Εν μέσω της χειρότερης πολιτικής κρίσης στην ιστορία της, η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου πραγματοποιεί ελεύθερη πτώση στο κενό αναπολώντας τις στιγμές που φούσκωνε το στήθος με υπερηφάνεια αποχωρώντας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το αν έπραξε ορθά, θα το δείξει η ιστορία. Η μήπως το δείχνει ήδη;
Ήταν η 31η Ιανουαρίου όταν το Ηνωμένο Βασίλειο περνούσε την τελευταία του μέρα σαν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Boris Johnson είχε πείσει τους άγγλους ψηφοφόρους πως μία αυτοκρατορία του μεγέθους της Αγγλίας δεν είχε ανάγκη από την Ευρωπαική Ένωση, οδηγώντας τους σε ένα μέλλον γεμάτο υποσχέσεις και ευημερία.
Σχεδόν τρία χρόνια μετά, η οικονομία της Μεγάλης Βρετανίας περνάει την χειρότερή της κρίση: O πληθωρισμός έφτασε πρώτη φορά σε διψήφιο αριθμό, ενώ η Τράπεζα της Αγγλίας δήλωσε πως η οικονομία της έχει ήδη μπει στο στάδιο της ύφεσης. Οι λανθασμένοι χειρισμοί των τελευταίων πρωθυπουργών έχουν δημιουργήσει ένα αρνητικό κλίμα μεταξύ των επενδυτών που φαίνεται να απομακρύνονται προς στιγμήν από την Μεγάλη Βρετανία, δένοντας πραγματικά τα χέρια του νεοεκλεχθέντα πρωθυπουργού Σούνακ.
Σχεδόν τρία χρόνια από την έξοδο από την Ευρωπαική Ένωση και θα ήταν σχεδόν αδύνατο να βγάλει κανείς απτά συμπεράσματα σχετικά με τα οφέλη ή μη του Brexit: COVID-19, Πόλεμος στην Ουκρανία, πολιτική αστάθεια έχουν κρύψει τα αποτελέσματα αυτής της αποχώρησης. Ή μήπως όχι;
Εν αρχή είναι ο Κορωνoϊός
Για να δούμε την πορεία της βρετανικής οικονομίας ανεξαρτήτως πανδημίας, θα ξεκινήσουμε από την κατάσταση της οικονομίας της χώρας αμέσως μετά το referendum της 23ης Ιουνίου 2016. Η νίκη του Brexit και του Boris Johnson, αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από τον υπόλοιπο πλανήτη. Αποτέλεσμα αυτού, η άμεση απομάκρυνση επενδύσεων από τη Μ. Βρετανία, με την πτώση της λίρας επί του δολαρίου να ανέρχεται στο 8% σε μία μόλις μέρα. Μελέτες έδειξαν πως η επιβάρυνση του βρετανικού νοικοκυριού στον πρώτο χρόνο μετά το referendum ανήλθε στις 870 λίρες!
H συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή, με τις διαβουλεύσεις για την συμφωνία εξόδου να είναι αρκετά δύσκολες μια και Αγγλία και Ευρωπαϊκή ένωση δεν μπορούσαν να έρθουν σε συμφωνία για τα σύνορα, τις εξαγωγές, κ.λπ.
H Έξοδος
Η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση συνέπεσε με την αρχή του COVID-19. Η διαχείριση της πανδημίας, ειδικά στο θέμα των εμβολίων, βοήθησε την εγχώρια οικονομία να ανοίξει τα σύνορά της πιο γρήγορα από τα υπόλοιπα κράτη, και αυτό θα πρέπει να πιστωθεί στο Brexit, μια και η ανεξαρτησία βοήθησε την Μεγάλη Βρετανία να είναι πιο ευέλικτη στις αποφάσεις που πήρε σε αυτή την περίοδο.
Με το άνοιγμα των συνόρων και την επαναφορά της κοινωνίας στους προ 2019 ρυθμούς, είναι και η ευκαιρία να διαχωρίσουμε την κρίση της πανδημίας από τα αποτελέσματα του Brexit.
O πρώτος τρόπος για να υπολογιστεί η πορεία της οικονομίας της Μ. Βρετανίας, είναι με το μοντέλο του ιδρύματος CER, το οποίο προχώρησε στην δημιουργία ενός μοντέλου «σωσία» της οικονομίας της, το οποίο δεν βγήκε ποτέ από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό το μοντέλο δημιουργήθηκε από ένα σύνολο οικονομιών που τα χαρακτηριστικά τους ταιριάζουν σε αυτά της Αγγλίας και μελετήθηκε η πορεία της οικονομίας αμέσως μετά το Brexit, μέχρι το τέλος του 2021.
Οι παράμετροι και οι δείκτες που μελετήθηκαν ήταν το GDP (ΑΕΠ), ο GFCF (δείκτης επενδύσεων), το Εμπόριο (εξαγωγές/εισαγωγές).
Τα αποτελέσματα του CER είναι το λιγότερο αποκαρδιωτικά: Το ΑΕΠ ήταν 5,2% χαμηλότερο στην πραγματική οικονομία σε σχέση με τα μοντέλα «σωσίες», ο δείκτης επενδύσεων 13,7% χαμηλότερος, ενώ το Εμπόριο 13,6% αντίστοιχα. Μάλιστα το ΑΕΠ υποχώρησε κατά 2,9% από την περίοδο του referendum μέχρι την έναρξη της πανδημίας.
Ο δεύτερος τρόπος μελέτης της οικονομίας ήταν η σύγκριση των διαφόρων δεικτών σε σχέση με οικονομίες ανάλογες αυτής της Μ. Βρετανία. Και εδώ τα συμπεράσματα ήταν εξίσου ανησυχητικά. Οι ρυθμοί ανάκαμψης στο εμπορίο (εμπόριο σαν μέρος του ΑΕΠ Q1 2017 vs Q4 2021) ήταν πολύ πιο αργοί για τη Μ. Βρετανία σε σχέση με τις άλλες χώρες (Μ. Βρετανία -6,2%, Καναδάς -4,4%, ΗΠΑ - 3,7%, Γαλλία 3,8%, Γερμανία 8,3%).
Tο ίδιο ισχύει και για τις άμεσες ξένες επενδύσεις, με το ποσοστό επί του ΑΕΠ να πέφτει από το 4% το 2017 στο περίπου 1,5% το 2020 (χαμηλότερο ποσοστό από την δεκαετία του 80), αμέσως πριν την πανδημία .
Και ο πληθωρισμός όμως, δίνει ένα ακόμα στοιχείο αυτής της προβληματικής περιόδου που ζει η βρετανική οικονομία. Έτσι, τον Ιούνιο του 2022, εν μέσω του πολέμου της Ουκρανίας, ο πληθωρισμός στην Αγγλία ανήλθε στο 9,1% σύμφωνα με το Consumer Price Index, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να κυμαίνεται στο 8,6% για την ίδια περίοδο.
Μα γιατί;
Μια υπόθεση σχετικά με τους λόγους που έχουν οδηγήσει την Μεγάλη Βρετανία σε αυτή την οικονομική κρίση, είναι δύσκολη, και αυτό λόγω της πολυπλοκότητας της παγκόσμιας οικονομίας.
Σίγουρα βασικός λόγος είναι το εμπόριο. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των υποστηρικτών της εξόδου από την Ευρωπαική ένωση ήταν η δυνατότητα που θα της δινόταν να προχωρήσει σε αποκλειστικές συμφωνίες εμπορίου, χωρίς αυτές να περνάνε μέσα από «ανταγωνιστές» όπως η Γαλλία ή η Γερμανία.
Τα νούμερα σχετικά με το σύνολο των συναλλαγών από και προς την Μεγάλη Βρετανία έχουν μείνει σταθερά, όμως όπως είπαμε και πιο πριν, οι ρυθμοί επανόδου του εμπορίου είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με αυτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την Αγγλία να είναι μάλιστα η μοναδική μεγάλη Ευρωπαϊκή χώρα που είχε μείωση.
Σημαντική είναι και η πτώση του Δείκτη Ανοικτότητας - Trade Openness (άθροισμα εισαγωγών και εξαγωγών προς το συνολικό ΑΕΠ) και του εμπορικού ανταγωνισμού. Στη πρώτη περίπτωση μάλιστα κατεγράφη πτώση 8%, μεταξύ 2019 & 2021, την στιγμή που άλλες οικονομίες με σχετικές εξαγωγικές ικανότητες όπως η Γαλλία είχαν πτώση της τάξεως του 2%.
Αυτό οφείλεται κυρίως στην μεγάλη πτώση του εμπορίου αγαθών, και πάλι η μοναδική χώρα που είδε μείωση σε όλη την Ευρώπη πλην της Βορείου Ιρλανδίας. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα, το ποσοστό πτώσης ήταν στο 15,7% σε σχέση με μια Αγγλία που δεν θα αποχωρούσε από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το αντίκτυπο του Brexit στο εμπόριο ήταν τόσο μεγάλο, που οι εταιρείες στην Μ. Βρετανία έχουν βρει εναλλακτικούς μηχανισμούς διαχείρισής του ώστε να καταφέρουν να απορροφήσουν όσο μπορούν τις αρνητικές επιπτώσεις. Έτσι, το απευθείας εμπόριο προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις της Ευρώπης έχει δεχτεί μείωση της τάξης του 30%, με την στροφή σε μεγαλεμπόρους και σε συγκεκριμένους προορισμούς (κομβικά λιμάνια, αποθήκες κλπ) να είναι αναγκαστική.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το επιπλέον «καπέλο» σε αυτά τα αγαθά, κάνοντας τα βρετανικά προϊόντα λιγότερο ανταγωνιστικά σε σχέση με τα προϊόντα της Ευρωπαϊκής ένωσης. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα της KPMG, 17% των ερωτηθέντων εταιρειών σταμάτησαν να εισάγουν από την Μ. Βρετανία μετά το Βrexit, 22% ετοιμάζονται να αλλάξουν προμηθευτές, ενώ το 13% θα στραφεί στην τοπική αγορά.
Ένας άλλος τομέας που δέχτηκε μεγάλο σοκ, ήταν αυτός της αγοράς εργασίας. Κόβοντας την ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων από και προς την Μεγάλη Βρετανία (από τους κύριους λόγους και αυτός για το Brexit), χάθηκε ένας τεράστιος αριθμός υπαλλήλων, με αποτέλεσμα η αγορά εργασίας να παρουσιάσει μεγάλες ελλείψεις, και να παρουσιάσει μια δυσκινησία σε πάρα πολλούς τομείς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν κατά την περίοδο της πανδημίας η έλλειψη οδηγών φορτηγών, που οδήγησε σε black out όλη την αλυσίδα παράδοσης στην χώρα.
Αυτή η έλλειψη δυναμικού, αυτόματα ανάγκασε τις εταιρείες να αυξήσουν τις αποδοχές για την ανεύρεση υπαλλήλων σε πολλούς κλάδους, με το επιπλέον κόστος της μισθοδοσίας να επιβαρύνει τελικά τα προϊόντα, τις υπηρεσίες, και φυσικά το πορτοφόλι του καταναλωτή.
Τρίτος τομέας είναι αυτός των επενδύσεων. Όπως αναφέραμε και πριν, ο δείκτης επενδύσεων διαμορφώνεται πλέον αισθητά χαμηλότερα, κατά 9,6% σε σχέση με το 2016. Μάλιστα, παρόλα τα ειδικά μέτρα που είχε σκεφτεί η βρετανική κυβέρνηση για να προσελκύσει επενδύσεις, ο χρονοβόρος προγραμματισμός αυτών, καθώς και τα αρνητικά αποτελέσματα της οικονομίας δεν κατάφεραν να προσελκύσουν επενδυτές.
And now what?
Οι παραπάνω, και όχι μόνο, λόγοι που το Brexit έχει φέρει σε δυσχερή σχέση την οικονομία της Αγγλίας, έχουν οδηγήσει σε μια συρρίκνωσή της η οποία πιθανότατα θα γίνει μόνιμη. Σύμφωνα με την έρευνα του Nuffied Foundation η οικονομία της Αγγλίας, χρόνο με το χρόνο θα βρει τρόπο να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Όμως ο συνδυασμός της μείωσης της Trade Openness και του ανταγωνισμού, σε συνδυασμό με μια αδύναμη λίρα και μια έλλειψη επενδύσεων θα οδηγήσουν σε μια μόνιμη συρρίκνωση της οικονομίας. Έτσι, μια πιο κλειστή Μ. Βρετανία, εμπορικά και επενδυτικά, θα οδηγήσει σε μια χώρα που θα παράγει λιγότερο, με τους πραγματικούς μισθούς να υποχωρούν κατά 1,8% και το κάθε νοικοκυριό να χάνει κατά μέσο όρο 470 στερλίνες τον χρόνο. Η παραγωγικότητα θα πέσει κατά 1,3% χάνοντας πρακτικά το 1/4 της ανόδου της τελευταίας δεκαετίας.
Μάλιστα, αυτά τα νούμερα θα είναι ακόμα πιο βαριά για τις πιο φτωχές βόρειες περιοχές της Αγγλίας, όπου η βιομηχανία, που αναμένεται να δεχτεί το μεγαλύτερο πλήγμα, είναι ο βασικός τομέας ανάπτυξης της περιοχής. Οι περιοχές αυτές, ήταν ο κεντρικός πυρήνας υποστήριξης του Brexit.
God Save the UK
Η Μεγάλη Βρετανία, όταν πήρε την απόφαση να βγει από την Ευρωπαική Ένωση, δεν είχε ίσως συνειδητοποιήσει το μέγεθος της αλλαγής που θα έφερνε αυτή η κίνηση. Βασιζόμενη σε έναν ακραίο λαϊκισμό και σε αμφιλεγόμενους ηγέτες, μπήκαν σε ένα τούνελ χωρίς γυρισμό.
Οι λύσεις αυτή την στιγμή είναι ελάχιστες και με βαρύ πολιτικό κόστος. Αρχής γενομένης από τον Σούνακ, θα πρέπει να βρεθούν τρόποι να γίνει η χώρα πιο ελκυστική στις επενδύσεις, ενώ ένας πλουραλισμός της οικονομίας θα βοηθήσει στην αύξηση του εμπορίου. Μια εξομάλυνση των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, μια απλοποίηση των διαδικασιών και της γραφειοκρατίας στις εμπορικές συναλλαγές θα ενίσχυε περαιτέρω το εμπόριο.
Η διευκόλυνση εισαγωγής περισσότερων μεταναστών θα πρόσφερε επιπλέον εργατικά χέρια, ενώ ίσως μια αναθεώρηση της συμφωνίας θα πρόσφερε περισσότερες εμπορικές ευκαιρίες και για τους δύο ενδιαφερόμενους.
Το πισωγύρισμα, αυτή την στιγμή δεν υπάρχει σαν προοπτική, μια και το σύνθημα που ακούγεται στα πηγαδάκια της βρετανικής πολιτικής σκηνής είναι «να λειτουργήσει το Brexit με αυτό που έχουμε». Αν κάτι μας έχει μάθει όμως η Μεγάλη Βρετανία τον τελευταίο καιρό, είναι ποτέ μην λες ποτέ.
Σχόλια