Νέοι κανόνες για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας (ESG) από τις εταιρείες αναμένεται να εφαρμοστούν εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με το νεότερο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση να αποτελεί η προσωρινή συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν από μερικές ημέρες.
Πιο συγκεκριμένα, οι δύο πλευρές κατέληξαν, στις 21 Ιουνίου, σε προσωρινή πολιτική συμφωνία σχετικά με την οδηγία για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες (CSRD). Η πρόταση αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των ελλείψεων των ισχυόντων κανόνων όσον αφορά στη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών, οι οποίες, λόγω της ανεπαρκούς ποιότητάς τους, είναι αδύνατον να λαμβάνονται δεόντως υπόψη από τους επενδυτές». Οι ελλείψεις αυτές, όπως τονίζεται, «εμποδίζουν τη μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία».
Αναλυτικά, «η οδηγία για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες τροποποιεί την οδηγία του 2014 για τη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Εισάγει λεπτομερέστερες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και μεριμνά ώστε οι μεγάλες επιχειρήσεις να υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με ζητήματα βιωσιμότητας, όπως τα περιβαλλοντικά δικαιώματα, τα κοινωνικά δικαιώματα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι παράγοντες διακυβέρνησης.
Η οδηγία CSRD εισάγει επίσης απαίτηση για την πιστοποίηση των υποβαλλόμενων εκθέσεων βιωσιμότητας, καθώς και βελτίωση της προσβασιμότητας των πληροφοριών, απαιτώντας να δημοσιοποιούνται σε ειδικό τμήμα των εκθέσεων διαχείρισης των εταιρειών». Σημειώνεται πως η ευρωπαϊκή συμβουλευτική ομάδα για θέματα χρηματοοικονομικής αναφοράς (EFRAG) θα επιφορτιστεί με τη θέσπιση των ευρωπαϊκών προτύπων με βάση τεχνικές συμβουλές από διάφορους ευρωπαϊκούς οργανισμούς.
Όσον αφορά στο ποιες επιχειρήσεις θα καλύπτονται από τη συμφωνία, αναφέρεται πως οι κανόνες της ΕΕ για τις μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες ισχύουν για όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις και για όλες τις εταιρείες που είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενες αγορές. Οι επιχειρήσεις αυτές είναι επίσης υπεύθυνες για την αξιολόγηση των πληροφοριών στο επίπεδο των θυγατρικών τους. Οι κανόνες εφαρμόζονται επίσης στις εισηγμένες ΜμΕ, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων τους. Θα υπάρχει η δυνατότητα προαιρετικής εξαίρεσης (opt-out) κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, πράγμα που σημαίνει ότι θα εξαιρεθούν από την εφαρμογή της οδηγίας έως το 2028.
Όσον αφορά στις μη ευρωπαϊκές εταιρείες, εφαρμόζεται η υποχρέωση υποβολής έκθεσης βιωσιμότητας σε όλες τις εταιρείες με καθαρό ύψος κύκλου εργασιών στην ΕΕ ίσο με 150 εκατ. ευρώ τουλάχιστον και με τουλάχιστον μία θυγατρική ή ένα υποκατάστημα στην ΕΕ. Οι εταιρείες αυτές πρέπει να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνηση, όπως αυτές ορίζονται στην εν λόγω οδηγία.
Τονίζεται πως, όσον αφορά στην εξασφάλιση της ποιότητας της υποβολής εκθέσεων, αυτές πρέπει να πιστοποιούνται από έναν ελεγκτή ή έναν διαπιστευμένο ανεξάρτητο πάροχο υπηρεσιών διασφάλισης. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση των επιχειρήσεων με τους κανόνες υποβολής των εκθέσεων, πρέπει να διαπιστώνεται από ελεγκτή ή διαπιστευμένο ανεξάρτητο πάροχο υπηρεσιών διασφάλισης η συμμόρφωση των εκθέσεων βιωσιμότητας προς τα πρότυπα πιστοποίησης που έχει θεσπίσει η Ένωση. Η υποβολή εκθέσεων των μη ευρωπαϊκών εταιρειών πρέπει επίσης να πιστοποιείται από ευρωπαίο ελεγκτή ή ελεγκτή εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα.
Η εφαρμογή του κανονισμού θα γίνει σε τρία στάδια. Την 1η Ιανουαρίου 2024 για τις επιχειρήσεις που υπάγονται ήδη στην οδηγία για τη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Την 1η Ιανουαρίου 2025 για τις μεγάλες επιχειρήσεις που δεν υπάγονται σήμερα στην οδηγία για τη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Την 1η Ιανουαρίου 2026 για τις εισηγμένες MME, καθώς και για τα μικρά και μη πολύπλοκα πιστωτικά ιδρύματα και τις εξαρτημένες ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Όπως διαβάζουμε σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση της Grant Thornton, στην Ελλάδα η υποχρέωση για τη δημοσίευση Εκθέσεων Βιωσιμότητας είναι ευρύτερη και σε μεγάλο βαθμό καλύπτει τις επερχόμενες απαιτήσεις, καθώς ο νόμος 4403/2016 και η σχετική εφαρμοστική εγκύκλιος που ακολούθησε, καθόρισαν συγκεκριμένες απαιτήσεις ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης. Η κύρια διαφορά εντοπίζεται στο εύρος των στοιχείων που θα συμπεριλαμβάνονται και ουσιαστικά στο πρότυπο σύμφωνα με το οποίο θα πρέπει να αναπτύσσεται ο Εταιρικός Απολογισμός Βιωσιμότητας. Παράλληλα, προτείνεται στις εταιρείες που εμπίπτουν στην υποχρεωτική εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας να μην περιμένουν το 2024 για την εφαρμογή, αλλά να ξεκινήσουν από τώρα την προετοιμασία.
Σε κάθε περίπτωση, η προσωρινή συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στο Συμβούλιο, η προσωρινή πολιτική συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από την Επιτροπή των Μόνιμων Αντιπροσώπων (ΕΜΑ), προτού περάσει στα επίσημα στάδια της διαδικασίας έκδοσης. Η οδηγία θα αρχίσει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σχόλια