Τρ. Πειραιώς: Στο 4,9% και στο 3,5% η πρόβλεψη για ανάπτυξη το 2022 και 2023 από την Ε.Ε.

H Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ενδιάμεση έκθεση “Winter 2022 Economic Forecasts” αναθεώρησε προς τα πάνω την εκτίμηση για το ρυθμό ανάπτυξης του 2021 στο 8,5% και προβλέπει ρυθμούς 4,9% και 3,5% για το 2022 και 2023 αντίστοιχα αναφέρει μεταξύ άλλων στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων στην Ελλάδα και τον Κόσμο η Τράπεζα Πειραιώς.
Όπως σημειώνεται, η ανάπτυξη το 2022 προβλέπεται να στηριχθεί στις επενδύσεις, κυρίως μέσω των πόρων από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς και στην ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, η Ε.Ε. προχώρησε σε σαφή προς τα πάνω αναθεώρηση των προβλέψεων για τον πληθωρισμό στο 3,1% το 2022, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης στην έκθεση ενισχυμένης εποπτείας (Νοέ. ’21) για πληθωρισμό 1,0%. Για το 2023 προβλέπει ότι θα διαμορφωθεί στο 1,1% (προηγ. εκτίμ: 0,4%). Οι προβλέψεις αυτές έρχονται πιο κοντά στις εκτιμήσεις που είχαμε διατυπώσει στα τέλη του 2021 για σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις άνω του 4% έως το τέλος του 2ου τριμήνου και κατά μέσο όρο το 2022 σε 3,5% με 4.0%. Σημειώνεται, άλλωστε ότι τον Ιανουάριο 2022 ο εθνικός πληθωρισμός έφτασε στο 6,2%, ο εναρμονισμένος στο 5,5%, ενώ ανοδική τάση ακολουθεί και ο εθνικός δομικός πληθωρισμός.
Αναλυτικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ενδιάμεση έκθεση αναθεώρησε ανοδικά την εκτίμησή της για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2021 στο 8,5% (εκτίμ. Νοέ. ‘21: 7,1%). Σύμφωνα με την Ε.Ε, η αξιοσημείωτη ανάκαμψη των τουριστικών εισροών βοήθησε την οικονομία να ανακτήσει σημαντικό μέρος των προηγούμενων απωλειών λόγω των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας και ο βιομηχανικός τομέας ανέκαμψε δυναμικά. Παράλληλα η Ε.Ε. εκτιμά ότι το 2022 το ΑΕΠ θα αναπτυχθεί με ρυθμό 4,9% και το 2023 με 3,5%. Η ανάπτυξη το 2022 προβλέπεται να στηριχθεί στις επενδύσεις, κυρίως μέσω των πόρων από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας καθώς και στην ιδιωτική κατανάλωση. Επίσης, ο τουρισμός αναμένεται να ανακάμψει στα προ πανδημίας επίπεδα έως το τέλος του 2023.
Η Ε.Ε προχώρησε ωστόσο σε σημαντική αναθεώρηση των προβλέψεων της για τον πληθωρισμό. Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός προβλέπεται πλέον στο 3,1% το 2022 (εκτίμ. Νοέ. ‘21: 1,0%) ενώ το 2023 αναμένεται στο 1,1% (εκτίμ. Νοέ. ‘21: 0,4%). Η ανοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για τον πληθωρισμό οφείλεται κυρίως στις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας και των καυσίμων, οι οποίες με βάση την Ε.Ε., αναμένεται να κορυφωθούν κατά τη διάρκεια του α’ τριμήνου του 2022 για να αρχίσουν να υποχωρούν σταδιακά μέσα στο έτος.
Σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία του δείκτη οικονομικού κλίματος με περίοδο βάσης 2000-2021, το 2021 ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 105,1 μνδ έναντι 96,1 το 2020 (2019: 105,4). Τον Ιανουάριο, ο δείκτης οικονομικού κλίματος αυξήθηκε στις 114,2 μνδ από 110 μνδ το Δεκέμβριο. Η τάση αυτή συνδέεται με την σημαντική βελτίωση του δείκτη στη βιομηχανία, (13,2 μνδ, Δεκ. ’21: 7,5 μνδ) κυρίως λόγω της ενδεχόμενης ρευστοποίησης των αποθεμάτων, ενώ οι προσδοκίες για την πορεία της παραγωγής παρέμειναν θετικές. Επίσης, αύξηση σημείωσε ο δείκτης στις υπηρεσίες (39,4 μνδ, Δεκ. ’21: 37,5 μνδ) και ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτών (-42,2 μνδ, Δεκ. ’21: -43,2 μνδ). Αντίθετα, υποχώρηση σημείωσαν ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο (11,3 μνδ, Δεκ. ’21: 19,2 μνδ) και στις κατασκευές (-14,8 μνδ, Δεκ. ’21: -7,0 μνδ).
Το Δεκέμβριο, ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής αυξήθηκε κατά 8,1% ΥοΥ (Δεκ. ’20: 3,8%), κυρίως λόγω της θετικής συμβολής των κλάδων «μεταποίησης» (5,6% ΥοΥ) και «ηλεκτρισμού» (17,4% ΥοΥ), ενώ οι αυξήσεις σε «ορυχεία» (7,9% YoY) και «νερό» (2,9% YoY) δεν επηρέασαν σημαντικά τη μεταβολή του γενικού δείκτη. Συνολικά, το 2021 ο δείκτης παραγωγής στη βιομηχανία αυξήθηκε κατά 9,9% (2020: -2,0%) λόγω της θετικής - έναντι προ έτους αρνητικής - συμβολής των κλάδων της μεταποίησης και του ηλεκτρισμού.
Στο λιανικό εμπόριο (εκτός καυσίμων και λιπαντικών) οι δείκτες κύκλου εργασιών και όγκου αυξήθηκαν τον Νοέμβριο κατά 15,5% και 13,3% σε ετήσια εποχικά εξομαλυμένη βάση αντίστοιχα, οδηγώντας το 11μηνο σε αύξηση της τάξεως του 9,4% σε όρους κύκλου εργασιών και 9,8% σε όρους όγκου. Τέλος, στις κατασκευές, ο αριθμός των νέων οικοδομικών αδειών αυξήθηκε τον Οκτώβριο κατά 18,4% σε ετήσια βάση, σημειώνοντας ετήσια μεταβολή της τάξεως του 25,9% το 10μηνο.
Τον Ιανουάριο 2022, ο εθνικός πληθωρισμός (Δ.Τ.Κ) ανήλθε στο 6,2% σε ετήσια βάση, συνεχίζοντας την ανοδική πορεία που ξεκίνησε στα μέσα του 2021 και αποτυπώνοντας τις αυξήσεις κυρίως σε ενεργειακά αγαθά και διατροφή. Ωστόσο αν και με μικρότερη ένταση σαφώς ανοδική πορεία φαίνεται να ακολουθεί και ο δομικός πληθωρισμός (εξαιρ. διατροφή, ποτά, καπνός, ενέργεια) φτάνοντας στο 1,3%. Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 5,5% (Ιαν. ’21: -2,4% YoY). Το 2021, οι αυξήσεις στους δείκτες τιμών εισαγωγών και παραγωγού στη βιομηχανία κατά 20% και 13,8% σε ετήσια βάση αντίστοιχα συνδέονται κυρίως με την αύξηση στους δείκτες ενέργειας κατά 59,4% και 26,4% αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία μη χρηματοοικονομικών λογαριασμών το γ’ τρίμηνο του 2021, το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ) αυξήθηκε σε τρέχουσες τιμές στα €33,5 δισεκ. (6,2% ΥοΥ). Ταυτόχρονα, η καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 9,9% σε ετήσια βάση, φτάνοντας στα €33,9 δισεκ., επίπεδα που υπερβαίνουν ελαφρά το διαθέσιμο εισόδημα. Συνακόλουθα, το ποσοστό της ακαθάριστης αποταμίευσης ως προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε στο -1,0%.
Τον Δεκέμβριο του 2021, το ποσοστό ανεργίας σε εποχικά εξομαλυμένη βάση υποχώρησε στο 12,8% από 15,5% τον Δεκ. ’20 και οι απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 4,9% σε ετήσια βάση. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η ΕΛΣΤΑΤ, η αγορά εργασίας επηρεάστηκε από την εφαρμογή ειδικών κανόνων λειτουργίας στις επιχειρήσεις καθώς και από την εφαρμογή μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19.
Τον Ιανουάριο του 2022, με βάση τα προσωρινά στοιχεία σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, ο κρατικός προϋπολογισμός, παρουσίασε έλλειμμα ύψους €1.196 εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα ύψους €2.243 εκατ. και πρωτογενές πλεόνασμα €17 εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα €1.145 εκατ.. Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε €3.857 εκατ. μειωμένα κατά €608 εκατ. έναντι του στόχου, κυρίως λόγω των μειωμένων εσοδών από φόρους και από το ΠΔΕ. Τα έσοδα ΠΔΕ κατέγραψαν υστέρηση κατά €358 εκατ. έναντι του στόχου και τα έσοδα από φόρους κατά €224 εκατ. έναντι του στόχου, ως αποτέλεσμα της παράτασης, της προθεσμίας πληρωμής φορολογικών υποχρεώσεων, στις περιοχές που επλήγησαν από τις χιονοπτώσεις. Οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε €5.054 εκατ. μειωμένες κατά €1.654 εκατ. έναντι του στόχου, καθώς στο σκέλος του Τακτικού Προϋπολογισμού παρουσιάζεται υστέρηση έναντι του στόχου κατά €1.916 εκατ., κυρίως λόγω του ετεροχρονισμού των πληρωμών των εξοπλιστικών προγραμμάτων (κατηγορία απόκτήσεων παγίων περιουσιακών στοιχείων). Οι δαπάνες του ΠΔΕ ήταν αυξημένες σε σχέση με τον στόχο κατά €261 εκατ.
Τον Δεκέμβριο το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε στα €1.707 εκατ. έναντι €639 εκατ. το Δεκέμβριο του 2020. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται κυρίως με την επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών και, σε μικρότερο βαθμό, του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων, η οποία αντισταθμίστηκε μερικώς από τη βελτίωση των ισοζυγίων υπηρεσιών και δευτερογενών εισοδημάτων.
Το 2021 το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε στα €10,6 δισεκ. έναντι €11,0 δισεκ. το 2020. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται κυρίως με την αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών (κατά €5,9 δισεκ.), και την βελτίωση των ισοζυγίων πρωτογενών (κατά €919 εκατ.) και δευτερογενών εισοδημάτων (κατά €677 εκατ.), οι οποίες αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών (κατά €7,1 δισεκ.).
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών αυξήθηκε (κατά €7,1 δισεκ.), καθώς αυξήθηκαν τα ελλείμματα στα επιμέρους ισοζύγια αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία (κατά €4,5 δισεκ.) και καυσίμων (κατά €2,7 δισεκ.) κυρίως λόγω της μεγαλύτερης αύξησης των εισαγωγών σε σχέση με εκείνη των εξαγωγών. Αντίθετα, η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών συνδέεται σχεδόν αποκλειστικά με την αύξηση του πλεονάσματος στο ισοζύγιο ταξιδιωτικών υπηρεσιών (κατά €6 δισεκ.) ενώ το πλεόνασμα του ισοζυγίου μεταφορών περιορίστηκε (κατά €235 εκατ.).
Το 2021 το ταξιδιωτικό πλεόνασμα διαμορφώθηκε σε €9,5 δισεκ. (2020: €3,5 δισεκ., 2019: €15,4 δισεκ.). Οι ταξιδιωτικές εισπράξεις διαμορφώθηκαν στα €10,65 δισεκ. (2020: €4,3δισεκ., 2019:€18,2 δισεκ.), αποτελώντας το 58,6% των συνολικών εισπράξεων του 2019. Αντίστοιχα η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση περιορίστηκε στο 46.9% του συνόλου του 2019.
Τον Δεκέμβριο, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα διαμορφώθηκε σε 1,3% από 1,1% τον προηγούμενο μήνα.
Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών τον Δεκέμβριο αυξήθηκαν κατά €4.290 εκατ. έναντι αύξησης κατά €1.833 εκατ. τον προηγούμενο μήνα και διαμορφώθηκαν στα €180 δισεκ.
Ευρωζώνη: Αύξηση 0,3% του πραγματικού ΑΕΠ το δ΄ τρίμηνο - Στο 5,2% το 2021
Αμετάβλητα διατήρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τα βασικά επιτόκιά της. Εκτιμά ότι θα τα διατηρήσει ως έχουν έως ότου ο πληθωρισμός φανεί να φθάνει το «συμμετρικό» στόχο του 2% αρκετά πριν το τέλος της περιόδου των προβλέψεών της και να διατηρείται βιώσιμα σε αυτό το επίπεδο για το υπόλοιπο διάστημα, αλλά και μεσοπρόθεσμα. Αυτό μπορεί να συνεπάγεται μία μεταβατική περίοδο στην οποία ο πληθωρισμός θα υπερβαίνει τον στόχο.
Υπενθύμισε ότι κατά το τρέχον τρίμηνο οι αγορές αξιογράφων μέσω του Pandemic Emergency Purchase Programme (PEPP) θα πραγματοποιούνται με χαμηλότερο ρυθμό από ότι στο δ΄ τρίμηνο του 2021 και ότι θα ολοκληρωθούν στα τέλη Μαρτίου του 2022. Ωστόσο, δήλωσε ξανά ότι θα μπορούσαν να αρχίσουν εκ νέου εάν κριθεί αναγκαίο λόγω της πανδημίας. Επανέλαβε ότι οι μηνιαίες αγορές τίτλων μέσω του προγενέστερου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (ΑΡΡ) από τον Απρίλιο και μετά θα ανέρχονται στα €40 δισ. για τους μήνες του β΄ τρίμηνου του 2022 και στα € 30 δισ. για του γ΄ τριμήνου (από τα €20 δισ. σήμερα). Από τον Οκτώβριο του 2022 και μετά το ύψος τους θα επανέλθει στα €20 δισ.
Σχετικά με τις επανεπενδύσεις του κεφαλαίου των τίτλων που λήγουν και που αγοράστηκαν μέσω του ΡΕΡΡ επαναβεβαίωσε ότι θα τις συνεχίσει τουλάχιστον έως τα τέλη του 2024. Επανέλαβε ότι σε περίπτωση έκτακτων συνθηκών που δυσχεραίνουν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής (π.χ. στην περίπτωση κατακερματισμού στις χρηματοπιστωτικές αγορές λόγω της πανδημίας), η ΕΚΤ θα μπορεί να διεξάγει τις επανεπενδύσεις με ευελιξία ως προς το χρόνο, τις κατηγορίες των αξιογράφων και τις χώρες. Ειδικά για την Ελλάδα, σε τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να αγοράσει κρατικά ομόλογα υπεράνω της αξίας αυτών που λήγουν.
Αποδίδει την άνοδο του πληθωρισμού κυρίως στις αυξημένες τιμές ενέργειας και προβλέπει ότι θα παραμείνει υψηλός για μεγαλύτερο διάστημα από ό,τι προηγουμένως εκτιμούσε. Όμως, κατά τη διάρκεια του χρόνου θα αρχίσει να επιβραδύνεται. Η ανάπτυξη, λόγω της πανδημίας, 5 αναμένει ότι θα είναι συγκρατημένη κατά το τρέχον τρίμηνο και εκτιμά ως ισοσκελισμένη την επίδραση των παραγόντων που δύνανται να την επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά, ενώ για τον πληθωρισμό υπερτερούν αυτοί που μπορούν να τον ωθήσουν ανοδικά.
Σημειώνεται ότι ο γενικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε τον Ιανουάριο σε ιστορικά υψηλό επίπεδο έναντι εκτιμήσεων μικρής αποκλιμάκωσής του (5,1%, εκτ.: 4,4%, Δεκ. 21: 5,0%), καθώς αυξήθηκαν σημαντικά οι τιμές της ενέργειας και των τροφίμων/ποτών/καπνού. Από την άλλη, μικρή επιβράδυνση κατέγραψε ο δομικός (=χωρίς τα τρόφιμα/αλκοολούχα ποτά/καπνό και την ενέργεια, 2,3%, εκτ.: 1,9%, Δεκ. 21: 2,6%).
Συγκρατημένος ήταν κατά το δ΄ τρίμηνο ο ρυθμός ανάπτυξης σε τριμηνιαία βάση (0,3%, γ΄ τρίμ. 21: 2,3%), όσο αναμενόταν. Μεικτή ήταν η εικόνα των μεγάλων οικονομιών: σημαντική άνοδο σημείωσε η Ισπανία (2,0%) και δευτερευόντως η Γαλλία και η Ιταλία (0,7% και 0,6% αντίστοιχα), ενώ συρρίκνωση κατέγραψε η Γερμανία (-0,7%).
Συνεπώς, το 2021 η Ευρωζώνη αναπτύχθηκε με ρυθμό 5,2% (2020: -6,4%). Για το τρέχον και το επόμενο έτος, βάσει των νέων προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα διαμορφωθεί στο 4% και στο 2,7% αντίστοιχα (προβλ. Νοέμ. 21: 4,3% και 2,4% αντίστοιχα). Όσον αφορά τον πληθωρισμό, τον προβλέπει σημαντικά υψηλότερο από ό,τι προηγουμένως: στο 3,5% για να επιβραδυνθεί το 2023 στο 1,7% (προβλ. Νοέμ. 21: 2,2% και 1,4% αντίστοιχα).
Περαιτέρω μείωση του δείκτη οικονομικού κλίματος καταγράφηκε τον Ιανουάριο, αν και παραμένει σε σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο. Ο σχετικός δείκτης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποχώρησε στο 112,7 (Δεκ. 21: 113,8), περισσότερο από ό,τι αναμενόταν (114,5). Πτωτικά κινήθηκαν σχεδόν όλοι οι επιμέρους δείκτες, με εξαίρεση του λιανικού εμπορίου που βελτιώθηκε. Παρόμοια και των προσδοκιών των καταναλωτών (-8,5, Δεκ. 21: -8,4), εξακολουθώντας ωστόσο να υπερβαίνει τον μακροχρόνιο μέσον όρο (-10,0).
Μεικτή ήταν η εικόνα των πρόδρομων επιχειρηματικών δεικτών ΡΜΙ τον Ιανουάριο: ανοδικά στη μεταποίηση, πτωτικά στις υπηρεσίες που επλήγησαν από τα νέα περιοριστικά μέτρα. Ο δείκτης στη μεταποίηση ανήλθε στο 58,7 (Δεκ. 21: 58,0), ενώ στις υπηρεσίες υποχώρησε στο 51,1 (Δεκ. 21: 53,1). Ως συνέπεια, ο σύνθετος δείκτης μειώθηκε στο 52,3 (Δεκ. 21: 53,3). Από τους επιμέρους δείκτες, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν αυτοί των τιμών που παρέμειναν ιδιαίτερα υψηλοί.
Υπεράνω των εκτιμήσεων ήταν η πτώση των λιανικών πωλήσεων τον Δεκέμβριο. Σε εποχικά εξομαλυμένη βάση μειώθηκαν 3,0% σε μηνιαία βάση (εκτ.: -0,5%, Νοέμ. 21: 1,0%), λόγω κυρίως της υποχώρησής τους στη Γερμανία και την Ισπανία. Συνεπώς, κατά το δ’ τρίμηνο του 2021 οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν 0,3% συγκριτικά με το γ΄ τρίμηνο (γ΄ τρίμ. 21: 1,0%). Αντίθετα, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε τον Δεκέμβριο 1,2% σε μηνιαία βάση υπερβαίνοντας τις εκτιμήσεις (εκτ.: 0,3%, Νοέμ. 21: 2,4%). Από τους επιμέρους τομείς, τη μεγαλύτερη άνοδο εμφάνισε η παραγωγή των κεφαλαιουχικών αγαθών. Συνεπώς, το δ΄ τρίμηνο του 2021 η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε 0,6% σε σχέση με τη μέση τιμή του γ΄ τριμήνου (γ΄ τρίμ. 21: -0,5%).
Ταυτόχρονα, το εμπορικό ισοζύγιο ήταν ελλειμματικό για δεύτερη διαδοχική φορά από τον Οκτώβριο του 2011 (€-9,7 δισ., Νοέμ. 21: €-1,8 δισ.), καθώς σε μηνιαία βάση οι εισαγωγές αυξήθηκαν και μειώθηκαν οι εξαγωγές. Η εν λόγω εξέλιξη οφείλεται κυρίως στις πολύ αυξημένες τιμές της ενέργειας.
Στο 7,0% υποχώρησε τον Δεκέμβριο το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας (Νοέμ. 21: 7,1%), τιμή ιστορικά χαμηλή, όσο αναμενόταν. Υπενθυμίζεται ότι τον Δεκέμβριο του 2020 ήταν 8,0%. Οι άνεργοι εκτιμώνται στα 11,48 εκατ., μειωμένοι κατά 185 χιλ. σε σχέση με ένα μήνα πριν και κατά 1.828 χιλ. σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2020.
Τέλος, τον Δεκέμβριο επιβραδύνθηκε ελαφρά ο ρυθμός αύξησης της προσφοράς χρήματος. Βάσει του ορισμού Μ3 αυτός διαμορφώθηκε στο 6,9% ετησίως (Νοέμ. 21: 7,4%), ενώ υπό τον στενότερο ορισμό Μ1 στο 9,8% (Νοέμ. 21: 10,0%).
Ταυτόχρονα, πιο ενθαρρυντική ήταν η εικόνα των ετήσιων ρυθμών μεταβολής της τραπεζικής χρηματοδότησης και των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα. Ειδικότερα, η τραπεζική χρηματοδότησή του ήταν αυξημένη συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2020 κατά 3,9% (Νοέμ. 21: 3,6%), ποσοστό που εάν συνυπολογιστούν οι τιτλοποιήσεις και οι πωλήσεις δανείων διαμορφώνεται στο 4,1% (Νοέμ. 21: 3,7%). Στις επιχειρήσεις, ο προσαρμοσμένος ρυθμός αύξησης ανήλθε στο 4,2% (Νοέμ. 21: 2,9%), ενώ στα νοικοκυριά στο 4,1% (Νοέμ. 21: 4,2%). Όσον αφορά τις καταθέσεις εκτιμάται στο 8,5% στις επιχειρήσεις (Νοέμ. 21: 7,9%) και στο 5,5% στα νοικοκυριά (Νοέμ. 21: 6,0%).
Διεθνείς Εξελίξεις
H αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 5,7% το 2021 ενώ για το 2022 εκτιμάται στο 4,4%. Η Fed θα προχωρήσει σε διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίου αρχίζοντας από τη συνεδρίαση του Μαρτίου καθώς ο πληθωρισμός διαμορφώνεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών και η αγορά εργασίας έχει ήδη βελτιωθεί αρκετά. Επιπλέον, είναι πιθανό στις αρχές του β’ εξαμήνου η Fed να ξεκινήσει να μειώνει το μέγεθος του ενεργητικού της ώστε να εντείνει τη στροφή προς την περιοριστική νομισματική πολιτική.
Στην Κίνα ο πληθωρισμός έχει συγκρατηθεί σε χαμηλό επίπεδο (σε αντίθεση με τις άλλες μεγάλες οικονομίες) δίνοντας στην Κεντρική Τράπεζα τη δυνατότητα για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα πτωτικά κινήθηκαν τον Ιανουάριο οι πρόδρομοι δείκτες Caixin PMI. Αναλυτικότερα, στη μεταποίηση ο σχετικός δείκτης μειώθηκε στο 49,1 (Δεκ 21: 50,9), ένδειξη μικρής συρρίκνωσης της δραστηριότητας, ενώ στις υπηρεσίες στο 51,4 (Δεκ. 21: 53,1). Ως αποτέλεσμα, ο σύνθετος δείκτης υποχώρησε στο 50,1 (Δεκ. 21: 53,0).
Αξιοσημείωτη επιβράδυνση κατέγραψε τον Ιανουάριο ο πληθωρισμός (0,9%, εκτ.: 1,0%, Δεκ. 21: 1,5%), εν μέρει λόγω της εξέλιξης των τιμών των τροφίμων. Συνεπώς, το 2021 ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 0,9% (2020: 2,5%). Για το προσεχές διάστημα, ένδειξη συνιστά η εξέλιξη του ετήσιου ρυθμού μεταβολής του δείκτη τιμών παραγωγού που τον Ιανουάριο επιβραδύνθηκε στο 9,1% (Δεκ. 21: 10,3%). Παραμένει, ωστόσο, ιδιαίτερα υψηλά.
Στην Ιαπωνία ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας το δ΄ τρίμηνο (τριμηνιαίος ρυθμός) διαμορφώθηκε στο 1,3% και στο 1,7% για το σύνολο του 2021, ενώ μεικτή η εικόνα των πρόδρομων επιχειρηματικών δεικτών ΡΜΙ τον Ιανουάριο.
Αναλυτικά με ρυθμό 1,3% σε τριμηνιαία βάση αναπτύχθηκε το δ΄ τρίμηνο η οικονομία (γ΄ τρίμ. 21: -0,7%), ελαφρά λιγότερο των εκτιμήσεων (1,5%). Η αύξηση του ΑΕΠ προήλθε κυρίως από την άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης και των καθαρών εξαγωγών. Σε σχέση με το δ΄ τρίμηνο του 2020, το πραγματικό ΑΕΠ ήταν υψηλότερο 0,7% (γ΄ τρίμ. 21: 1,2%). Συνεπώς, το 2021 η οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 1,7% (2020: -4,5%).
Μειωμένη ήταν τον Δεκέμβριο σε σχέση με τον Νοέμβριο η βιομηχανική παραγωγή (εποχ. διορθ. στοιχεία, -1,0%, εκτ.: -0,8%, Νοέμ. 21: 7,0%). Σε ετήσια βάση αυξήθηκε 2,7% (Νοέμ. 21: 5,1%). Επισημαίνεται η ιδιαίτερα ευμετάβλητη φύση αυτών των στοιχείων σε μηνιαία βάση. Ένδειξη για την παραγωγή το προσεχές διάστημα αποτελεί η εξέλιξη του πρόδρομου δείκτη PMI στη μεταποίηση που τον Ιανουάριο ανήλθε στο 55,4 (Δεκ. 21: 54,3), το υψηλότερο σημείο από τον Φεβρουάριο του 2014. Αντίθετα, σημαντική πτώση σημείωσε ο δείκτης στις υπηρεσίες(47,6, Δεκ.21: 52,1).
Μικρή άνοδο κατέδειξε τον Δεκέμβριο ο πληθωρισμός (0,8%, Νοέμ. 21: 0,6%). Χωρίς τα νωπά τρόφιμα, ορισμό που η ΤτΙ προτιμά, καθώς οι τιμές των νωπών τροφίμων είναι αρκετά ευμετάβλητες, διατηρήθηκε στο 0,5% για δεύτερο διαδοχικό μήνα.
Σχόλια