Μπορεί πολλές μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν την πλειονότητα της εμπορικής δραστηριότητας, να έχουν δείξει (αρκετές από αυτές) μια σημαντική ανθεκτικότητα σε μια σειρά δύσκολων καταστάσεων τα τελευταία χρόνια, ερωτηματικό αποτελεί το πως θα απεγκλωβιστούν από τις χαμηλές επιδόσεις των επάλληλων αυτών κρίσεων.
Ως εκ τούτου, φαίνεται πως προτεραιότητα είναι η επιβίωση και όχι ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για τους μικρομεσαίους του εμπορίου.
Θέματα που απασχολούν μια ΜμΕ σήμερα; Κάποια παραμένουν επίκαιρα ενώ άλλα και άλλα - νεότερα - αναδύονται, ασκώντας έξτρα πιέσεις.
Συγκεκριμένα, σημαντικότερα προβλήματα του κόστους λειτουργίας των εμπορικών επιχειρήσεων θεωρούνται: Η φορολόγηση, το λειτουργικό κόστος, οι ανατιμήσεις κόστους ενέργειας, και η αύξηση κόστους εμπορευμάτων από προμηθευτές.
Στα νέα προβλήματα που προστέθηκαν συναντάμε τις φυσικές καταστροφές και την χαμηλή τουριστική δαπάνη στις περιοχές που επλήγησαν από τις φυσικές καταστροφές.
Βελτιωμένη, τουλάχιστον, εμφανίζεται η εικόνα από το μέτωπο οφειλών σε εφορία - ταμεία: Στο πρώτο εξάμηνο του 2023, καταγράφεται σημαντική υποχώρηση, κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, στο 24%, στο ποσοστό των επιχειρήσεων με οφειλές προς την εφορία, συγκριτικά με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2022, επιστρέφοντας έτσι στα επίπεδα του 2019. Ομοίως, μείωση καταγράφεται και στις οφειλές των επιχειρήσεων προς τα ασφαλιστικά ταμεία, από 20%, το πρώτο εξάμηνο του 2022, σε 15%, το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Προκλήσεις όμως δεν μόνο τα φορολογικά ή τα ασφαλιστικά ζητήματα. Σημαντικό «αγκάθι» για μια μικρή επιχείρηση είναι οι συνεχείς ανατιμήσεις (αυξήσεις τιμών στα εμπορεύματα που προμηθεύονται). Μεγάλη πρόκληση δηλαδή είναι η διαχείριση αυτών των ανατιμήσεων, μιας και θα είναι αδύνατον η εν νέου απορρόφηση τους στερώντας την ανταγωνιστικότητα της στην αγορά.
Σημειώνεται επίσης, σύμφωνα με τα εν λόγω στοιχεία, πως η ενεργειακή κρίση επιδρά αρνητικά στη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων, καθώς για το 85,7% των εμπορικών επιχειρήσεων, ο κύκλος εργασιών έχει επηρεαστεί αρνητικά από τις ανατιμήσεις στο κόστος ενέργειας, ενώ το 23% των εμπορικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν αυξήσεις της τάξης 21-30% στο ενεργειακό κόστος.
Η στασιμότητα των επιδόσεων σε συνδυασμό με την πληθωριστική κλιμάκωση, εξωθούν τις εμπορικές επιχειρήσεις να δώσουν προτεραιότητα στην βραχυπρόθεσμη βιωσιμότητα και όχι στον μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό τους.
Βάσει της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου της ΕΣΕΕ το μικρομεσαίο λιανεμπόριο δεν μπορεί να ακολουθήσει την γενικότερη αίσθηση ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, μιας και στο α’ εξάμηνο του 2023 για παράδειγμα το 33% των εμπόρων ανάφεραν πως ο τζίρος τους μειώθηκε ενώ το 49% πως παρέμεινε στάσιμος.
Από την άλλη πλευρά, την τελευταία δεκαετία το ποσοστό ίδρυσης νέων μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο εμπόριο περιορίστηκε στο 14%, κάτι που φανερώνει μικρή δυναμική για ενασχόληση με τον κλάδο.
Παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης το Εμπόριο
Γενικότερα, η έκθεση επιβεβαιώνει για ένα ακόμα έτος, ότι ο κλάδος του εμπορίου με κύκλο εργασιών που υπερβαίνει τα 169,4 δισ. ευρώ, και στον οποίο δραστηριοποιούνται περισσότερες από 227.000 επιχειρήσεις, αποτελεί και τον μεγαλύτερο εργοδότη της ελληνικής οικονομίας, απασχολώντας 700.000 άτομα.
Όμως, η απασχόληση για το 2023 καταγράφει μείωση κατά 3,5%, σε σχέση με το 2022, η οποία οφείλεται στη μείωση των θέσεων εργασίας σε όλους τους επιμέρους κλάδους, με την υψηλότερη να καταγράφεται στον κλάδο των αυτοκινήτων (19,4%).
Βέβαια, στο λιανικό εμπόριο καταγράφεται τόνωση της μισθωτής απασχόλησης (2,5% σε σχέση με το 2022). Η αύξηση του (ΔΚΕ) στο λιανικό εμπόριο (3,2%) καταγράφει μια κόπωση, η οποία οφείλεται εν πολλοίς στην πληθωριστική κλιμάκωση.
Σχόλια