«Μαϊμού» προϊόντα & διαδικτυακή πειρατεία: Πόσοι αγοράζουν και πώς πλήττονται οι επιχειρήσεις
Ευρήματα με πολλά συμπεράσματα προκύπτουν από τελευταία έρευνα του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) σε σχέση με το φλέγον ζήτημα των προϊόντων παραποίησης - απομίμησης τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.
Ναι μεν αποτελεί κοινή παραδοχή πως τα «μαϊμού προϊόντα» στηρίζουν εγκληματικές οργανώσεις και καταστρέφουν τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας (80% πολιτών της Ε.Ε το πιστεύει), όμως ένα μεγάλο ποσοστό θα συνεχίσει (εις γνώσιν του ή χωρίς να το γνωρίζει) να αγοράζει τέτοια προϊόντα.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 1/3 των των Ευρωπαίων καταναλωτών θα θεωρήσει αποδεκτή μια αγορά ενός τέτοιου προϊόντος, όταν το γνήσιο έχει μια υπερβολικά υψηλή τιμή.
Μάλιστα το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 50% όταν μιλάμε για νεαρότερες ηλικίες.
Ποιοι αγοράζουν «μαϊμού» προϊόντα συνειδητά - υπάρχει ο φόβος της κακής ποιότητας
Είναι γεγονός πως το 13% των Ευρωπαίων αναφέρει ότι έχει αγοράσει σκοπίμως προϊόντα παραποίησης/απομίμησης τους τελευταίους 12 μήνες.
Το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 26% για τα άτομα ηλικίας 15 έως 24 ετών, ποσοστό διπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ μειώνεται στο 6% στην ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών και κάτω του 5% στα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω.
Σε επίπεδο χώρας, το ποσοστό των καταναλωτών που έχει αγοράσει σκοπίμως προϊόντα παραποίησης/απομίμησης κυμαίνεται από 24% στη Βουλγαρία έως 8% στη Φινλανδία. Εκτός από τη Βουλγαρία, η σκόπιμη αγορά προϊόντων παραποίησης/απομίμησης υπερβαίνει τον μέσο όρο της ΕΕ στην Ισπανία (20%), την Ιρλανδία (19%), το Λουξεμβούργο (19%) και τη Ρουμανία (18%).
Η μείωση της τιμής των γνήσιων προϊόντων παραμένει ο λόγος που αναφέρεται συχνότερα (43%) προκειμένου να διακοπεί η αγορά προϊόντων παραποίησης/απομίμησης.
Ο κίνδυνος της κακής εμπειρίας (προϊόντα κακής ποιότητας για το 27% των ατόμων, κίνδυνοι για την ασφάλεια για το 25% και ποινές για το 21%) αποτελεί επίσης βασικό παράγοντα που εμποδίζει τους καταναλωτές να αγοράζουν προϊόντα παραποίησης/απομίμησης.
Αβεβαιότητα μεταξύ των καταναλωτών
Η αβεβαιότητα όσον αφορά τη γνησιότητα παρουσιάζει επίσης αυξητική τάση. Σχεδόν 4 στους 10 Ευρωπαίους (39%) έχουν αναρωτηθεί αν έχουν αγοράσει κάποιο προϊόν παραποίησης/απομίμησης, ενώ οι μισοί νέοι (52%) δήλωσαν το ίδιο.
Οι ανισότητες μεταξύ των κρατών μελών είναι επίσης σημαντικές: ενώ περίπου το ένα τέταρτο των καταναλωτών στη Δανία και στις Κάτω Χώρες (26%) δεν ήταν βέβαιο κατά πόσον το προϊόν που αγόρασε ήταν γνήσιο, το αντίστοιχο ποσοστό αυξάνεται στο 72% στη Ρουμανία.
Οι Ευρωπαίοι δείχνουν επίσης αβεβαιότητα σχετικά με τη νομιμότητα των πηγών που χρησιμοποιούν για το διαδικτυακό περιεχόμενο, με το 41% να διερωτάται κατά πόσον μια πηγή στην οποία παρασχέθηκε πρόσβαση ήταν νόμιμη ή όχι.
Αξίζει να αναφερθεί πως το 55% των Ελλήνων καταναλωτών δεν ήταν βέβαιο αν ένα προϊόν ήταν γνήσιο ή όχι, ενώ το 15% αναφέρει ότι έχει αγοράσει σκοπίμως προϊόντα παραποίησης/απομίμησης.
Πλήγμα για τις ΜμΕ
Είναι αλήθεια πως το κόστος της διακίνησης παραποιημένων προϊόντων είναι υψηλό για τις ΜμΕ, μιας και οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας να αποτελούν σοβαρό τροχοπέδη για τη βιωσιμότητά τους.
Σε προηγούμενη μελέτη των ΟΟΣΑ - EUIPO, μια ΜμΕ της οποίας η διανοητική ιδιοκτησία έχει παραβιαστεί έχει 34% λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσει από μια ΜμΕ που δεν αντιμετώπισε αντίστοιχο πρόβλημα.
Αυξήθηκε η ανησυχία την περίοδο της πανδημίας
Άξιο αναφορά είναι το γεγονός πως την περίοδο της πανδημίας η ανησυχία για τα μαϊμού προϊόντα αυξήθηκε.
Η διάδοση παραποιημένων φαρμάκων, όπως αντιβιοτικών και αναλγητικών, και άλλων ιατρικών προϊόντων, όπως τα μέσα ατομικής προστασίας και οι μάσκες προσώπου, είχαν φέρει το φαινόμενο αυτό στο προσκήνιο, καθώς οι παραβάτες εκμεταλλεύονταν την αβεβαιότητα των ανθρώπων γύρω από εμβόλια και θεραπείες εκείνη την περίοδο.
Βέβαια, ως γνωστόν, τα μαϊμού προϊόντα αφορούν τα πάντα: από τα καλλυντικά και τα παιχνίδια, τους οίνους και τα ποτά, τα ηλεκτρονικά είδη, την ένδυση έως και τα φυτοφάρμακα.
Την ίδια ώρα, μπορεί να ενέχουν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών, ιδίως λόγω της έκθεσης σε επικίνδυνες χημικές ουσίες, αλλά και σε άλλους παράγοντες κινδύνου.
Το γνωστό «πειρατικό»
Μεγάλος είναι ο ντόρος που γίνεται και για το «πειρατικό» ψηφιακό περιεχόμενο το οποίο έχει απήχηση και στην ελληνική αγορά, ιδιαίτερα για τις αθλητικές εκδηλώσεις.
Δεν είναι άλλωστε λίγες οι αναφορές κορυφαίων στελεχών των τηλεπικοινωνιακών ομίλων στη χώρα για τα προβλήματα που δημιουργεί το φαινόμενο στην αγορά.
Σε γενικές γραμμές, σύμφωνα με την EUIPO, οι Ευρωπαίοι αντιτίθενται γενικά στη χρήση πειρατικού περιεχομένου: Το 80% δηλώνει ότι προτιμά να χρησιμοποιεί νόμιμες πηγές για την πρόσβαση σε διαδικτυακό περιεχόμενο, εάν είναι διαθέσιμη μια οικονομικά προσιτή επιλογή.
Πράγματι, σχεδόν 9 στα 10 άτομα γνωρίζουν τουλάχιστον μία νόμιμη επιλογή για την πρόσβαση σε περιεχόμενο στη χώρα τους και περισσότεροι από 4 στους 10 Ευρωπαίους (43%) έχουν πληρώσει για την πρόσβαση, την τηλεφόρτωση ή τη μετάδοση περιεχομένου που προστατεύεται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας από νόμιμη υπηρεσία κατά το προηγούμενο έτος.
Ωστόσο, μεγάλη πλειονότητα των ατόμων (65%) θεωρεί αποδεκτή την πειρατεία όταν το περιεχόμενο δεν είναι διαθέσιμο στη συνδρομητική τους υπηρεσία.
Επιπλέον, το 14% των Ευρωπαίων παραδέχεται ότι απέκτησε σκοπίμως πρόσβαση σε περιεχόμενο μέσω παράνομων πηγών κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Το ποσοστό αυξάνεται σε 1 στους 3 (33%) για τους νέους ηλικίας 15 έως 24 ετών. Αυτό ισχύει ιδίως στην περίπτωση της παρακολούθησης αθλητικών αγώνων, με τη χρήση παράνομων συσκευών ή εφαρμογών μετάδοσης συνεχούς ροής.
Το ποσοστό των ατόμων που έχουν πρόσβαση σε πειρατικό περιεχόμενο ποικίλλει επίσης ανά χώρα, καθώς κυμαίνεται από 9% στη Φινλανδία και τη Δανία έως 22% στη Μάλτα.
Η καλύτερη τιμή και η μεγαλύτερη ποικιλία περιεχομένου από νόμιμες πηγές είναι οι συνηθέστεροι λόγοι για την απομάκρυνση των καταναλωτών από πειρατικό περιεχόμενο.
Σημειώνεται πως το 18% των Ελλήνων παραδέχεται ότι έχει αποκτήσει πρόσβαση σε περιεχόμενο παράνομα, ιδίως για να παρακολουθήσει αθλητικούς αγώνες (20%).
Σύμφωνα με τα στοιχεία, τέλος, 4 στους 10 Ευρωπαίους έχουν πληρώσει για να αποκτήσουν πρόσβαση σε περιεχόμενο από νόμιμη πηγή το προηγούμενο έτος, ποσοστό της τάξης του 45% στην Ελλάδα.
Σχόλια