διαΝΕΟσις: H στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα και στην Ευρώπη
Πώς φτάσαμε να έχουμε την πιο ακριβή, συγκριτικά με το εισόδημα, στέγαση στην Ευρώπη; Ποια είναι η στεγαστική πολιτική που ακολούθησε η Ελλάδα μέχρι σήμερα, πώς διαφοροποιήθηκε με την πάροδο των ετών, και ποιες θα μπορούσαν να είναι οι πιθανές λύσεις;
Τα τελευταία χρόνια το σχετικό κόστος στέγασης στην Ελλάδα έχει εκτοξευτεί. Σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%, αναφέρει σε νέα μελέτη της η διαΝΕΟσις.
Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά που ζουν στις πόλεις πληρώνουν ακόμη πιο πολλά, περισσότερο από 40% του εισοδήματός τους για στέγαση -επίσης το πιο μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη. 3 στους 4 ενοικιαστές ηλικίας 18 έως 44 ετών δηλώνουν ότι το ενοίκιο που πληρώνουν τους προκαλεί άγχος. Οι εμπειρικές καταγραφές της αναζήτησης σπιτιού στην Αθήνα, συνήθως γραμμένες σε απελπισμένο τόνο, συμπληρώνουν την ίδια εικόνα.
Πώς φτάσαμε όμως να έχουμε την πιο ακριβή, συγκριτικά με το εισόδημα, στέγαση στην Ευρώπη; Μια εξήγηση είναι η μεγάλη μείωση των εισοδημάτων. Από το 2009 μέχρι το 2014 οι Έλληνες έχασαν περισσότερο από 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Την ίδια περίοδο, οι τουρίστες στις πόλεις και στα νησιά αυξάνονταν. Οι ιδιοκτήτες βρήκαν νέες επιλογές εκμετάλλευσης των ακινήτων τους, όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, οι οποίες επηρέασαν με τη σειρά τους τις τιμές και τα ενοίκια.
Όμως, πριν ακόμη συμβούν τα παραπάνω, η Ελλάδα ήταν ήδη μια χώρα χωρίς σπουδαία στεγαστική πολιτική. Μέσα στην καταιγίδα της κρίσης διαλύθηκε ό,τι υπήρχε: το 2012 ο ΟΕΚ, ο κρατικός φορέας που έτρεχε τα πιο μαζικά προγράμματα στέγασης στη χώρα, καταργήθηκε χωρίς να αντικατασταθεί.
Τα τελευταία χρόνια το σχετικό κόστος στέγασης στην Ελλάδα έχει εκτοξευτεί, αναφέρεται στην έρευνα, με την επισήμανση ότι σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%. Περίπου 1 στα 3 νοικοκυριά που ζουν στις πόλεις πληρώνουν ακόμη πιο πολλά, περισσότερο από 40% του εισοδήματός τους για στέγαση, επίσης το πιο μεγάλο ποσοστό στην Ευρώπη. Παράλληλα οι 3 στους 4 ενοικιαστές ηλικίας 18 έως 44 ετών δηλώνουν ότι το ενοίκιο που πληρώνουν τους προκαλεί άγχος. Σύμφωνα με την έρευνα και τις πηγές της, οι εμπειρικές καταγραφές της αναζήτησης σπιτιού στην Αθήνα, συνήθως γραμμένες σε απελπισμένο τόνο, συμπληρώνουν την ίδια εικόνα.
Αναφορικά με την πορεία των τιμών αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η αύξηση του δείκτη τιμών διαμερισμάτων για το 2021, σε σχέση με το 2020 ήταν 7,5% ενώ 10% είναι η αύξηση του δείκτη τιμών διαμερισμάτων για το 2022, σε σχέση με το 2021, την στιγμή που υπάρχουν 770.000 κενές κατοικίες σε όλη την Ελλάδα.
Στην έρευνα δίνεται έμφαση και στο γεγονός ότι ο διάλογος για τη στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έχει ανοίξει ξανά. «Η εμπειρία του παρελθόντος αλλά και η εμπειρία των άλλων χωρών έχουν φυσικά πολύτιμα μαθήματα να δώσουν. Πώς μπορεί να δημιουργηθεί από το μηδέν ένα νέο μοντέλο στεγαστικής πολιτικής που θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο και βιώσιμο, ώστε να μην εξαρτάται από τη διάθεση αναπτυξιακών πόρων ή από τον δημοσιονομικό χώρο κάθε χρονιάς; Πώς θα ενσωματώσει τις νέες προκλήσεις που έφεραν πιο σύγχρονοι τρόποι εκμετάλλευσης των ακινήτων; Πώς θα αμβλύνει τελικά τις ανισότητες πριν “ξεφύγουν”, χωρίς να ανακόψει την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων; Οι ερωτήσεις αυτές θα μας απασχολούν συχνά στο άμεσο μέλλον», εκτιμά η έρευνα της διαΝΕΟσις.
Οι πιθανές λύσεις στην Ελλάδα
Η κρίση φαίνεται ότι είναι αρκετά βαθιά και ότι δεν θα λυθεί εύκολα. Υπάρχουν όμως λύσεις; Υπάρχουν μέτρα που μπορούν να κάνουν κάποια διαφορά; Με το τέλος του ΟΕΚ το 2012, και με την κατάργηση των εισφορών που τον συντηρούσαν, η στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έπεσε στο κενό. Η απουσία της είναι πιθανό να συνέβαλε στη σημερινή δύσκολη κατάσταση. Πώς μπορεί όμως να μοιάζει μια σύγχρονη στεγαστική πολιτική; Πού χρειάζεται να έχουν το βλέμμα τους όσοι θα τη σχεδιάσουν;
Οι πιθανές λύσεις, σύμφωνα με την έρευνα, κινούνται σε 4 άξονες:
- Επανεκκίνηση της στεγαστικής πολιτικής με βιώσιμο τρόπο.
- Αξιοποίηση των κενών κτηρίων, όπου είναι δυνατόν.
- Περαιτέρω ρύθμιση των πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης.
- Αλλαγές στη “χρυσή βίζα”.
Ο διάλογος για τη στεγαστική πολιτική στην Ελλάδα έχει ανοίξει ξανά. Η εμπειρία του παρελθόντος αλλά και η εμπειρία των άλλων χωρών έχουν φυσικά πολύτιμα μαθήματα να δώσουν. Πώς μπορεί να δημιουργηθεί από το μηδέν ένα νέο μοντέλο στεγαστικής πολιτικής που θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο και βιώσιμο, ώστε να μην εξαρτάται από τη διάθεση αναπτυξιακών πόρων ή από τον δημοσιονομικό χώρο κάθε χρονιάς; Πώς θα ενσωματώσει τις νέες προκλήσεις που έφεραν πιο σύγχρονοι τρόποι εκμετάλλευσης των ακινήτων; Πώς θα αμβλύνει τελικά τις ανισότητες πριν "ξεφύγουν", χωρίς να ανακόψει την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων; Οι ερωτήσεις αυτές θα μας απασχολούν συχνά στο άμεσο μέλλον.
Τι γίνεται στην Ευρώπη
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ευρωπαϊκά παραδείγματα που παρουσιάζονται στην έρευνα. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις πηγές της δημοσιογραφικής έρευνας 1 στις 5 κατοικίες στην Αυστρία είναι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες. Η Αυστρία είναι μία από τις μόλις έξι χώρες του ΟΟΣΑ όπου, από το 2010 μέχρι το 2018, το ποσοστό τέτοιων κατοικιών αναλογικά με το σύνολο αυξήθηκε. Αξίζει να σημειωθεί ότι 80% το ποσοστό των νοικοκυριών της Αυστρίας που δικαιούνται πρόσβαση σε ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες.
Την ίδια στιγμή το 14% του συνόλου των κατοικιών στη Γαλλία είναι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες, με 5 εκατομμύρια κοινωνικές κατοικίες να λειτουργούν στη χώρα από τις οποίες τα 2 εκατομμύρια προστέθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια, όταν 0,45% είναι το ποσοστό των μισθών σε επιχειρήσεις ενός μεγέθους και πάνω που χρηματοδοτεί την ενοικιαζόμενη κοινωνική κατοικία. Η Γαλλία είναι κι αυτή μια χώρα με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο σύστημα ενοικιαζόμενων κοινωνικών κατοικιών: περίπου 14% του συνόλου των κατοικιών στη χώρα λειτουργούν με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, η χρηματοδότηση του συστήματος διαφέρει από την αντίστοιχη της Αυστρίας. Πρόκειται επίσης για ένα σύστημα νεότερο από αυτό της Αυστρίας. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανοικοδόμηση μετά τον πόλεμο, οι Γάλλοι μετακινήθηκαν μαζικά από την περιφέρεια προς τις πόλεις, δημιουργώντας έτσι νέες ανάγκες στέγασης. Για να ικανοποιηθούν οι νέες ανάγκες, τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 οι αρχές κατασκεύασαν τεράστια συγκροτήματα κοινωνικών κατοικιών με εκατοντάδες διαμερίσματα το καθένα στα προάστια των γαλλικών πόλεων.
Στην Ισπανία 20.000 ενεργειακά αποδοτικές κοινωνικές κατοικίες θα ανακαινιστούν και θα διατεθούν, χρηματοδοτημένες από το Ταμείο Ανάκαμψης. Πρόκειται για ακίνητα της Sareb, της κρατικής τράπεζας (“bad bank”) στην οποία κατέληξαν χιλιάδες ακίνητα που εκπλειστηριάστηκαν την προηγούμενη δεκαετία. Η Ισπανία, όπως και η Ελλάδα, με τα μέτρα που θέσπισε διαχρονικά, ενθάρρυνε τους ανθρώπους να αποκτήσουν ή να χτίσουν σπίτι, και όχι να νοικιάσουν. Αφού οι Ισπανοί ήθελαν να γίνουν ιδιοκτήτες, οι κυβερνήσεις τούς βοηθούσαν. Η στεγαστική πολιτική του κράτους ήταν κι αυτή προσανατολισμένη στην ιδιοκτησία. Το κράτος κυρίως επιδοτούσε δάνεια και έχτιζε σπίτια τα οποία αργότερα παραχωρούσε σε δικαιούχους. Σήμερα, τρεις στους τέσσερις Ισπανούς έχουν ιδιόκτητο σπίτι, ποσοστό επίσης αντίστοιχο με το ελληνικό (73%) και αρκετά υψηλότερο από της Αυστρίας (54%) και της Γαλλίας (65%). Αντίστοιχα, οι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες είναι σχετικά ανύπαρκτες (λιγότερο από 2% του συνόλου των κατοικιών).
Όπως δείχνουν οι ιστορίες άλλων χωρών, πολλά από τα προβλήματα είναι κοινά, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Η συγκέντρωση επενδυτικού ενδιαφέροντος σε ακίνητα στα κέντρα των πόλεων, μια δεκαετία μείωσης, στασιμότητας ή αναιμικών αυξήσεων στα εισοδήματα μετά την παγκόσμια κρίση του 2008 και η είσοδος νέων επιλογών εκμετάλλευσης των ακινήτων από τους ιδιοκτήτες τους, όπως το Airbnb, έφεραν νέα προβλήματα παντού. Ταυτόχρονα, δημιουργούνται ολοένα και πιο επιτακτικές ανάγκες ανακαινίσεων και ενεργειακής αναβάθμισης. Στην Ελλάδα, φαίνεται ότι οι ίδιες προκλήσεις είναι πιο έντονες από οπουδήποτε στην Ευρώπη.
Διαβάστε περισσότερα στο dianeosis.org.
Σχόλια