Σε προ πανδημίας η κατανάλωση αλκοόλ, οι πρωταγωνιστές και το «βαρίδι» της φορολόγησης
Η μεγάλη δυναμική που έχει ο ελληνικός τουρισμός σε συνδυασμό με την ανάκαμψη της εγχώριας κατανάλωσης δίνουν ώθηση στις πωλήσεις αλκοολούχων ποτών, οδηγώντας πλέον τον κλάδο σε προ πανδημίας επίπεδα.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία πρωταγωνιστικό ρόλο στις πωλήσεις διαδραματίζουν το ουίσκι, το ούζο και το εμφιαλωμένο τσίπουρο που σημειώνει σημαντική άνοδο.
Όπως αποτυπώνεται σε ειδική μελέτη του ΙΟΒΕ, οι καταγεγραμμένες πωλήσεις αλκοολούχων ποτών το 2022 σημείωσαν αύξηση 28,2% φτάνοντας τα 5 εκατ. 9λιτρα κιβώτια ενσωματώνοντας τις κατηγορίες ούζου, τσίπουρου και λοιπών αλκοολούχων (ουίσκι, βότκα, τζιν κ.ά.). Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, το 2022, και έπειτα από την ανάκαμψη μετά την πανδημία, οι πωλήσεις βρίσκονται στο 63% των επιπέδων του 2009, έναντι 50%-55% την περίοδο 2013-2019.
Όμως, σοβαρό τροχοπέδη για την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου και των πωλήσεων παραμένει η υψηλή φορολόγηση όπως εξηγεί το ΙΟΒΕ.
Την ίδια ώρα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ), μεγάλος πρωταγωνιστής των εξαγωγών των ελληνικών αλκοολούχων ποτών παραμένει το ούζο: συνεχίζει να διατηρεί σταθερά την πρώτη θέση στις εξαγωγές των ελληνικών αλκοολούχων ποτών, καταλαμβάνοντας το πρώτο εξάμηνο του 2023, το 62% της αξίας και το 69% της ποσότητας του συνόλου των εξαγωγών των ελληνικών αποσταγμάτων.
Ειδικότερα, το πρώτο εξάμηνο του 2023 εμφανίζεται ποσοστιαία αύξηση σε αξία κατά 6,02 % (+ 1,7 εκατ. ευρώ) ενώ σε ποσότητα εμφανίζεται ποσοστιαία μείωση κατά -8,3 % (-1,1 εκατ. κιλά) σε σύγκριση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2022.
Η πτώση εξαγωγών του ούζου σε ποσότητα οφείλεται κυρίως στην απαγόρευσης εισαγωγής και πώλησης αλκοολούχων ποτών στο Ιράκ που αποτελεί τη δεύτερη σημαντικότερη χώρα προορισμού ούζου για την Ελλάδα. Την πρώτη θέση στις ελληνικές εξαγωγές ούζου κατέχει η Γερμανία με 44% του συνόλου σε αξία και 49,5% σε ποσότητα, ακολουθεί το Ιράκ με 20,2% σε αξία και 18,7% σε ποσότητα και στη τρίτη θέση βρίσκεται η Βουλγαρία με 17,8% σε αξία και 14,6% σε ποσότητα.
Τι δείχνει η μελέτη του ΙΟΒΕ - τι θετική επίδραση θα είχε μια μείωση του ΕΦΚ
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, ο κλάδος παραγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου κλαδικού οικοσυστήματος, στο οποίο περιλαμβάνονται επίσης η εστίαση και ο τουρισμός με τη συνολική συνεισφορά στην ελληνική οικονομία να είναι ιδιαίτερα σημαντική. Λαμβάνοντας υπόψη τις άμεσες, έμμεσες και προκαλούμενες επιδράσεις από την τελική δαπάνη κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι ο κλάδος συνεισέφερε €2,1 δισ. στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 2022, με 72,7 χιλ. εργαζόμενους (σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης), ενώ οι φόροι και οι εισφορές που δημιούργησε εκτιμώνται σε €616 εκατ. Εξαιτίας της μείωσης της δαπάνης κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών, ο κλάδος είναι το 2022 στο 73% του επιπέδου που είχε καταγράψει το 2009 (σε όρους αξίας πωλήσεων), τροφοδοτούμενος, τα τελευταία έτη κυρίως, από τη δυναμική ανάκαμψη του τουρισμού και της εστίασης. Οι απώλειες θέσεων εργασίας μεταξύ 2009-2019 εκτιμώνται σε 31 χιλ. στην ευρύτερη αλυσίδα αξίας, με μερική ανάκαμψη κατά 4,7 χιλ. θέσεις εργασίας μέχρι το 2022.
Η εγχώρια καταγεγραμμένη παραγωγή αποσταγμάτων και άλλων αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκε το 2022 σε 54,4 εκατ. λίτρα τελικού προϊόντος, με αύξηση κατά 13% σε σύγκριση με το 2021, ενώ σε όρους αξίας προσέγγισε τα €130 εκατ.
Οι καταγεγραμμένες πωλήσεις αλκοολούχων ποτών ανέκαμψαν περαιτέρω το 2022 φτάνοντας τα 5,0 εκατ. 9λιτρα κιβώτια, με αύξηση κατά 28,2% σε σύγκριση με το 2021, αναπληρώνοντας τις απώλειες που είχε προκαλέσει η πανδημία. Ανά ευρεία κατηγορία, η κατανάλωση αλκοολούχων ποτών (χωρίς το τσίπουρο και το ούζο) διαμορφώθηκε το 2022 στα 3,7 εκατ. 9λιτρα κιβώτια, αυξημένη κατά 32,8% έναντι του 2021. Στο επίσημο εμφιαλωμένο τσίπουρο καταγράφεται το 2022 αύξηση κατά 17,4% και στο ούζο κατά 16,4%, με την κατανάλωση να διαμορφώνεται σε 500 χιλ. και 799 χιλ. 9λιτρα κιβώτια αντιστοίχως.
Η αγορά αλκοολούχων ποτών παρά την ανάκαμψη των δύο τελευταίων ετών, λόγω αύξησης των τουριστικών ροών και ενίσχυσης της εγχώριας κατανάλωσης, έχει επηρεαστεί από την ύφεση της ελληνικής οικονομίας μετά το 2009, αλλά και από την ασκούμενη φορολογική πολιτική, ιδιαίτερα μετά το 2010.
Η ισχυρή πτώση του εισοδήματος την περίοδο 2008-2013, αλλά και η απότομη αύξηση στους συντελεστές ΕΦΚ και ΦΠΑ που εφαρμόζονται στα αλκοολούχα ποτά, οδήγησαν στην υποχώρηση της συνολικής αγοράς αλκοολούχων ποτών (σε όρους όγκου πωλήσεων), από περίπου 8,0 εκατ. 9λίτρα κιβώτια το 2009, στο χαμηλό επίπεδο του 2015 (3,9 εκατ.), πριν ξεσπάσει η πανδημία του 2020 και η αγορά καταρρεύσει στα 3,1 εκατ. 9λιτρα κιβώτια.
Έτσι, το 2022, και έπειτα από την ανάκαμψη μετά την πανδημία, οι πωλήσεις βρίσκονται στο 63% των επιπέδων του 2009, έναντι 50%-55% την περίοδο 2013-2019, ενώ το σύνολο της οικονομίας (επίπεδο ΑΕΠ) καταγράφει υψηλότερες επιδόσεις και βρίσκεται στο 83% των επιπέδων του 2009.
Οι τιμές των αλκοολούχων ποτών λόγω των διαδοχικών αυξήσεων του ΕΦΚ και του συντελεστή ΦΠΑ, σημείωσαν κατακόρυφη άνοδο μετά το 2010, η οποία ήταν υψηλότερη σε σύγκριση με τις τιμές υποκατάστατων οινοπνευματωδών ποτών όπως το κρασί και η μπύρα.
Ειδικότερα, οι τιμές των αλκοολούχων ποτών στη λιανική αγορά (off-trade) ήταν υψηλότερες κατά 37,5% το 2022 σε σύγκριση με το 2009, στη μπύρα κατά 31,8% και στο κρασί κατά 9,0%, ενώ το γενικό επίπεδο τιμών αυξήθηκε την ίδια περίοδο κατά 17,3%. Ενδεικτικά, η αντιπροσωπευτική τιμή μιας φιάλης αλκοολούχου ποτού από περίπου 13 ευρώ το 2009 προσεγγίζει πλέον τα 20 ευρώ. Το μερίδιο των φόρων έχει αυξηθεί σημαντικά με τη συμμετοχή τους να αντιπροσωπεύει το 55,1% της τελικής τιμής.
Οι εξαγωγές αλκοολούχων ποτών ενισχύθηκαν στα €97 εκατ. το 2022, με αύξηση κατά 12% σε σύγκριση με το 2021, ενώ οι εισαγωγές αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκαν στα €194 εκατ., αυξημένες κατά 47,8% σε σύγκριση με το 2021. Παρά τη σημαντική αύξηση των εισαγωγών αλκοολούχων ποτών, δεν καταγράφεται σημαντική διαφοροποίηση ως προς τη συμμετοχή τους στο σύνολο των εμπορικών ροών της ελληνικής οικονομίας.
Οι εισαγωγές αλκοολούχων ποτών αντιστοιχούν στο 0,3% των συνολικών εισαγωγών αγαθών της ελληνικής οικονομίας σε όρους αξίας το 2022, χαμηλότερο από τον μέσο όρο της περιόδου 2015-2019 (0,4%). Ο δείκτης εξωστρέφειας (εξαγωγές προς εγχώρια παραγωγή) διαμορφώθηκε στο 66% το 2021, ενώ ο δείκτης εισαγωγικής διείσδυσης (εισαγωγές προς κατανάλωση) διαμορφώθηκε στο 56,8%.
Ο τουρισμός αποτελεί σημαντικό τμήμα της ελληνικής οικονομίας, με άμεση επιρροή και στην κατανάλωση ποτών. Οι επισκέπτες στην Ελλάδα έφτασαν τα 30 εκατ. το 2022, με σημαντική ανάκαμψη έπειτα από τα έτη 2020-2021, παραμένοντας βέβαια χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2019. Η δαπάνη των τουριστών για εστιατόρια και μπαρ αντιπροσωπεύει σταθερά το 25% της συνολικής τουριστικής δαπάνης την περίοδο 2008-2022.
Παρομοίως, ο κύκλος εργασιών του κλάδου εστίασης παραμένει πάνω από τα επίπεδα του προ πανδημίας έτους 2019 μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2023, συντείνοντας στην ενίσχυση της αγοράς αλκοολούχων ποτών.
Ο κύκλος εργασιών των εταιρειών παραγωγής και εισαγωγής αλκοολούχων ποτών ανέκαμψε μερικώς το 2021, έπειτα από τη σημαντική πτώση του 2020 λόγω πανδημίας και διαμορφώθηκε στα €383,9 εκατ., με αύξηση κατά 12,0% το 2021. Παραμένει, όμως, σε χαμηλότερο επίπεδο έναντι του 2019. Τα καθαρά κέρδη των εταιρειών παραγωγής και εισαγωγής αλκοολούχων διαμορφώθηκαν το 2021 σε €27,7 εκατ., υψηλότερα σε σύγκριση με το 2020 και το 2019.
Φορολογία
Ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών συνεισφέρει σημαντικά στα φορολογικά έσοδα, τόσο μέσω του ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών και του ΦΠΑ, όσο και με τους φόρους εισοδήματος και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης των εργαζόμενων στον κλάδο. Ενδεικτικά, τα έσοδα από τον ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά (περιλαμβάνονται ούζο και τσίπουρο) διαμορφώθηκαν το 2022 σε €335 εκατ., έναντι €266 εκατ. το 2021, λόγω της ενίσχυσης της αγοράς.
Τα αλκοολούχα ποτά συγκέντρωσαν το 21% των πωλήσεων οινοπνευματωδών ποτών το 2022 σε όρους αιθυλικής αλκοόλης, ενώ συνεισέφεραν σχεδόν το 64% των φορολογικών εσόδων από την αιθυλική αλκοόλη. Η αναλογία πωλήσεων το 2009 ήταν αρκετά υψηλότερη (31%), ενώ η αναλογία φόρων ακόμα μεγαλύτερη (81%), λόγω του χαμηλότερου συντελεστή ΕΦΚ στη μπύρα, πριν αυξηθεί το 2016.
Τα αλκοολούχα ποτά έχουν υποστεί 8 αυξήσεις στη φορολογία από το 1998 (χωρίς να προσμετρώνται οι αυξήσεις στον συντελεστή ΦΠΑ, όπου εντάσσονται στον υψηλό συντελεστή) με τις 4 από αυτές να έχουν λάβει χώρα μέσα σε 18 μήνες στο διάστημα 2009-2010 οδηγώντας σε υπερδιπλασιασμό του ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών από τα €1.135 ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης το 2008, στα €2.550 με την τελευταία αύξηση τον Ιούλιο του 2010. Η συνολική αύξηση του ΕΦΚ το 2010 ήταν 87% σε σχέση με το 2009 και 125% σε σχέση με το φορολογικό καθεστώς 2005-2008.
Ο συντελεστής ΕΦΚ αλκοολούχων στην Ελλάδα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ, ενώ τους υψηλότερους συντελεστές παρουσιάζουν συνήθως χώρες της βόρειας Ευρώπης, οι οποίες για κοινωνικούς κυρίως λόγους επιβάλλουν υψηλούς συντελεστές στο αλκοόλ. Αν οι συντελεστές ΕΦΚ προσαρμοστούν με βάση το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα, προκύπτει ότι η Ελλάδα βρίσκεται το 2022 στην πρώτη θέση ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ, με επιβάρυνση €4.565 ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ονομαστικού συντελεστή ΕΦΚ €2.550. Η υψηλή τιμή για την Ελλάδα υποδηλώνει ότι λόγω του χαμηλότερου κατά κεφαλήν εισοδήματος, ο ΕΦΚ επιβαρύνει υπέρμετρα τους καταναλωτές. Ταυτόχρονα, ο ΕΦΚ ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης στην Ελλάδα σε σχέση με τον μέσο όρο των ανταγωνιστικών χωρών που ανήκουν στην ΕΕ (χωρίς την Τουρκία) και τείνουν να συγκλίνουν σε ένα κοινό φορολογικό πλαίσιο, είναι υψηλότερος κατά περίπου €1.400. Σε σύγκριση με χώρες που προσφέρουν αντίστοιχο τουριστικό προϊόν, η Ελλάδα έχει κατά €716 υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ από την Γαλλία και πάνω από €1.500 από την Ιταλία, την Ισπανία και την Κύπρο.
Οικονομικές επιδράσεις από τη μείωση του ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά
Στο πλαίσιο αυτό εκτιμήθηκαν οι επιδράσεις στην οικονομία από τη σταδιακή προσαρμογή του ΕΦΚ στον μέσο όρο της ΕΕ.
Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ, η προσαρμογή αφορά τη μείωση του ΕΦΚ σε βάθος τριετίας στα €1.800 ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης, έναντι €2.550 που ισχύει σήμερα, με αντίστοιχη προσαρμογή για τον εφαρμοζόμενο ΕΦΚ στο ούζο και στο εμφιαλωμένο τσίπουρο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η μείωση του ΕΦΚ θα λειτουργήσει θετικά για την αγορά αλκοολούχων ποτών και την οικονομία, καθώς αναμένεται να ενισχύσει:
- Την υγιή επιχειρηματικότητα, ενισχύοντας την καταγεγραμμένη κατανάλωση και όχι την επέκταση της κατανάλωσης με μετακύλιση κατανάλωσης προς το τυποποιημένο προϊόν και τον παράλληλο περιορισμό του παράνομου εμπορίου.
- Την εγχώρια παραγωγή αλκοολούχων και την αντίστοιχη αύξηση της απασχόλησης σε όλα τα στάδια παραγωγής.
- Την απελευθέρωση κεφαλαίων των επιχειρήσεων για παραγωγικές επενδύσεις, καινοτομία και την πρόσληψη εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού.
- Την αύξηση του ΑΕΠ και τη διατήρηση των φορολογικών εσόδων.
- Τη διατήρηση και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων στο στάδιο της HORECA με αύξηση των θέσεων απασχόλησης μεσομακροπρόθεσμα και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
- Τη μείωση της λιανικής τιμής αλκοολούχων, με ενδυνάμωση των καταναλωτών και του ανταγωνισμού.
Ειδικότερα, με τη μείωση στα €1.800, και ανάλογα με τις υποθέσεις, εκτιμάται ότι προκύπτουν θετικά αποτελέσματα στην οικονομία, εκτιμώντας ότι θα προκύψει μείωση τιμής στα κανάλια λιανικής πώλησης και ενίσχυση του περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων στα κανάλια επιτόπιας κατανάλωσης ενισχύοντας την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων και τις θέσεις απασχόλησης. Και στις δύο περιπτώσεις, αναμένεται να στηριχθεί η απασχόληση του κλάδου, με όφελος για το δημόσιο ταμείο. Πιο συγκεκριμένα:
- Αναμένεται αύξηση του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας κατά €325 εκατ. την περίοδο 2024- 2026, ενώ η απασχόληση θα είναι ενισχυμένη κατά 11,3 χιλ. επιπλέον θέσεις, συγκρινόμενα τα μεγέθη αυτά με το σενάριο διατήρησης του ΕΦΚ στο υφιστάμενο επίπεδο. Τα αποτελέσματα προσμετρούν τις άμεσες, τις έμμεσες και τις προκαλούμενες επιδράσεις από τις επιδράσεις της μείωσης του ΕΦΚ στην ελληνική οικονομία.
- Η εγχώρια παραγωγή θα αυξηθεί, ενισχύοντας τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και τις θέσεις απασχόλησης.
- Το τελικό δημοσιονομικό ισοζύγιο θα είναι θετικό κατά €8,0 εκατ., καθώς οι απώλειες εσόδων από ΕΦΚ κατά €93 εκατ. στο τέλος της περιόδου αντισταθμίζονται από τα αυξημένα έσοδα από ΦΠΑ κατά €59 εκατ., τα επιπλέον έσοδα από τον φόρο στα κέρδη των επιχειρήσεων κατά €11 εκατ. και τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, λόγω επέκτασης της απασχόλησης κατά €31 εκατ. ευρώ.
- Η σταδιακή μείωση του ΕΦΚ αναμένεται να ενισχύσει τα κίνητρα για ενσωμάτωση κατανάλωσης στα νόμιμα κανάλια σε όλα τα στάδια της επιτόπιας κατανάλωσης, και στον τουριστικό τομέα και στην εστίαση κατά 3,9%-4,0% περίπου για τα έτη 2024-2026.
- Η μείωση του ΕΦΚ αναμένεται να εξορθολογήσει το φορολογικό πλαίσιο, τοποθετώντας την Ελλάδα πλησιέστερα σε χώρες που έχουν αντίστοιχο τουριστικό προϊόν, όπως η Πορτογαλία και η Ιταλία.
- Η σταδιακή μείωση του ΕΦΚ μέχρι το 2026 εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε μείωση της λιανικής τιμής πώλησης μιας τυπικής φιάλης αλκοολούχου ποτού κατά 10,7% μεταξύ 2023-2026.
Σχόλια