Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια σημαντική αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες που προστάζει την εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών στις διαδικασίες παραγωγής προϊόντων στις επιχειρήσεις.
Με αυτόν τον τρόπο οι εταιρείες ενισχύουν την εταιρική τους εικόνα, αυξάνοντας ταυτόχρονα το μερίδιο αγοράς τους. Πως επιτυγχάνεται αυτό; Μέσω της υιοθέτησης της κυκλικής οικονομίας. Πόσο ενδιαφέρουν δείχνουν για την κυκλική οικονομία οι ελληνικές επιχειρήσεις στην πράξη; Εκδηλώνουν ισχυρό ενδιαφέρον για την ενσωμάτωση της κυκλικής οικονομίας στο φάσμα των δραστηριοτήτων τους παρά τον ανασταλτικό παράγοντα της ελλιπούς ενημέρωσης. Αυτό τουλάχιστον φάνηκε μέσα από την έρευνα που διεξήγαγε πρόσφατα η ΕΥ για το Συμβούλιο ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. Ποια είναι τα στοιχεία που κινητοποιούν τόσο τις μεγάλες επιχειρήσεις όσο και τις μικρομεσαίες στην αλλαγή του μοντέλου λειτουργίας τους;
Πάνω από όλα η γνώση
Όπως μας λέει ο κ. Θάνος Μαύρος, Partner Central, Eastern & S.E Europe & Central Asia Supply Chain & Operations Leader, CESA S.E Europe Consumer Leader της ΕΥ, το 53% των επιχειρήσεων, δηλαδή περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις, δεν είναι επαρκώς ενημερωμένες σχετικά με την κυκλική οικονομία. Οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν υψηλότερο ποσοστό ενημέρωσης, 71%, και αναλαμβάνουν περισσότερες πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση. Αντιλαμβανόμενες πλήρως την επιτακτική ανάγκη της υιοθέτησης του μοντέλου της κυκλικής οικονομίας, το 60% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι εντός των δύο επόμενων ετών θα διαθέτει αναλυτικό σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία.
Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι η κυκλική οικονομία δεν είναι απλώς ένας θεμελιώδης στόχος μιας επιχείρησης που πρέπει να επιτευχθεί, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του στρατηγικού σχεδιασμού της. Ο ελληνικός επιχειρηματικός κόσμος δηλώνει φανερά ότι θέλει να αφήσει πίσω τη διαχείριση του χθεςενσωματώνοντας πλήρως το μοντέλο της κυκλικής οικονομίας στην κουλτούρα του. Επιπλέον, διψά να αδράξει νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, να αναδείξει νέα επιχειρηματικά μοντέλα και αναπτύξει νέες αγορές, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ.
Η κυκλική οικονομία στην Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει καταλύτη για την παραγωγική ανασυγκρότηση και να τροφοδοτήσει ένα ποιοτικό άλμα στην οικονομία, στο περιβάλλον και την κοινωνία που θα οδηγήσει σε αναπτυξιακό μετασχηματισμό.
Ανεπάρκεια υποδομών
Οι ελληνικές επιχειρήσεις επισημαίνουν ως κύριους ανασταλτικούς εξωτερικούς παράγοντες στην ανάπτυξη ή ωρίμανση επιχειρηματικών σχεδίων και στη μετάβαση προς την κυκλική οικονομία, την ανεπάρκεια υποδομών και το έλλειμμα τυποποίησης και τεχνικών προδιαγραφών. Η ανεπάρκεια των υποδομών συλλογής, αποθήκευσης, μεταφοράς και επεξεργασίας αποβλήτων για την επίτευξη των εθνικών στόχων με το βέλτιστο κόστος αποτελεί τροχοπέδη στην εδραίωση των επιχειρήσεων στον «πράσινο κλάδο».
Ποιοι στόχοι θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσα από την ύπαρξη σύγχρονων υποδομών;
Η εξασφάλιση ποιοτικά ανακτώμενων υλικών, η βελτίωση της διαχείρισης αποβλήτων με έμφαση στην επαναχρησιμοποίηση έναντι της ανακύκλωσης και η αξιοποίηση των δευτερογενών υλικών που κρίνεται ζωτικής σημασίας για τις επιχειρήσεις επιβεβαιώνοντας τη θέσπιση εγγυοδοτικών συστημάτων ανάκτησης ανακυκλώσιμων συσκευασιών-DRS (απόδοση αντίτιμου κατά την επιστροφή συσκευασιών).
Ένας επιπλέον κρίσιμος παράγοντας που εμποδίζει τη μετάβαση των επιχειρήσεων προς την κυκλική οικονομία είναι ο καθορισμός των προδιαγραφών τυποποίησης και προτύπων για τη διαχείριση των αποβλήτων και των δευτερογενών υλικών καθώς και η χάραξη πολιτικής σχετικά με τη διασφάλιση ποιότητας.
Ο τομέας του περιβάλλοντος αποτελεί νευραλγικό πεδίο βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης, με υψηλού επιπέδου προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.
Κίνητρα και κόστη προσαρμογής
Το σημαντικότερο κίνητρο προς τη μετάβαση στην κυκλική οικονομία είναι η μείωση των λειτουργικώνδαπανών μέσω της αποτελεσματικότερης αξιοποίησης των πρώτων υλών, της επέκτασης του κύκλου ζωής των προϊόντων και ελαχιστοποίηση των αποβλήτων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα για τις επιχειρήσεις τη δημιουργία μακροχρόνιας αξίας, καθώς επιτυγχάνονται επιπλέον πηγές εσόδων μέσω της αποτελεσματικής αξιοποίησης πόρων και υπο-προϊόντων που έως τώρα απορρίπτονταν.
Όπως τονίζει ο κ. Θάνος Μαύρος, σύμφωνα με την έρευνα της ΕΥ, εξίσου σημαντικός παράγοντας κινητοποίησης των επιχειρήσεων προς την κυκλικότητα είναι οι ισχύουσες και επερχόμενες νομοθεσίες οι οποίες απαιτούν τη μείωση του περιβαλλοντικού και κοινωνικού αποτυπώματος με έμφαση στη διάσταση της κυκλικής οικονομίας – διαχείριση αποβλήτων και υδάτων, ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση υλικών, μείωση πλαστικού στις συσκευασίες, ελαχιστοποίηση εκπομπών CO2 κ.ά.
Επιπλέον, η μεγαλύτερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση για υιοθέτηση κυκλικών πρακτικών και η προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών είναι ένας από τα σημαντικότερα κίνητρα για τις επιχειρήσεις ώστε να μεταβούν στη νέα κυκλική πραγματικότητα. Οπότε, τα σημαντικότερα κίνητρα για τη μετάβαση των ελληνικών επιχειρήσεων στην κυκλική οικονομία είναι τα εξής:
- Συμμόρφωση σε ρυθμιστικά πλαίσια και νομοθεσίες
- Μείωση λειτουργικού κόστους μέσω επέκτασης του κύκλου ζωής των προϊόντων και ελαχιστοποίηση των αποβλήτων
- Δημιουργία επιπλέον ροών εσόδων από την αποτελεσματική χρήση πόρων
- Ανταπόκριση στις νέες βιώσιμες καταναλωτικές συνήθειες
- Πρόσβαση σε χρηματοδότηση για ενσωμάτωση κυκλικών πρακτικών
- Προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών.
Οι πρωταθλητές
Ο κλάδος συσκευασίας έχει σημειώσει ιδιαίτερη πρόοδο στην ενσωμάτωση αρχών κυκλικής οικονομίας και ιδιαίτερα της ανακύκλωσης στην αλυσίδα αξίας του. Οι παραγωγοί συσκευασιών αναπτύσσουν στενότερες συνεργασίες με τους προμηθευτές τους για τη βελτιστοποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας και την επίτευξη από κοινού στόχων για προδιαγραφές που τίθενται από την ΕΕ.
Η βιομηχανία τροφίμων καταβάλλει επίσης σημαντικές προσπάθειες για την πρόληψη και ελαχιστοποίηση των αποβλήτων με σκοπό τη μείωση του κόστους, μέσω πρακτικών περιορισμού της σπατάλης τροφίμων και αύξηση της επισιτιστικής προσφοράς προς κοινωφελείς φορείς. Οι παραγωγοί τροφίμων που κατέχουν μεγάλο μερίδιο αγοράς, έχουν δημιουργήσει συστήματα ανακύκλωσης εντός της εφοδιαστικής τους αλυσίδας, με σκοπό τη μείωση της δημιουργίας αποβλήτων. Επιπλέον, συνάπτουν συμβάσεις με φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση βιοαποβλήτων, μέσω ειδικών εγκαταστάσεων αναερόβιας χώνευσης, για παραγωγή βιοαερίου και κομποστοποίηση.
Η βιομηχανία πλαστικών μέσω της ανακύκλωσης, επαναχρησιμοποιεί τα υπολείμματα παραγωγής ως τροφοδοσία στην παραγωγική διαδικασία.
Στον κλάδο του χάλυβα, οι Έλληνες κατασκευαστές εφαρμόζουν το κυκλικό μοντέλο επαναξιοποίησης πόρων, το οποίο εφαρμόζεται ευρέως στην ΕΕ.
Τέλος, στον κλάδο των λιπαντικών, η Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί ως υπόδειγμα βέλτιστης πρακτικής, επιτυγχάνοντας ποσοστό επαναδιύλισης έως 99,1% για συλλέξιμα απόβλητα πετρελαίου και έχοντας αναπτύξει οικολογικά καινοτόμες διαδικασίες για την επαναξιοποίησή τους.
Σχόλια