Φορολογικά κίνητρα για εξαγορές και συγχωνεύσεις. Η 3η φορά στα τελευταία 40 χρόνια θέλει ιδιαίτερη προσοχή και στόχευση
Η ελληνική επιχειρηματικότητα είναι βασισμένη κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ειδικά στην περιφέρεια. Είναι ενδεικτικό ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου πραγματοποιούν το 70% του τζίρου τους στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Η διείσδυση τους στις μικρότερες πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά είναι πολύ μικρότερη. Το ίδιο ισχύει και για τις υπόλοιπες κατηγορίες επιχειρηματικότητας όπου οι επιχειρήσεις με προσωπικό κάτω των 250 εργαζομένων (έτσι ορίζονται οι SME στην Ευρώπη) αποτελούν το 80% της επιχειρηματικότητας.
Η κυβέρνηση εκτιμά, ότι στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται μόνο οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι έχουν μέλλον και προοπτικές. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα πέρασαν από μεγάλη κρίση τόσο από το 2010 και μετά λόγω της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα (ειδικά την περίοδο 2015-2016) και μετά από την πανδημία και τούδε όπου οι απανωτές κρίσεις (lockdown, ενεργειακή κρίση κ.λπ.) έφερε προ λουκέτου πολλές επιχειρήσεις.
Η κυβέρνηση έδειξε την στόχευσή της στην δημιουργία μεγάλων σχημάτων με την διοχέτευση του 75% περίπου των επενδυτικών κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) προς μεγάλες επιχειρήσεις. Τώρα δίνει και φορολογικά κίνητρα για τις εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων με στόχο να δημιουργηθούν μεγαλύτερα και ανθεκτικότερα και αποδοτικότερα σχήματα.
Για την ιστορία και μόνο είναι η 3η φορά από την μεταπολίτευση και μετά που οι κυβερνήσεις δίνουν κίνητρα για εξαγορές και συγχωνεύσεις. Η πρώτη φορά ήταν με κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αρχές δεκαετίας ’90 , η δεύτερη φορά ήταν με κυβέρνηση Κωνσταντίνου Σημίτη αρχές δεκαετίας 2000 και η 3η φορά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η πρώτη φορά δεν έφερε αποτελέσματα, η 2η φορά αφορούσε μία φωτογραφική διαδικασία για τις εξαγορές και συγχωνεύσεις εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου (ΑΕΕΧ) στις αρχές της δεκαετίας 2000 με στόχο να ισχυροποιηθούν οι τράπεζες χωρίς να πληρώσουν φόρους. Εξαφανίστηκαν οι ΑΕΕΧ από την αγορά και στερήθηκε το χρηματιστήριο πάνω από 1 δις. ευρώ υπό διαχείριση ενεργητικό.
Η 3η φορά φαίνεται ότι η προσπάθεια γίνεται πιο οργανωμένα και πιο στοχευμένα. Το ερώτημα είναι ποιο θα είναι το τελικό όφελος για την ελληνική οικονομία, κοινωνία και επιχειρηματικότητα εάν εξαγοραστούν σωρηδόν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Επιχειρηματικά ίσως είναι βολικό να εξαγοραστούν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις από τις μεγαλύτερες στη λογική του «το μεγάλο ψάρι, τρώει το μικρό». Το ζητούμενο είναι :
- Πόσο καιρός θα απαιτηθεί για να ωριμάσουν τα οφέλη των εξαγορών.
- Τι οφέλη θα υπάρξουν και για ποιους
- Θα εξυπηρετηθούν οι καταναλωτές και οι τοπικές κοινωνίες;
- Πώς θα διαμορφωθεί η «επόμενη ημέρα» σε όρους απασχόλησης;
Ας πάρουμε για παράδειγμα την λειτουργία ενός μεγάλου 5ου ξενοδοχείου σε κάποια τουριστική περιοχή. Πόση απασχόληση θα προσφέρει στην περιοχή, τι υπεραξίες θα δώσει; Πως θα βελτιώσει την ποιότητα των υπηρεσιών; Θα υπάρξει value / money; Θα υπάρξει πελατοκεντρική προσέγγιση όπως έχουν τα μικρά ξενοδοχεία και τα ενοικιαζόμενα;
Χρηματοδότηση σε επιχειρήσεις εντάσεως τεχνολογίας και σε επιχειρήσεις πρωτογενούς τομέα
Oι απαντήσεις είναι πολλές, οι αμφισβητήσεις ακόμη περισσότερες. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση θα χρειαστεί να εστιάσει στην χρηματοδότηση συγκεκριμένων επιχειρήσεων (εντάσεως τεχνολογίας) ώστε να δημιουργήσει νέα τεχνολογικά οικοσυστήματα. Ανεξάρτητα μεγέθους. Άλλωστε τα start ups δεν φημίζονται για τα μεγέθη τους. Οι υπόλοιποι κλάδοι που θα χρειαστούν τα φορολογικά κίνητρα για εξαγορές και συγχωνεύσεις είναι οι επιχειρήσεις πρωτογενούς τομέα, ειδικά σε τρόφιμα-ποτά όπου το κόστος ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος (unit cost) είναι μεγάλο. Ενδεικτικό είναι ότι τα ελληνικά κρασιά κοστίζουν ανά μονάδα προϊόντος πολύ περισσότερο απ’ τα γαλλικά, τα ιταλικά , τα αμερικάνικα (Καλιφόρνια) για να εξαχθούν στο εξωτερικό. Εκεί χάνεται το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδας απέναντι σε υποδεέστερα ποιοτικά προϊόντα.
Σχόλια