Συνέντευξη του Προέδρου της ΠΟΒΑΚΟ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων, Κοσμηματοπωλών, Ωρολογοπωλών), Πέτρου Καλπακίδη
Από τότε, που το επάγγελμα του Αργυροχρυσοχόου ήταν μια «κάστα» που πολύ συχνά φιλοξενούνταν στο εσωτερικό των αρχαίων παλατιών, έχουν περάσει χιλιετίες.
Λέγεται ότι ο άνθρωπος φόρεσε κοσμήματα, φτιαγμένα από κοχύλια, πέτρες, κόκαλα, νύχια άγριων ζώων, ξύλα, πριν χτίσει το σπίτι του, ή καλλιεργήσει τη γη. Το αρχαιότερο κόσμημα τοποθετείται 80.000 ή 120.000 χρόνια πριν. Φορώντας ένα κόσμημα, κατά κάποιο τρόπο, ο άνθρωπος έδειχνε ότι είχε επίγνωση της διαφοράς του από τα άλλα όντα, ότι είχε συνείδηση της ύπαρξής του. Το κόσμημα ήταν το φυλαχτό του, το διακριτικό του, δείγμα καταξίωσης’ (Καθημερινή 03.12.19).
Στους αιώνες που ακολούθησαν η Αργυροχρυσοχοΐα συνέχισε να είναι ένας σημαντικός παράγοντας της Οικονομίας και του Πολιτισμού κάθε χώρας, ενώ στη σύγχρονη εποχή αναδείχθηκε ιδιαίτερα η ταυτότητα του και ως έργο Τέχνης.
Το ελληνικό Κόσμημα, σήμερα, και παρά τις πολυετείς Κρίσεις, Μνημόνια και σοβαρά προβλήματα επιβίωσης των επαγγελματιών του Κλάδου, καταφέρνει να κρατά μια παράδοση, βοηθούμενο και από τον Τουρισμό, ενώ, παράλληλα, η νέα γενιά των ελλήνων δημιουργών Κοσμημάτων ανοίγεται όλο και περισσότερο στις αγορές του εξωτερικού, επεκτείνοντας την έννοια του Κοσμήματος ως εικαστικού ή και γλυπτού δημιουργήματος. Αυτή η νέα πνοή έφερε φήμη και επιτυχία σε πολλούς καινοτόμους δημιουργούς, χωρίς όμως να επεκταθεί ενεργά στην κλασσική Αργυροχρυσοχοΐα και στα Εργαστήρια - που φαίνεται να αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης.
- Ποια είναι όμως σήμερα η οικονομική και εργασιακή κατάσταση του Κλάδου, δεδομένης της Ενεργειακής και οικονομικής Κρίσης που διανύουμε εδώ και ένα χρόνο, της τριετίας του Κορονοϊού και, προηγουμένως, της δεκαετίας των Μνημονίων; Η απάντηση του πλέον αρμόδιου για τα παραπάνω, του Προέδρου της Πανελλήνια Ομοσπονδία Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων, Κοσμηματοπωλών, Ωρολογοπωλών (ΠΟΒΑΚΩ) Πέτρου Καλπακίδη, είναι κάθετη και σκληρή και καθρεφτίζει τις απόψεις της πλειονότητας των Επιχειρηματιών του Κλάδου:
‘Η ελληνική οικονομία έχει δεχθεί πολλαπλά χτυπήματα, που συγκυριακά ανέστειλαν την ανάπτυξη δεκάδων Κλάδων. Από το ντόμινο αυτό, δυστυχώς, δεν γλίτωσε ο κλάδος της Αργυροχρυσοχοΐας. Έμποροι, Τεχνίτες, ειδικοί επί των μετάλλων και των λίθων, αλλά και σειρά άλλων ειδικοτήτων, είδαν τα όνειρά τους να χάνονται και τους τζίρους τους να «παγώνουν». Τα Δημοσιονομικά προβλήματα κατέληξαν στα Μνημόνια. Πανδημία και Ρώσο-Ουκρανικός πόλεμος αποτέλεσαν διαδοχικά και νέα ισχυρά ραπίσματα, πού τσάκισαν, γενικότερα, την επιχειρηματικότητα της χώρας. Οι αυξήσεις λύγισαν δεκάδες επιχειρηματίες και δημιουργούς. Κάποιοι εγκατέλειψαν το αντικείμενο, ενώ άλλοι προσπαθούν, ακόμα να σταθούν στα πόδια τους. Ωστόσο, η Αγορά επιζητά πάντοτε τρόπους επιβίωσης και το επιτυγχάνει επιστρατεύοντας τη σοφία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το αγοραστικό κοινό απαιτεί, δε, την ευελιξία μας και την ευρηματικότητά μας.
‘Το Κόσμημα και το Ρολόι παραμένουν, εκτός από είδη πολυτελείας, κυρίως αντικείμενα άρρηκτα συνδεδεμένα με τις πιο σημαντικές στιγμές του ανθρώπου. Αν και ρομαντική προσέγγιση, έναντι της κυνικής και αδιαμφισβήτητης πραγματικότητας, το συναίσθημα οδηγεί τον πελάτη. Έτσι, σε συνδυασμό με την προσπάθεια επίλυσης των οικονομικών μας προβλημάτων και εμποδίων, στον πυρήνα, παραμένουμε Κλάδος συνταυτισμένος με τη λάμψη και την πολυτέλεια. Παρ’ όλα αυτά, ένας μεγάλος αριθμός των πελατών μας προέρχονται, πλέον, από όλες τις οικονομικές και κοινωνικές τάξεις.
- Πώς θα συνοψίζατε τα βασικά αιτήματα του Κλάδου προς την Πολιτεία για τη στήριξη των Αργυροχρυσοχόων και πώς αντιμετωπίζονται αυτά από την ΠΟΒΑΚΩ;
‘Κύριο πρόβλημα, όπως τεκμαίρεται από τις βασικές θέσεις της Ομοσπονδίας, είναι η κατάργηση του Φόρου Πολυτελείας για κοσμήματα άνω των 1.000 ευρώ, αίτημα πάγιο και διαχρονικό, που ο Κλάδος ζητά να αντιμετωπιστεί με περισσότερο ενδιαφέρον από την Πολιτεία, δεδομένου ότι ο Φόρος αυτός απειλεί, ουσιαστικά, να μετατρέψει το Κόσμημα σε λιγότερο ανταγωνιστικό και περισσότερο ‘απλησίαστο’ προϊόν.
-‘Εξ’ ίσου έντονα, όμως, απασχολούν την ΠΟΒΑΚΩ οι οικονομικές δυσκολίες των επαγγελματιών του χώρου:
‘Ο ρόλος του Προέδρου της Ομοσπονδίας δεν ενδύεται την εκάστοτε ματαιοδοξία εκείνου που φέρει τον τίτλο. Είναι το σύνολο των απαιτήσεων και του άγρυπνου ενδιαφέροντος να μην υπάρχει μέρα χαμένη, κατά την οποία οι επαγγελματίες να νιώθουν ξεκρέμαστοι ή και ανυπεράσπιστοι. Κατά συνέπεια, βασική προτεραιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου είναι η συμπαράσταση απέναντι σε κάθε εμπόδιο.
‘Στην πράξη η ΠΟΒΑΚΩ είναι ένας δυναμικός φορέας, που δεν εκπροσωπεί μία μικρή και γυαλιστερή ελίτ, αλλά ένα απαιτητικό σύνολο επαγγελματιών, σοβαρά καταρτισμένων, αλλά και ανθρώπων που νοιάζονται για την ανάπτυξη του επαγγέλματός μας.
- Ένα βασικό ερώτημα, επιπλέον, είναι ποια είναι η θέση των εισαγόμενων κοσμημάτων σε σχέση με τα εγχωρίως παραγόμενα και ποια η αξιολόγηση και η εμπορικότητα του ελληνικού κοσμήματος στο εξωτερικό.
Το ελληνικό κόσμημα, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το εισαγόμενο.
‘Μου δίνετε μία ουσιαστική ευκαιρία να εκφράσω κάτι που διαμηνύουμε πάντα και σε όλους τους τόνους για την ελληνική Αργυροχρυσοχοΐα, επισημαίνει ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας. Το ελληνικό κόσμημα, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το εισαγόμενο. Η ιστορία του, συνολικά 6.000 και πλέον ετών, το καθιστά αυταπόδεικτο μέρος του ελληνικού Πολιτισμού και αναδεικνύεται σε παγκόσμιο επίπεδο.
‘Θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι το εισαγόμενο κόσμημα συχνά προβάλλεται ως πιο ‘επώνυμο’, κάτι το οποίο δεν πρέπει να αφήνουμε να συμβαίνει. Οι αρμόδιοι χρειάζεται να είναι περισσότερο ενημερωμένοι για ένα αναμφισβήτητο γεγονός: ότι ένας λαμπρός φορέας πολιτισμού και ιστορίας δεν μπορεί να επισκιάζεται εξαιτίας ενός ψυχαναγκασμού και κομπλεξισμού, να βλέπουμε με δέος οτιδήποτε ξένο, παραγκωνίζοντας την ταυτότητά μας.
‘Από την άλλη, η θέση του ελληνικού κοσμήματος στο εξωτερικό δεν είναι άλλη από εκείνη που αποκτούν οι Έλληνες οι οποίοι διαπρέπουν εκτός συνόρων. Το ‘braindrain’ έπληξε πολλούς Κλάδους, ανάμεσά τους και το Κόσμημα, το οποίο, αν και επικρατεί ως αντικείμενο Εμπορίου, δεν παύει και στο εξωτερικό να αποτελεί διαπρεπές κεφάλαιο Πολιτισμικού πλούτου.
- Με αφορμή ακριβώς την πολιτιστική προσφορά του Κλάδου, θα ήταν ενδιαφέρον, να ανατρέχαμε ιστορικά στις δεκαετίες του 1990 και 2000, όσον αφορά τις επιδόσεις της ελληνικής Αργυροχρυσοχοΐας - σε σχέση με σήμερα - και, ίσως, να επιχειρούσαμε και μια μικρή αναδρομή στην πορεία του Κοσμήματος στην πόλη της Θεσσαλονίκης, και στο περίφημο σταυροδρόμι Βενιζέλου – Εγνατίας.
‘Η οικονομική ευρωστία, περισσότερο της δεκαετίας του ’90 και λιγότερο του ’00, ξεχωρίζει. Και αυτό γιατί οι συγκεκριμένες περίοδοι ταυτίστηκαν με τη δυναμική που είχαν οι κάθε είδους συναλλαγές, η αγοραστική δυνατότητα του κοινού κλπ. Ηταν τα λεγόμενα ‘καλά χρόνια’. Δεν αργήσαμε, φυσικά, να προσγειωθούμε σε μία πραγματικότητα λιγότερο λαμπερή, συνέπεια, κυρίως, πολιτικών επιλογών.
‘Όσον αφορά τη Θεσσαλονίκη, συνηθίζεται με οδηγό τον ανταγωνισμό, τον έναν να τον ακολουθούν οι δεκάδες. Η εμπορική αρτηρία της πόλης μετακινήθηκε, βεβαίως, στο πέρασμα των δεκαετιών από το άλλοτε εμπορικό σταυροδρόμι Εγνατίας και Βενιζέλου, στη σημερινή καρδιά της πόλης της Θεσσαλονίκης, τις οδούς Τσιμισκή και Μητροπόλεως. Η λειτουργία, όμως, του ΜΕΤΡΟ που διασχίζει την οδό Εγνατία δεν αποκλείεται να φέρει εκ νέου αλλαγές στο θέμα αυτό.
‘Με την ευκαιρία θα μου επιτρέψετε να σταθώ σε ένα πολύ σύγχρονο ζήτημα, που είναι τα αρχαία ευρήματα της οδού Βενιζέλου, τα οποία έφεραν στο φως οι εργασίες για το Μετρό Θεσσαλονίκης. Κάτω από την επιφάνεια της γης, στο σημείο όπου χτυπά ο παλμός της παλιάς αγοράς της πόλης, εντοπίστηκαν τα ερείπια Βυζαντινών Αργυροχρυσοχοείων. Η συγκίνηση των επαγγελματιών του Κλάδου δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια. Η ιστορία μαγνητίζει το ενδιαφέρον μας, κυρίως για όσα αντικρίζουν οι αρχαιολόγοι.
‘Ας μη θεωρηθεί, λοιπόν, γραφικό ή και ματαιόδοξο, αλλά οι Αργυροχρυσοχόοι μας έχουν εκφράσει την επιθυμία, όταν με το καλό ολοκληρωθεί το σπουδαίο συγκοινωνιακό έργο του Μετρό, να δοθεί στον Σταθμό της οδού Βενιζέλου μία ονομασία σχετική με το Κόσμημα, που να υπενθυμίζει σε κάθε σύγχρονο πολίτη και περαστικό το βαθύ μας παρελθόν.
Ποιος είναι ο Πέτρος Καλπακίδης
Η επαγγελματική δραστηριότητα του Πέτρου Καλπακίδη ξεκινά το 1986 ως μέλος της ομώνυμης Εταιρείας, που δραστηριοποιείται στο χώρο της ελληνικής Αργυροχρυσοχοΐας. Ο οίκος Καλπακίδη ιδρύθηκε το 1950 στη Θεσσαλονίκη. Με μια αξιόλογη πορεία μέσα σε αυτές τις επτά και πλέον δεκαετίες, ως τρίτη γένια πλέον, ο κ. Καλπακίδης κατάφερε να καθιερωθεί ως ένα από τα πιο σημαντικά ονόματα στο χώρο του ελληνικού Κοσμήματος. Παράλληλα, επιδιώκοντας την ολοκλήρωση της παραγωγικής αλυσίδας, δημιούργησε Εργαστήριο κατασκευής πολύτιμων αντικειμένων, αναπτύσσοντας σχεδιαστική φιλοσοφία εμπνευσμένη από τον ελληνικό Πολιτισμό. Η επιχείρηση εδρεύει στο κέντρο της πόλης, ενώ στο πλαίσιο στοχευμένων επιχειρηματικών προσπαθειών ιδρύθηκαν υποκαταστήματα σε κομβικά τουριστικά σημεία της Χαλκιδικής.
Επιπλέον, στην προσπάθεια του να αναδείξει την τέχνη του Κοσμήματος ως μέρος της πολιτισμικής ιστορίας της χώρας μας, ο Πέτρος Καλπακίδης από τη θέση του Προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Αργυροχρυσοχόων, Κοσμηματοπωλών, Ωρολογοπωλών και του Προέδρου του Συλλόγου Κοσμηματοπωλών, Ωρολογοπωλών Θεσσαλονίκης συμβάλλει, εδώ και χρόνια, στην ανάδειξη του ελληνικού Κοσμήματος, με στόχο τη βελτίωση της τοπικής και εθνικής οικονομίας.
Σχόλια