Μπορεί το διαδίκτυο να αποτελεί έναν βασικό πυλώνα ανάπτυξης για μια σειρά δραστηριοτήτων, από την απλή επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων μέχρι την επέκταση του εμπορίου και την αναζήτηση νέων αγορών, ένα «εκκωφαντικό» ποσοστό, που φτάνει στο 37% του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή 2,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι, δεν το έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ.
Τα δεδομένα που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα από τη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών (International Telecommunication Union - ITU), την υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τις ΤΠΕ, αποκαλύπτουν μια ισχυρή παγκόσμια ανάπτυξη στη χρήση του διαδικτύου, με τον εκτιμώμενο αριθμό των ανθρώπων που το έχουν χρησιμοποιήσει να αυξάνεται σε 4,9 δισεκατομμύρια το 2021, από περίπου 4,1 δισεκατομμύρια δύο χρόνια πριν, το 2019.
Από τα 2,9 δισεκατομμύρια που εξακολουθούν να βρίσκονται «εκτός σύνδεσης», εκτιμάται ότι το 96 τοις εκατό ζει σε αναπτυσσόμενες χώρες. Και ακόμη και μεταξύ των 4,9 δισεκατομμυρίων που υπολογίζονται ως «χρήστες του διαδικτύου», πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια μπορεί να έχουν την ευκαιρία να συνδεθούν σε αυτό σπάνια, μέσω κοινόχρηστων συσκευών ή χρησιμοποιώντας ταχύτητες συνδεσιμότητας που περιορίζουν σημαντικά τη χρησιμότητα της σύνδεσής τους.
Σύμφωνα με την ITU, η ασυνήθιστα απότομη αύξηση του αριθμού των χρηστών του διαδικτύου υποδηλώνει ότι τα μέτρα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως τα εκτεταμένα lockdown και το κλείσιμο σχολείων, σε συνδυασμό με την ανάγκη των ανθρώπων για πρόσβαση σε ειδήσεις, υπηρεσίες, ηλεκτρονικό εμπόριο και ηλεκτρονική τραπεζική, συνέβαλαν σε ένα «COVID connectivity boost», που έχει φέρει περίπου 782 εκατομμύρια επιπλέον ανθρώπους στο διαδίκτυο από το 2019, μια αύξηση 17 τοις εκατό.
Αναλυτικότερα, η μελέτη του Οργανισμού δείχνει ότι ο αριθμός των χρηστών του Διαδικτύου παγκοσμίως αυξήθηκε κατά περισσότερο από 10 τοις εκατό στον πρώτο χρόνο της πανδημίας – μακράν η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση σε μια δεκαετία. Η ισχυρή ανάπτυξη από το 2019 οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αυξήσεις που υπήρξαν στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου η διείσδυση επεκτάθηκε κατά περισσότερο από 13%. Στις 46 που έχουν χαρακτηριστεί από τον ΟΗΕ ως λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες (ΛΑΧ), η μέση αύξηση ξεπέρασε το 20 τοις εκατό.
Σε αυτές, παραμένει ένα «τεράστιο χάσμα συνδεσιμότητας», όπου σχεδόν τα 3/4 των ανθρώπων δεν έχουν συνδεθεί ποτέ στο διαδίκτυο. Οι γυναίκες στις ΛΑΧ είναι ιδιαίτερα περιθωριοποιημένες, με περίπου 4 στις 5 να παραμένουν εκτός σύνδεσης». Πολλοί από αυτούς τους «ψηφιακά αποκλεισμένους» αντιμετωπίζουν τρομερές προκλήσεις, όπως η φτώχεια, ο αναλφαβητισμός, η περιορισμένη πρόσβαση στον ηλεκτρισμό και η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων. Οι κοινότητες που προσδιορίζονται στα UN Sustainable Development Goals για το 2030 ως εκείνες που κινδυνεύουν να μείνουν πίσω, είναι οι ίδιες που μένουν πίσω ψηφιακά.
Παράλληλα, το ψηφιακό χάσμα μεταξύ των φύλων μειώνεται παγκοσμίως, αλλά παραμένουν μεγάλα κενά στις φτωχότερες χώρες. Σε παγκόσμιο επίπεδο, κατά μέσο όρο το 62% των ανδρών χρησιμοποιεί το διαδίκτυο, σε σύγκριση με το 57% των γυναικών. Παρόλο που το ψηφιακό χάσμα μεταξύ των φύλων έχει μειωθεί σε όλες τις περιοχές του κόσμου και έχει σχεδόν εξαλειφθεί στον ανεπτυγμένο κόσμο (89% των ανδρών και το 88% των γυναικών βρίσκονται στο διαδίκτυο), εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες (31% των ανδρών σε σύγκριση με μόλις 19% των γυναικών).
Το χάσμα μεταξύ των φύλων παραμένει ιδιαίτερα έντονο στην Αφρική (35% των ανδρών σε σύγκριση με το 24 τοις εκατό των γυναικών) και στις αραβικές χώρες (68% των ανδρών έναντι του 56% των γυναικών). Το χάσμα μεταξύ πόλης και υπαίθρου, αν και λιγότερο σοβαρό στις ανεπτυγμένες χώρες, παραμένει μια σημαντική πρόκληση για την ψηφιακή συνδεσιμότητα στον υπόλοιπο κόσμο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι άνθρωποι στις αστικές περιοχές έχουν διπλάσιες πιθανότητες να χρησιμοποιούν το διαδίκτυο από εκείνους στις αγροτικές περιοχές.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες, το χάσμα μεταξύ πόλης και υπαίθρου φαίνεται αμελητέο ως προς τη χρήση του διαδικτύου (με το 89% των ανθρώπων στις αστικές περιοχές να έχουν χρησιμοποιήσει το internet τους τελευταίους τρεις μήνες, σε σύγκριση με το 85% στις αγροτικές περιοχές), ενώ στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι άνθρωποι στις αστικές περιοχές έχουν διπλάσιες πιθανότητες να χρησιμοποιήσουν το διαδίκτυο από εκείνους στις αγροτικές περιοχές (72 τοις εκατό αστικές σε σύγκριση με 34 τοις εκατό αγροτικές).
Επίσης, ένα χάσμα γενεών είναι εμφανές σε ολόκληρο τον κόσμο. Κατά μέσο όρο, το 71% του παγκόσμιου πληθυσμού ηλικίας 15-24 ετών χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο, σε σύγκριση με το 57% όλων των άλλων ηλικιακών ομάδων. Αυτό το χάσμα αντικατοπτρίζεται σε όλες τις περιφέρειες και είναι πιο έντονο στις ΛΑΧ, όπου συνδέεται το 34% των νέων, σε σύγκριση με μόνο το 22% του υπόλοιπου πληθυσμού. Στις ΛΑΧ, ο μισός πληθυσμός στο διαδίκτυο είναι κάτω των 20 ετών, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι τοπικές αγορές εργασίας θα γίνουν σταδιακά πιο συνδεδεμένες και θα αποκτούν γνώσεις τεχνολογίας.
Τα στοιχεία της ITU δείχνουν, επίσης, πως, ενώ το 95% των ανθρώπων στον κόσμο θα μπορούσαν θεωρητικά να έχουν πρόσβαση σε ένα ευρυζωνικό δίκτυο κινητής τηλεφωνίας 3G ή 4G, δισεκατομμύρια από αυτούς δεν συνδέονται, καθώς η προσιτότητα των συσκευών και των υπηρεσιών παραμένει σημαντικό εμπόδιο. Ο ευρέως αποδεκτός στόχος για προσιτή ευρυζωνική συνδεσιμότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες ορίζει το κόστος ενός πακέτου ευρυζωνικής στο 2% του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος. Ωστόσο, σε ορισμένες από τις φτωχότερες χώρες, η σύνδεση στο διαδίκτυο μπορεί να κοστίζει 20% ή περισσότερο του κατά κεφαλήν ΑΕΕ.
Η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων και η εκτίμηση των πλεονεκτημάτων μιας διαδικτυακής σύνδεσης είναι ακόμη ένα πρόβλημα, που επιδεινώνεται από την έλλειψη περιεχομένου σε τοπικές γλώσσες, καθώς και από διεπαφές που απαιτούν δεξιότητες γραμματισμού και αριθμητικής που πολλοί άνθρωποι δεν διαθέτουν.
Σχόλια