Ιδιαίτερα θετικές παραμένουν οι προοπτικές και οι «μηχανές ανάπτυξης» το 2024 αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλές ταχύτητες. Ο λόγος για τις κατασκευές και τους κλάδους τεχνολογίας - που επωφελούνται, μεταξύ άλλων, από τους σημαντικούς πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Την ίδια ώρα, η σταδιακή ομαλοποίηση των πληθωριστικών πιέσεων αναμένεται να επαναφέρει την εικόνα του κύκλο εργασιών στις ελληνικές επιχειρήσεις στη μεσοπρόθεσμη τάση του.
Υπό αυτές τις συνθήκες οι πωλήσεις το 2024 εκτιμάται ότι θα πετύχουν ρυθμό ανόδου άνω του 4% σε αποπληθωρισμένους όρους.
Αυτό εκτιμά σε τελευταία ανάλυση της Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας η οποία αναδεικνύει την δυναμική των παραπάνω 2 κλάδων στις μέρες μας, σκιαγραφώντας και την μεγάλη εικόνα για το σύνολο της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Η μεγάλη εικόνα
Σε θετική πορεία παραμένει ο ελληνικός επιχειρηματικός τομέας κατά το 2ο τρίμηνο του 2023, με τις πωλήσεις να σημειώνουν ετήσια αύξηση 5,5% ετησίως σε αποπληθωρισμένους όρους (έναντι 8,1% το προηγούμενο τρίμηνο).
Με τη δυναμική των πωλήσεων να παραμένει σημαντικά υψηλότερα σε σύγκριση με εκείνη της προηγούμενης αναπτυξιακής φάσης (2001-2008), το ελληνικό επιχειρείν διατηρεί τα κέρδη του σε όρους μεριδίου στην ευρωπαϊκή αγορά.
Οι πρωταγωνιστές και οι κλάδοι που δέχονται πιέσεις
Σύμφωνα με την ΕΤΕ, εξαιρετικά θετικά πιστώνεται ότι στους δυναμικούς κλάδους κατασκευών, πληροφορικής και υπηρεσιών προς επιχειρήσεις (δραστηριότητες που ενισχύονται μέσω Ταμείου Ανάκαμψης, και αντιπροσωπεύουν το 17 των συνολικών πωλήσεων), οι ελληνικές επιχειρήσεις συνέχισαν κατά το 2ο τρίμηνο του έτους να κερδίζουν μερίδια στην Ευρώπη.
Εξετάζοντας ειδικότερα τις επιδόσεις των βασικών κλάδων, διαπιστώνεται ότι για την πλειοψηφία αυτών συνεχίστηκαν οι θετικές επιδόσεις κατά το 2 ο τρίμηνο του 2023, παρουσιάζοντας ωστόσο σημάδια επιβράδυνσης. Ειδικότερα, ως κλάδοι με δυναμικές επιδόσεις συνεχίζουν να ξεχωρίζουν οι κατασκευές (παρά την υψηλή πληθωριστική πίεση) και πληροφορική (+10% και +14% αντίστοιχα σε αποπληθωρισμένους όρους), με τη ζήτηση να τροφοδοτείται από αυξημένες επενδυτικές ανάγκες.
Παράλληλα, σταθερή στήριξη παρέχουν οι λοιπές υπηρεσίες (+11% ετησίως), καθώς λειτουργούν επικουρικά στην κάλυψη των παραπάνω αναγκών (π.χ. real estate, αρχιτέκτονες).
Ηπιότερη ήταν η επίδοση στον κλάδο τουρισμού, που ωστόσο παρέμεινε υψηλότερα από τα περσινά επίπεδα (+4%), σε μεγάλο βαθμό στηριζόμενος στην εξωτερική ζήτηση.
Από την άλλη πλευρά, σχετική επιδείνωση σημειώνεται στους κλάδους λιανικού εμπορίου και μεταφορών (πτώση 3-4% σε αποπληθωρισμένους όρους), οι οποίοι συνεχίζουν να δέχονται υψηλή πληθωριστική πίεση, με αρνητικές επιδράσεις στη ζήτηση και τα περιθώρια κέρδους.
Παράλληλα, υπό πίεση βρίσκεται ο τομέας βιομηχανίας (-1% σε αποπληθωρισμένους όρους), κυρίως υπό την επίδραση της αδύναμης ευρωπαϊκής ζήτησης (+0,7% ετησίως στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ το 1 ο εξάμηνο 2023, έναντι 1,7% ετησίως κατά μέσο όρο την προηγούμενη δεκαετία).
Σημειώνεται ωστόσο, ότι η βιομηχανία επιδεικνύει την υψηλότερη αναπλήρωση μεριδίου στην ΕΕ (σε όρους προστιθέμενης αξίας), έχοντας ανακτήσει ήδη το 40% του χαμένου λόγω της οικονομικής κρίσης εδάφους (έναντι 20% για τον υπόλοιπο τομέα).
Όσον αφορά το υπόλοιπο του έτους, η μεσοπρόθεσμη τάση ανάκαμψης αναμένεται να δεχτεί τη συσταλτική επίδραση τόσο από την αδύναμη ευρωπαϊκή ζήτηση όσο και από την υψηλές τιμές, κυρίως στα τρόφιμα, οι οποίες θα εξασθενήσουν την ζήτηση. Η πληθωριστική αυτή πίεση εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί από τις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία.
Τα «απόνερα»... της Θεσσαλίας
Συγκεκριμένα, ενώ το εντονότερο άμεσο πλήγμα το έχει δεχθεί ο πρωτογενής τομέας, πίεση δέχεται και ο επιχειρηματικός τομέας της περιοχής ο οποίος παράγει 3,5 δισ. προστιθέμενης αξίας (σε τρέχουσες τιμές). Επιπλέον, οι δευτερογενείς επιδράσεις στο επιχειρείν της χώρας είναι σαφώς ευρύτερες:
Σημαντική είναι η επιβάρυνση των υποδομών, με την αξία αυτών στη Θεσσαλία να είναι της τάξης των €9 δις, με σχεδόν το 20% αυτών να εκτιμάται ότι έχει υποστεί σημαντική ζημιά.
Πέρα από την επιβάρυνση στο μεταφορικό έργο των επιχειρήσεων της χώρας, εντεινόμενες πιέσεις αναμένονται σε όρους τιμών τροφίμων και διαθεσιμότητας αγροτικών πρώτων υλών, με επιπτώσεις τόσο σε συνδεδεμένους κλάδους όσο και στο ευρύτερο πλέγμα εμπορίου και υπηρεσιών λόγω της πίεσης στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών.
Στον αντίποδα, πέρα από τις κρατικές ενισχύσεις, αντισταθμιστικά στις άνω επιπτώσεις αναμένεται να λειτουργήσει η αυξημένη ζήτηση για διαρκή αγαθά προς αντικατάσταση υλικών ζημιών (ενισχύοντας το εμπόριο) καθώς και η αποκατάσταση υποδομών (ενισχύοντας τις κατασκευές).
Συνεκτιμώντας τα παραπάνω, το ελληνικό επιχειρείν εκτιμάται να διατηρήσει ρυθμούς αύξησης πωλήσεων σε σχετικά χαμηλά - ωστόσο υγιή - επίπεδα κατά το 2ο εξάμηνο του 2023 (2% με 3% σε αποπληθωρισμένους όρους).
Σχόλια