Στις αρχές της νέας χιλιετίας η έννοια της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης άρχιζε να κερδίζει έδαφος στα τμήματα δημοσίων σχέσεων μεγάλων εταιριών κάτω από το πρίσμα μιας φιλανθρωπικής ή φιλοπεριβαλλοντικής διάστασης στη λειτουργία τους.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή δράσεις που σχετίζονταν με το περιβάλλον, την κοινωνία, την εταιρική διακυβέρνηση, δεν συνδέονταν με επενδύσεις, ούτε αποτελούσαν κίνητρο για την ενίσχυση των πωλήσεων των παραγόμενων προϊόντων μιας επιχείρησης. Τέτοιες ενέργειες είχαν φορολογική απαλλαγή και με αυτή τη λογική υλοποιούνταν.
Όλα άρχισαν να αλλάζουν το 2012 όταν στο Rio De Janeiro τέθηκαν οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Η μείωση παραγόντων που επιβάρυναν το περιβάλλον και συνδέονταν με την παραγωγική διαδικασία, ήταν πλέον επιτακτική και αναγκαία. Ο κόσμος έπρεπε να αλλάξει και έπρεπε να αλλάξει άμεσα.
Η υπερκατανάλωση του δυτικού κόσμου, το γεγονός ότι οι πρώτες ύλες δεν είναι ανεξάντλητες, καθώς και η παγκοσμιοποίηση στην παραγωγή είχαν οδηγήσει σε ένα τέλμα, ανοίγοντας όμως και νέες ευκαιρίες. Έννοιες όπως η κυκλική οικονομία, η λελογισμένη χρήση των πόρων άρχισαν να μπαίνουν στις συζητήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Έτσι τέθηκαν οι βάσεις για την κλιματική ουδετερότητα στην ήπειρό μας μέχρι το 2050 μέσα από το Green New Deal, γεγονός που επηρεάζει και τον επιχειρηματικό κόσμο.
Κλιματική ουδετερότητα. Ευκαιρία ή επιβάρυνση;
Οι εταιρείες είναι κερδοσκοπικοί οργανισμοί. Πως μπορούν να ενσωματώσουν τις έννοιες του ESG, δηλαδή «περιβάλλον», «κοινωνία» και ορθή «εταιρική διακυβέρνηση», στην καθημερινή τους λειτουργία; Αντέχουν οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) να ενσωματώσουν διαστάσεις που σχετίζονται με τους παραπάνω όρους, που θα τους επιφέρουν μακροπρόθεσμα αξία, αλλά όχι άμεσο κέρδος;
Όπως μας αναφέρει η κα Μαρία Αλεξίου, Πρόεδρος ΔΣ, CSR HELLAS, Αντιπρόεδρος ΔΣ, CSR Europe και Μέλος της Ομάδας Εργασίας για τα ευρωπαϊκά πρότυπα στις ΜμΕ του Οργανισμού EFRAG, «Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν σήμερα για τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων τόσο σε επίπεδο οικονομίας όσο και απασχόλησης με εντυπωσιακό αντίκτυπο: περίπου το 99% όλων των επιχειρήσεων, απασχολούν σήμερα περισσότερο από το 65% των εργαζομένων στην Ε.Ε. και παράγουν μεταξύ 50% και 60% της προστιθέμενης αξίας απασχολούν σήμερα περισσότερο από το 65% των εργαζομένων στην Ε.Ε.».
»Για την Ελλάδα, οι ΜμΕ αποτελούν αναμφισβήτητα τον βασικό κορμό της επιχειρηματικότητας και την κινητήριο δύναμη για τους βασικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως για παράδειγμα τον τουρισμό, την αγροτική παραγωγή, τις μεταφορές, τις κατασκευές, κλπ. Παρόλο που η αξία που προσθέτουν οι ΜμΕ στην οικονομία και στο εγχώριο ΑΕΠ δεν αμφισβητείται, παραμένουν στο περιθώριο σε ό,τι αφορά την εθνική στρατηγική για τη μετάβαση και τη χρηματοδότηση της προσαρμογής τους στο νέο και βιώσιμο οικονομικό μοντέλο. Η αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων και κατά συνέπεια της ικανότητάς τους να χρηματοδοτούνται για τη μελλοντική τους ανάπτυξη στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης είναι αναπόφευκτο να δημιουργήσει πρόσθετα και δυσανάλογα βάρη για τις ΜμΕ, εάν δεν υπάρξει μία εθνική στρατηγική ενσωμάτωσης και υποστήριξής τους στη διαδικασία μετάβασης και αλλαγής που απαιτείται».
Η σημασία της εθνικής στρατηγικής για την πράσινη μετάβαση των ΜμΕ
Το να λειτουργεί μια ΜμΕ τηρώντας δείκτες ESG σημαίνει αλλαγή. Όχι μόνο στον τρόπο με τον οποίο επιχειρούσε μέχρι σήμερα, αλλά κυρίως, στο κόστος λειτουργίας της. Στο μέλλον αν μια μικρομεσαία επιχείρηση προμηθεύει μια μεγάλη εταιρεία ή μια εισηγμένη με τα προϊόντα της, τότε θα πρέπει να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις των δεικτών βιώσιμης ανάπτυξης. Το ίδιο θα ισχύει αν κάποια στιγμή χρειαστεί δανεισμό.
Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες έχουν δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για προγράμματα που προέρχονται από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τα οποία θα στηρίξουν με χαμηλότοκες χρηματοδοτήσεις τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα προκειμένου αυτή να «πρασινίσει». Πρόκειται για χρηματοδοτήσεις επενδυτικού σκοπού σε ΜμΕ που υλοποιούν έργα ενεργειακής αναβάθμισης, ανάπτυξης «πράσινων» παροχών, ανάπτυξης δικτύων φόρτισης αυτοκινήτων τεχνολογίας χαμηλών ρύπων (ηλεκτροκίνητων ή υδρογόνου) καθώς και επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με απώτερο στόχο την μείωση των εκπομπών και την προστασία του περιβάλλοντος.
Όλα αυτά κάνουν την εθνική στρατηγική για την πράσινη μετάβαση των ΜμΕ αναγκαία. Όπως μας σημειώνει η κα Μαρία Αλεξίου, ήδη υπάρχει πρόταση για υιοθέτηση εθνικής στρατηγικής που προσβλέπει στην προώθηση καινοτόμων λύσεων προκειμένου οι ΜμΕ επιχειρήσεις να μπορέσουν να σχεδιάσουν την δική τους πορεία και δράση για την μετάβαση. «Είναι δε σαφές ότι και η Ε.Ε. ενισχύει την προσέγγιση αυτή, δεδομένου ότι από το Νοέμβριο του 2022, ανέλαβε τη δέσμευση να υιοθετήσει και εθελοντικά πρότυπα, αναλογικά για τις ανάγκες και το μέγεθος των ΜμΕ, αναθέτοντας σε ειδική ομάδα εργασίας εμπειρογνωμόνων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατάρτισης λογιστικών προτύπων (EFRAG), την ανάπτυξη σχετικής πρότασης έως το τέλος του 2023 και στόχο να εφαρμοσθεί σε συνδυασμό με το Ευρωπαϊκό Πρότυπο Απολογισμού Εταιρικής Βιωσιμότητας για τις εισηγμένες στα Χρηματιστήρια ΜμΕ».
»Η λύση αυτή κρίνεται και από τους φορείς εκπροσώπησης των Ευρωπαϊκών ΜμΕ ως η πλέον ενδεδειγμένη προκειμένου να μειωθεί το βάρος που θα υποχρεωθούν οι επιχειρήσεις αυτές να αναλάβουν εφόσον δεν τηρηθεί ο βασικός κανόνας της αναλογικότητας της επίδρασης και του κινδύνου για κάθε επιχείρηση ανάλογα με το μέγεθος, την φύση των δραστηριοτήτων της και τη σχέση της με τον αρνητικό αντίκτυπο στο περιβάλλον, στην κοινωνία και στην διακυβέρνηση».
Μήπως ήρθε η στιγμή και για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις να κάνουν το επόμενο βήμα στην πράσινη μετάβασή τους; Σίγουρα οι νέοι επιχειρηματίες κατανοούν περισσότερο τη συγκεκριμένη ανάγκη. Μένει να δούμε πόσο εύκολα ή δύσκολα θα προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα.
Σχόλια