NEWSFLASH...
Τροχιοδείκτης
ανάγνωση

H «καλοσύνη των ξένων» και η επενδυτική βαθμίδα

H «καλοσύνη των ξένων» και η επενδυτική βαθμίδα

Οι τελευταίες εξελίξεις που επικρατούν στην αγορά κρατικών ομολόγων δημιουργούν μία λανθασμένη εικόνα ότι η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας των ελληνικών ομολόγων είναι μία μάλλον νομοτέλεια που θα ολοκληρωθεί το 2023.

Αν το δούμε χρονικά, μέσα σε ενάμιση χρόνο από σήμερα θα πρέπει οι 3 οίκοι αξιολόγησης (Moody’s, S&P, FITCH) να δώσουν 2 αναβαθμίσεις, γεγονός που είναι αρκετά δύσκολο να συμβεί στο διάστημα αυτό.

Οι επενδυτές θεωρούν ότι, ναι μεν η ΕΚΤ θέλει να προστατέψει τα ελληνικά ομόλογα, που επί της ουσίας εκπροσωπούν μία χώρα με τεράστιο χρέος και δυσθεώρατα ελλείμματα, της οποίας η οικονομία βασίζεται κατά κύριο λόγο στον εύθραυστο τουρισμό, αλλά παράλληλα πρέπει να μειωθεί το χρέος. Αν κυριαρχήσει η omicron από την άνοιξη μέχρι το καλοκαίρι (ή οποιαδήποτε άλλη μετάλλαξη), το χρέος θα ξεφύγει, όπως και τα ελλείμματα επίσης.

Το ράλι των ελληνικών ομολόγων οφείλεται κυρίως στην «καλοσύνη των ξένων επενδυτών» και ειδικά της ΕΚΤ, η οποία προσφέρει μεγάλη ρευστότητα απορροφώντας ομόλογα με αξία άνω των 10 δισ. ευρώ κάθε χρόνο. Χωρίς την παρέμβαση της ΕΚΤ, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα διαπραγματεύονταν στα υψηλά έτους που είχαν στην καλοκαιρινή κρίση όταν η απόδοση του 10ετούς είχε ξεπεράσει το 4%.

Για να μπει η Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα θα πρέπει το ελληνικό χρέος να μειωθεί κάτω από το 150%, τα ελλείμματα να δώσουν τη θέση τους σε πλεονάσματα και οι τράπεζες να αποκτήσουν μονοψήφια NPL’s και NPE’S. Από τους 3 παράγοντες, μόνο το θέμα των τραπεζών μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα στο 2022. Αν πάλι επιδεινωθεί η κατάσταση των ελληνικών ομολόγων, τα NPE’s (μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα) θα διευρυνθούν εις βάρος των εποπτικών κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών. Ένας φαύλος κύκλος.

Έτσι ας κρατήσουμε προς το παρόν την καλή θέληση της ΕΚΤ και των οίκων αξιολόγησης και ας προσπαθήσουμε ως οικονομία να αποκτήσουμε εξωστρέφεια και ποικιλομορφία. Ίσως η κρίση της τουρκικής οικονομίας να μας βοηθήσει σ’ αυτό για να διευρύνουμε μερίδια αγοράς σε κλάδους, όπως τα τρόφιμα-ποτά, αλιεία, γεωργία και βέβαια στον τουρισμό.

Οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η αναπροσαρμογή τον επόμενο χρόνο πάντως είναι σημαντική, προκειμένου να δημιουργηθεί η ομαλή δυνατή μετάβαση μετά το τέλος του τεράστιου προγράμματος PEPP, χωρίς να προκληθούν διαταραχές -τα λεγόμενα cliff effect- στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σε κάθε περίπτωση, οι αγορές ομολόγων της ΕΚΤ από τον Απρίλιο αναμένεται να είναι σημαντικά χαμηλότερες απ' ό,τι σήμερα με το PEPP και το APP μαζί. Τραπεζικές πηγές τονίζουν ότι δεν έχει ληφθεί ακόμη καμία απόφαση και ότι πρέπει να διευκρινιστούν ακόμη αρκετές λεπτομέρειες.

Επιλογές και σενάρια

Μια επιλογή θα ήταν να καθοριστεί ένα συνολικό εύρος για το APP για την περίοδο έως το τέλος του 2022 ή να αυξηθεί το πρόγραμμα. Στην τελευταία περίπτωση, η ταχύτητα αγοράς θα μπορούσε να αυξηθεί βραχυπρόθεσμα. Ταυτόχρονα, θα στέλνονταν ένα μήνυμα από την ΕΚΤ ότι θα μπορούσε να ληφθεί αργότερα απόφαση για προσαρμογή του σημερινού προγράμματος, ανάλογα με την τρέχουσα κατάσταση. Ορισμένα ανώτερα στελέχη προτρέπουν την Κεντρική Τράπεζα να δώσει διαβεβαιώσεις ότι οι αγορές ομολόγων θα διαρκέσουν τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022 και, μάλιστα, ανεξάρτητα από την επενδυτική βαθμίδα.

Η ΕΚΤ έχει δώσει σήμα ότι η έξοδος από τα προγράμματα αγοράς ομολόγων θα πρέπει πρώτα να ολοκληρωθεί πριν ακολουθήσει η αύξηση των επιτοκίων. Εάν το APP λήξει κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων, κάτι που η ΕΚΤ δύσκολα θα μπορούσε να κρατήσει υπό έλεγχο λόγω του τρέχοντος υψηλού πληθωρισμού. Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ έχει ξεκαθαρίσει πολλές φορές ότι μια αύξηση των επιτοκίων για το 2022 είναι πολύ απίθανη.

Λόγω των αβέβαιων προοπτικών για τον πληθωρισμό, εκπρόσωποι της λεγόμενης «αυστηρής γραμμής» προτρέπουν την ΕΚΤ να μη δεσμευτεί πέρα από το επόμενο έτος, καθώς ανησυχούν ότι ο πληθωρισμός δεν θα πέσει κάτω από τον στόχο του 2%, όπως αναμενόταν προηγουμένως, και ότι η Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει επομένως να εξασφαλίσει περιθώρια για αύξηση των επιτοκίων το 2023. Τόσο η Κριστίν Λαγκάρντ όσο και ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Φίλιπ Λέιν εκτιμούν, ωστόσο, ότι ο ρυθμός πληθωρισμού θα μειωθεί σημαντικά το επόμενο έτος και θα σταθεροποιηθεί μεσοπρόθεσμα ξανά, κάτω από την τιμή-στόχο της ΕΚΤ.

... σχόλια | Κάνε click για να σχολιάσεις
Επιχειρώ - epixeiro.gr
Επιχειρώ - epixeiro.gr