Ιστορικά, η 8η Μαρτίου ορίστηκε το 1977 από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ως Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και τη Διεθνή Ειρήνη. Ωστόσο, σε πολλές χώρες η ημέρα αυτή έχει χάσει το πολιτικό της μήνυμα, παρά την αυτονόητη ανάγκη προβολής και τίμησης των γυναικείων αγώνων. Αγώνων που σηματοδότησαν ραγδαίες εξελίξεις για το φεμινιστικό κίνημα.
Στη σημερινή συγκυρία, μάλιστα, η πολύπλευρη επίθεση της κρίσης και των μνημονίων στα κεκτημένα δικαιώματα των γυναικών, σε επίπεδο Ελλάδας και ΕΕ, έχει πολλαπλασιάσει τα εμπόδια ισότιμης ένταξής τους στην αγορά εργασίας, ιδίως για τις νεοεισερχόμενες, οδηγώντας ένα τεράστιο αριθμό γυναικών στην ανεργία. Επιπλέον, έριξε στις πλάτες τους το έλλειμμα του κοινωνικού κράτους, με την απλήρωτη παροχή ενός ευρέως φάσματος υπηρεσιών φροντίδας, που τις αποστερεί από προσωπικό χρόνο και δυνατότητα ενασχόλησης με τα κοινά και την πολιτική, παρεμποδίζοντας έτσι την ουσιαστική τους χειραφέτηση. Στο πλαίσιο αυτό, η ανάγκη εκσυγχρονισμού της εξισορρόπησης μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι σήμερα προφανής: η κοινωνία έχει συνειδητοποιήσει τις δημογραφικές αλλαγές, παρακινώντας για περισσότερες ανάγκες φροντίδας, ενώ η ανεργία εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του 2016, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,5%) είναι σημαντικά υψηλότερο από των ανδρών (21,2%), με το μέγιστο ποσοστό να παρατηρείται στα άτομα ηλικίας 15-24 ετών (50,9%), το οποίο στις νέες γυναίκες αγγίζει το εξωφρενικό 55,1%. Όσον αφορά στην κατανομή της ανεργίας, με βάση το επίπεδο εκπαίδευσης, καταγράφονται τα ακόλουθα ποσοστά στις γυναίκες: 49,6% για όσες έχουν τελειώσει μερικές τάξεις δημοτικού, 27% για κατόχους απολυτηρίου δημοτικού, 34,2% για αποφοίτους μέσης εκπαίδευσης, 22% για πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και 13% για όσες διαθέτουν μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο σπουδών.
Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,5%) είναι σημαντικά υψηλότερο από των ανδρών (21,2%), με το μέγιστο ποσοστό να παρατηρείται στα άτομα ηλικίας 15-24 ετών (50,9%)
Είναι γεγονός ότι η κρίση επέτεινε τις ασταθείς μορφές απασχόλησης και αμοιβής, τα ευέλικτα ωράρια και την αποσταθεροποίηση στο εργασιακό περιβάλλον. Έτσι, οι γυναίκες είναι όλο και πιο εξειδικευμένες, ξεπερνώντας ενίοτε τους άνδρες ως προς το μορφωτικό επίπεδο και, παρόλ’ αυτά, εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται στην αγορά, ή απασχολούνται σε θέσεις εργασίας κάτω από το επίπεδο των δεξιοτήτων τους. Οι συνολικά χαμηλές αμοιβές των γυναικών, η υψηλότερη συγκέντρωση σε εργασία μερικής απασχόλησης και οι μεγαλύτερες διακοπές στη σταδιοδρομία τους, που οφείλονται στη φροντίδα παιδιών ή/και εξαρτώμενων μελών, συμβάλλουν σε μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού για τις γυναίκες. Εκτός αυτού, το χάσμα απασχόλησης μεταξύ των φύλων προκαλεί μεγάλα επίπεδα φτώχειας μεταξύ παιδιών και νοικοκυριών, σε οικογένειες, όπου μόνο ένας από τους γονείς είναι μισθωτός.
Η απουσία λύσεων για την εξισορρόπηση μεταξύ επαγγέλματος και προσωπικής ζωής επηρεάζει την απόφασή τους να εγκαταλείψουν την εργασία ή να μειώσουν τις ώρες απασχόλησης, αφού αποκτήσουν παιδιά ή αναλάβουν την υποχρέωση φροντίδας εξαρτώμενου συγγενή. Ως προς το νέο ασφαλιστικό, οι επιταγές του τρίτου μνημονίου αυξάνουν σημαντικά τα όρια ηλικίας (ακόμα και σε ακραίες περιπτώσεις μητέρων με ανήλικο παιδί), ενώ προβλέπονται «απαγορευτικές» διατάξεις για πρόωρη συνταξιοδότηση, με τις συντάξεις να μειώνονται δραματικά και τα φύλα να οδηγούνται σε μεγάλο συνταξιοδοτικό χάσμα (40%).
Είναι απαραίτητο να αλλάξουν τα παγιωμένα στερεότυπα, ώστε να κινηθούμε προς μια κοινωνία, όπου γυναίκες και άνδρες θα είναι εξίσου εισοδηματίες και φροντιστές, ενώ αναγκαίο είναι να τεθούν σε εφαρμογή μέτρα που θα εξασφαλίζουν επαρκείς μισθούς για όλους τους εργαζομένους, για να καλυφθεί το χάσμα στις αμοιβές των φύλων. Άλλωστε, βάσει και της Στρατηγικής Δέσμευσης για την Ισότητα των Φύλων 2016-2019 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ρυθμίσεις εργασίας, όπως η τηλεργασία, το ευέλικτο ωράριο ή η εργασία με μειωμένο ωράριο δεν μπορεί να αποτελούν υποχρέωση για κανένα, αλλά να υπάρχουν ως επιλογή για κάθε εργαζόμενο, ώστε να μην προκαλούν πρόσθετη επιβάρυνση στην προσωπική και οικογενειακή ζωή. Συνθήκες στην αγορά εργασίας που θα είναι ευνοϊκές για την εξισορρόπηση μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής μπορεί να δημιουργηθούν και η ποιότητα ζωής να επιτευχθεί μόνο, εφόσον οι άνθρωποι έχουν αρκετό χρόνο εκτός εργασίας για την προσωπική τους ανάπτυξη, για παράδειγμα, μέσω της εκπαίδευσης και της κατάρτισης.
Επιβεβλημένη είναι η λήψη μέτρων, όπως εφαρμογή και βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου προστασίας της μητρότητας, ιδιαίτερα για τις εργαζόμενες με ευέλικτες μορφές απασχόλησης (συμβάσεις ορισμένου χρόνου), ενίσχυση δράσεων υπέρ ανέργων γυναικών, με προτεραιότητα τις ομάδες που βρίσκονται σε δυσχερέστερη θέση (μονογονείς, μακροχρόνια άνεργες, μετανάστριες) καθώς και συμμετοχή ανενεργών γυναικών σε προγράμματα δωρεάν πρόσβασης σε παιδικούς σταθμούς. Επιπλέον, κρίκους της ίδιας αλυσίδας αποτελούν η συμμετοχή των γυναικών στα «ενεργητικά» προγράμματα απασχόλησης και η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στο σχεδιασμό πολιτικών ενίσχυσης της απασχόλησης και καταπολέμησης της ανεργίας. Τέλος, ας μην παραληφθεί και η ανάγκη ενίσχυσης των ελεγκτικών μηχανισμών για την αντιμετώπιση παραβιάσεων των εργασιακών δικαιωμάτων των γυναικών και την προστασία εγκύων και μητέρων. Αν θέλουμε να μιλάμε για ουσιαστική απελευθέρωση των δημιουργικών δυνατοτήτων των γυναικών για την ατομική τους ολοκλήρωση, σε όφελος της κοινωνίας και των δημοκρατικών θεσμών. Για να θυμηθούμε και τον Μαρξ: «Οι μεγάλες κοινωνικές μεταβολές είναι αδύνατες χωρίς το γυναικείο προζύμι. Η κοινωνική πρόοδος μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, σύμφωνα με την κοινωνική θέση του ωραίου φύλου (μαζί και των άσχημων γυναικών)…».
Σχόλια