε σε αυτόν τον κόσμο, δοκιμάσαμε, μας άρεσε».
Τα παραπάνω εξηγούν και τη δεύτερη ετικέτα με την οποία κυκλοφορεί η Noctua στο αθηναϊκό κοινό και όχι μόνο.
«Από την άλλη μεριά, επειδή είμαστε αυτοί που είμαστε και θέλαμε να κάνουμε και κάτι που να αποτελεί σήμα κατατεθέν, βγάλαμε τη Night Vision μία Black IPA, η οποία είναι και η πρώτη που παράγεται στην Ελλάδα» εξηγεί ο Δημήτρης.
Ουσιαστικά η Night Vision, εκφράζει τη θέληση των συνιδριτών της Noctua για πειραματισμό, ξεκινώντας το βράσιμο της ως μία πειραματική δεξαμενή και φοβούμενοι παράλληλα για το πώς θα την υποδεχτεί ο κόσμος. «Πήγε πάρα πολύ καλά, και την ξαναβράσαμε άλλες τρεις φορές. Το βλέπουμε και από τα εξειδικευμένα μαγαζιά που μπαίνει αλλά και από τα opening που κάνουμε».
Που στοχεύει μία μικροζυθοποιία;
«Εμείς στοχεύουμε, όπως και κάθε μικρή ζυθοποιία στην τοπική αγορά. Δηλαδή, να γίνει η μπύρα της πόλης. Να γνωρίζει ο κόσμος οτι η Noctua παράγεται στην Αθήνα, να μπει στα στέκια. Στη συνέχεια θα στοχεύσουμε στους τουρίστες, κάνοντας και κάποια τουρ μέσα στο ζυθοποιίο. Θα τους φέρουμε κοντά στην κουλτούρα της μικροζυθοποιίας και της craft μπύρας. Αν ο καθένας κάνει καλά τη δουλειά του, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να στοχεύει στην τοπική του αγορά, πρώτα απ όλα» .
Η Noctua σε νούμερα…
Η πρώτη παραγωγη έγινε τον Αύγουστο και τα πρώτα μπουκάλια εμφιαλώθηκαν τον Σεπτέμβιο. Λειτουργούν περίπου εδώ και τέσσερις μήνες και μέχρι τώρα έχουν πραγματοποιηθεί τέσσερις παραγωγές. Η ετήσια δυναμική του ζυθοποιίου είναι γύρω στα 90.000 λίτρα χοντρικά. Αυτή τη στιγμή έχουν παράξει 20.000 τόνους.
Τα προβλήματα μία νέας αρχής
«Το πρώτο και το πιο δύσκολο ήταν το κτήριο, είχαμε κάνει κάποιες στρατηγικές αποφάσεις πριν ξεκινήσουμε. Η πρώτη ήταν ότι το ζυθοποιίο θα είναι είναι στο κέντρο της Αθήνας και θα είναι επισκέψιμο. Η δεύτερη, ότι οι μπύρες που θα κάνουμε θα μας πρεσβεύουν και εμάς, δεν θα βγάλουμε κάτι απλά για να το πουλήσουμε. Οπότε, το να βρεις ένα κτήριο στο κέντρο της Αθήνας, που να πληροί κάποια μηχανικά χαρακτηριστικά που χρειαζόμασταν, μας ταλαιπώρησε, είχαμε σχεδόν γίνει μεσίτες, και μας καθυστέρησε υπό την έννοια ότι είχαμε κλείσει τον εξοπλισμό και μέσα σε αυτούς του μήνες έπρεπε και να βρούμε κτήριο και να το ετοιμάσουμε».
Εν τέλει, η μικροζυθοποιία αποτελεί ένα κλάδο που αναπτύσσεται μέσα στην κρίση, βρίσκεται παρόλαυτα στην αρχή του και όπως όλα τα πράγματα αντιμετωπίζει ανάλογες δυσκολίες. «Τα πράγματα δεν αλλάζουν τόσο εύκολα… το πρώτο είναι η κουλτούρα του καταναλωτή. Το δεύτερο είναι να υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στους μικροζυθοποιούς» καταλήγει ο Δημήτρης.
Σχόλια