Blendle: Η πώληση άρθρων ανά «κομμάτι» είναι όντως η ιδανική λύση για την σωτηρία των εκδοτικών τίτλων;
Την προηγούμενη εβδομάδα, η ολλανδική Blendle, μια νεοφυής εταιρεία η οποία πωλεί άρθρα εφημερίδων και περιοδικών στο Ίντερνετ «με το κομμάτι» λάνσαρε την υπηρεσία της και στη Γερμανία.
Το αποκαλούμενο από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης "iTunes του Τύπου", μέτοχοι του οποίου είναι μεταξύ άλλων η New York Times και ο γερμανικός οίκος MME Axel Springer, έκλεισε συμφωνία με πάνω από 100 τίτλους γερμανικών εκδοτικών ομίλων, προτείνοντας προς ανάγνωση γνωστούς τίτλους όπως Handelsblatt, Süddeutsche Zeitung, Die Zeit, Bild am Sonntag, Spigel, Focus, WirtschaftsWoche, Stern και Kicker. Επιπλέον στην πλατφόρμα της Blendle εκπροσωπούνται και οι αγγλικοί τίτλοι Wall Street Journal, The Economist και η The Washington Post καθώς και αρκετοί εκδοτικοί τίτλοι από την Ολλανδία.
Η Blende δίνει στους χρήστες της, τη δυνατότητα ανάγνωσης μεμονωμένων άρθρων, χωρίς αυτοί να χρειάζεται να αγοράσουν ολόκληρη την συγκεκριμένη εφημερίδα ή το συγκεκριμένο περιοδικό. Η τιμή των ψηφιακών άρθρων καθορίζεται από τα ίδια τα Μέσα. Έτσι για παράδειγμα η Süddeutsche Zeitung για τα μακροσκελή άρθρα της ζητάει 0,79 ευρώ, το Spiegel για το κεντρικό άρθρο της 1,99 ευρώ, η Frankurter Allgemeine τιμολογεί τα άρθρα της κατά κανόνα με 0,45 ευρώ, ενώ η Die Welt και η Tagesspiegel χρεώνουν την ανάγνωση των άρθρων τους κατά κανόνα με 0,25 ευρώ. Η πληρωμή γίνεται μέσω άμεσης τραπεζικής κατάθεσης, PayPal ή πιστωτική κάρτας. Από την τιμή πώλησης η Blendle παρακρατεί προμήθεια 30% ενώ το υπόλοιπο το αποδίδει στα συνεργαζόμενα μέσα.
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι εάν κάποιος χρήστης αγοράσει ένα άρθρο, αλλά τελικά θελήσει να αγοράσει ολόκληρη την εφημερίδα ή το αντίστοιχο περιοδικό, τότε αφαιρείται από το συνολικό κόστος το ήδη καταβληθέν ποσό. Ενώ η πλατφόρμα προσφέρει τη δυνατότητα φιλτραρίσματος των άρθρων βάση εννοιολογικών θεμάτων-λέξεων και συγγραφέων. Παράλληλα προσφέρει τη δυνατότητα αξιολόγησης των άρθρων καθώς και λειτουργία προτεινόμενων άρθρων μέσω έγκριτων επιμελητών όπως του αμερικανικού καθηγητή λογοτεχνίας Eric Jarosinski, γνωστός στο Twitter ως @NeinQuarterly.
Για αρκετούς αναγνώστες, η παραπάνω υπηρεσία θα είναι σίγουρα χρήσιμη. Άλλωστε μου άφησε αρκετά καλές εντυπώσεις η υπηρεσία της Blendle καθώς είχα την ευκαιρία να την δοκιμάσω και εγώ προσωπικά. Από την άλλη, όμως, εάν πιστεύουν οι παραδοσιακοί εκδοτικοί οίκοι ότι αυτή αποτελεί την ιδεατή λύση για την είσπραξη σημαντικών κεφαλαίων στα ταμεία τους, σφάλλουν σοβαρά.
Παρακάτω θα σας επεξηγήσω τους λόγους για τους οποίους τα έσοδα των συνεργατών εκδοτικών οίκων, θα είναι απειροελάχιστα.
1. Οι μικροπληρωμές είναι συνδεδεμένες και αυτές με «συναλλακτικό κόστος». Αυτό προσδιορίζει πολύ περισσότερο την πραγματική συναλλαγή απ' ό,τι η πραγματική τιμή που καταβάλλεται.
2. Στο κόστος συναλλαγών περιλαμβάνονται και διάφορες συναισθηματικές αλληλεπιδράσεις που λαμβάνουν χώρα μέρα με τη μέρα όπως για παράδειγμα το κόστος αναζήτησης της πληροφορίας που οφείλεται στην απόφαση εάν κάτι είναι χρήσιμο ή όχι. Επιπλέον για τα αγαθά της πληροφορίας ισχύει το εξής παράδοξο: Μονάχα μετά την απόκτηση και τη χρήση της πληροφορίας, μπορούμε να κρίνουμε εάν τελικά το προϊόν-η πληροφορία- άξιζε την τιμή του.
Τα παραπάνω λύνει εν μέρει μεν η Blendle, καθώς δίνει στον χρήστη-αναγνώστη τη δυνατότητα επιστροφής χρημάτων για διάφορους λόγους, εφόσον αυτός δεν μείνει ικανοποιημένος από την ποιότητα των άρθρων, θέτοντας όμως σε αυτούς ένα όριο.
Πέρα των παραπάνω, ο χρήστης έρχεται αντιμέτωπος και με το κόστος για πληροφορίες και έρευνα, καθώς αυτός δεν είναι σίγουρος εάν το συγκεκριμένο άρθρο που θέλει να αγοράσει, προσφέρεται δωρεάν σε κάποια άλλη πλατφόρμα (πρόσφατα η Amazon ανακοίνωσε ότι τα Prime μέλη της θα λαμβάνουν δωρεάν απεριόριστη 6μηνη χρήση ψηφιακής ανάγνωσης της Washington Post του Bezos, ενώ μετά το τέλος αυτής θα μπορούν να κάνουν χρήση της συνδρομητικής υπηρεσίας με ένα χαμηλό μηνιαίο ποσό των 3,99 δολαρίων!). Τα παραπάνω γεγονότα όπως είναι κατανοητό, αυξάνουν επιπλέον το συναισθηματικό κόστος συναλλαγών.
3. Η μη ενιαία τιμολογιακή πολιτική της Blendle (προκαθορισμένη από τους εκδοτικούς οίκους), αυξάνει επιπλέον το συναισθηματικό κόστος συναλλαγών καθώς ο χρήστης μπαίνει στη διαδικασία να συγκρίνει τιμές και να κάνει υπολογισμούς, σε βάρος της βιωματικής εμπειρίας του. Αντιθέτως, στη μουσική βιομηχανία και τη βιομηχανία του θεάματος (βλέπε iTunes, Netflix, Spotify και Amazon) βιώνουμε την αναδιαμόρφωση του επιχειρηματικού μοντέλου τους, από την πώληση μεμονωμένων μουσικών κομματιών ή κινηματογραφικών ταινιών– σε συνδρομητικό μοντέλο απεριόριστης χρήσης υπηρεσιών streaming με χρέωσης σταθερού μηνιαίου ποσού (Flat Rate).
4. Τα βάρη τoυ υφιστάμενου (παλαιού) επιχειρηματικού μοντέλου των εφημερίδων και των περιοδικών ήτοι υψηλά κόστη λειτουργίας, δομές και διαδικασίες, δεν είναι βιώσιμα τη σημερινή ψηφιακή εποχή.
Το πόσο πίσω, όμως, έχει μείνει η αναδιαμόρφωση του τοπίου των παραδοσιακών ΜΜΕ φαίνεται από το γεγονός η ίδια υπηρεσία της Blendle δεν τηρεί το ισχύον νομικό πλαίσιο στη Γερμανία (νόμος –Button Solution) σύμφωνα με τον οποίο όλες οι συμβατικές συναλλαγές που έχει συνάψει ο καταναλωτής με ηλεκτρονικά μέσα και οδηγούν αυτόματα σε υποχρεώσεις πληρωμής, θα πρέπει να επισημαίνονται σαφώς με την ένδειξη «παραγγελία μέσω υποχρέωσης πληρωμής» ή «αγοράς».
Τι θα συμβεί, όμως, εάν η Blende κερδίσει πραγματικά την εμπιστοσύνη των αναγνωστών; Σε αυτή την περίπτωση, η «ηλεκτρονική» ικανοποίηση των πελατών θα υπερτερήσει της φήμης των εμπορικών σημάτων ήτοι των γνωστών τίτλων των ΜΜΕ. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο αναγνώστης δεν θα δίνει πλέον σημασία στην πηγή προέλευσής του άρθρου ήτοι στον εκδοτικό τίτλο, γεγονός που θα επιφέρει το τέλος των εκδοτικών τίτλων! (βλέπε αντίστοιχα Η αγοραστική διαδικασία των καταναλωτών μετατοπίζεται υπέρ της Amazοn – χαμένοι οι κατασκευαστές).
Σχόλια