«Μα καλά, τι να έρθει να κάνει ο τουρίστας το χειμώνα στην Ελλάδα;». Είναι η φράση την οποία συχνά ακούμε, ακόμα και από ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό. Πολύ σωστά, τι να έρθει να κάνει σε μία χώρα που φημίζεται για τις παραλίες της, τον ήλιο και τα αμέτρητα νησιά της;
Ή μήπως θα μπορούσε να κάνει ό,τι κάνει και ο τουρίστας αυτή την εποχή σε έναν ανταγωνιστικό προορισμό, όπως η Τουρκία και η Ισπανία, που έχουν παραπλήσιες κλιματολογικές συνθήκες (σ.σ. η ζήτηση για χειμερινές διακοπές, μετά την καραντίνα, έχει επανακάμψει, αν και η νέα μετάλλαξη θέτει νέες προσκλήσεις, με τις βρετανικές εταιρείες να αυξάνουν τη χωρητικότητα τους σε θέσεις για χειμωνιάτικες διακοπές σε ανταγωνιστικούς προορισμούς).
Οι περισσότεροι ελληνικοί προορισμοί βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε πλήρη απραξία, με οτιδήποτε αυτό συνεπάγεται για την τοπική (και εθνική) οικονομική ανάπτυξη και την ανεργία. Η Ρόδος και η Κρήτη έκλεισαν την σεζόν (που πήγε πάρα πολύ καλά) μέσα στο Νοέμβριο, ενώ άλλοι προορισμοί επιμήκυναν και αυτοί τη σεζόν.
Η Αθήνα, ως city break προορισμός, αποτελεί τη μοναδική ίσως ευχάριστη παραφωνία, καθώς έχει ακόμα τουρισμό, κάτι που έχω την τύχη να παρατηρώ ο ίδιος, χρησιμοποιώντας καθημερινά το μετρό για το αεροδρόμιο.
Τουρίστες με σανδάλια/αθλητικά και με σορτς, φορτωμένοι με βαλίτσες, εξακολουθούν να συγχρωτίζονται με τους γηγενείς και πηγαινοέρχονται από και προς το αεροδρόμιο. Οι περισσότεροι από αυτούς δηλώνουν έκπληκτοι για το γεγονός ότι οι καιρικές συνθήκες αυτή την εποχή είναι τόσο καλές.
Το ερώτημα που προφανώς πλανάται είναι το ακόλουθο: «Δεν θέλουμε ή απλώς δεν μπορούμε να καταστήσουμε τη χώρα μας χειμερινό τουριστικό προορισμό;». Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, θα πρέπει πρώτα να καταρρίψουμε δύο αρκετά διαδεδομένους μύθους.
Μύθος 1ος: «Η Ελλάδα είναι κατ’ εξοχήν καλοκαιρινός προορισμός, καθώς οι τουρίστες που την επισκέπτονται έρχονται για τις παραλίες της»
Η χώρα μας φημίζεται για τα 3 S (sea, sun, sand) και (κακώς) έχει τοποθετηθεί στο μυαλό του μέσου τουρίστα ως αποκλειστικά καλοκαιρινός προορισμός. Σημαντική, εδώ, είναι η ευθύνη της πολιτείας, που, χωρίς πλάνο και στρατηγική, αδυνατεί να προσελκύσει τουρίστες το χειμώνα. Το destination branding το ανακαλύψαμε σχετικά πρόσφατα, ενώ όσοι προορισμοί το εφαρμόζουν θεωρούν ότι δημιουργώντας απλώς ένα σλόγκαν και ένα λογότυπο θα προσελκύσουν τουρίστες.
Ο ήπιος καιρός, στις περισσότερες τουλάχιστον περιοχές της χώρας μας, είναι ο σύμμαχός μας, τον οποίο δυστυχώς δεν έχουμε αξιοποιήσει.
Μύθος 2ος: «Ο τουρισμός το χειμώνα ταυτίζεται με το σκι, τα βουνά και τα χιονοδρομικά κέντρα»
Μέγα ατόπημα. Οι τουρίστες που αυτή τη στιγμή επισκέπτονται την Κύπρο, την Τουρκία και τα Κανάρια Νησιά, αλλά και εν γένει την Ισπανία, δεν το κάνουν για να πάνε σε χιονοδρομικά κέντρα. Έχουν και αυτές οι χώρες, όπως και εμείς, όμορφα και παραμυθένια χωριά και πόλεις που μπορούν να περπατηθούν με άνεση, μακριά από τον «χαμό» του υπερφορτωμένου καλοκαιριού (βλ. overtourism). Και εκεί ακριβώς θα πρέπει να στοχεύσουμε.
Υπάρχουν οικογένειες με παιδιά (που είναι σε σχολικές διακοπές), ηλικιωμένοι, νέοι (millennials – προτιμούν τις πόλεις), ψηφιακοί νομάδες, καθώς και όλοι αυτοί που έλκονται από εναλλακτικές μορφές τουρισμού (και εκεί υστερούμε, αν και τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια). Αρκετοί δε από αυτούς, σε ποσοστό που υπερβαίνει το 40%, είναι επαναλαμβανόμενοι.
Και μια νοοτροπία που πρέπει να εκλείψει...
Υπάρχει, ωστόσο, και ένα ακόμη εμπόδιο που θα πρέπει να υπερκεραστεί. Πρόκειται για την πεποίθηση ότι ο χειμώνας προορίζεται για την ξεκούραση «των πολεμιστών». Ένα μεγάλο σε διάρκεια διάλειμμα για διακοπές, αναψυχή, ψώνια κ.λπ. Κάποιοι δε βολεύονται και με τα εποχικά επιδόματα που λαμβάνουν. Σε αντίθεση με εμάς, οι άλλες χώρες κρατάνε τα καταστήματα ανοικτά και περιμένουν τους τουρίστες.
Διότι, το ζητούμενο εδώ είναι ότι δεν έχουν γίνει αρκετές συντονισμένες προσπάθειες (και κίνητρα) ώστε ένας προορισμός «να παραμείνει ανοικτός και το χειμώνα» (σ.σ. τότε μόνο κάποιος ΤΟ θα έφερνε τουρίστες στα νησιά ή την ενδοχώρα).
Ο τουρίστας δεν έρχεται απλώς για να μείνει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, αλλά για να ζήσει μία ολιστική εμπειρία: να επισκεφθεί μουσεία, καφέ, εστιατόρια, αρχαιολογικούς χώρους, να κάνει ποδήλατο, περιπατητικό ή αθλητικό τουρισμό κ.ά.
Οταν αποφασίσουμε να προσφέρουμε "όλο το πακέτο", τότε θα δούμε τον τουρισμό αλλιώς...
Σχόλια