Αθ. Σαββάκης, ΣΒΕ: Το κόστος ενέργειας ευθεία απειλή για την βιομηχανία και τη μεταποίηση
Για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και το ρόλο της βιομηχανίας και της μεταποίησης στο πλαίσιο του Thessaloniki Summit 2021, που πραγματοποιείται την Πέμπτη και την Παρασκευή 4 και 5 Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη μιλά σήμερα στο epixeiro.gr o Πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (Σ.Β.Ε.) κος Αθανάσιος Σαββάκης.
Στα κρίσιμα θέματα της συνομιλίας το κόστος της ενέργειας και ο ρόλος της αποθήκευσης μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου, το κόστος για τους εξαγωγείς που εκτελούν συμβόλαια προς το εξωτερικό, το καθεστώς των συναλλαγών ανάμεσα στις εταιρείες μεταποίησης και λιανεμπορίου. Ο Πρόεδρος του ΣΒΕ εξηγεί ότι «οι καταναλωτές πληρώνουν στις αλυσίδες λιανικού εμπορίου, κυρίως τα ελληνικά προϊόντα, σε τιμές πολύ υψηλότερες από τις κανονικές, λόγω της στρέβλωσης που δημιουργείται, λόγω της χρέωσης από τις αλυσίδες λιανικού εμπορίου στις τιμές των προϊόντων το σύνολο του πρόσθετου κόστους».
Αναφερόμενος στην Θεσσαλονίκη ιδιαίτερη έμφαση δίνει στην δημιουργία του Thess INTEC αλλά και στις τρεις μεγάλες επενδύσεις που έκαναν η Pfizer, η Cisco και η Deloitte.
Κύριε Σαββάκη, έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που το epixeiro.gr συνομίλησε μαζί σας, στα νέα γραφεία του ΣΒΕ για την τότε πορεία της οικονομίας, την πορεία του κλάδου της βιομηχανίας και της μεταποίησης. Σήμερα έχοντας «περάσει» πάνω από την ελληνική οικονομία μία από τις πιο σκληρές καραντίνες στην Ευρώπη πώς βλέπετε τις εξελίξεις;
Ένα σχεδόν χρόνο πριν ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ) είχε επισημάνει -ίσως για πολλοστή φορά- ότι η μεταποίηση και η βιομηχανία μπορούν να αποτελέσουν «ανάχωμα» σε παγκόσμιες κρίσεις όπως αυτή του κορονοϊού.
Στο πλαίσιο αυτό, η κατακόρυφη πτώση της επιχειρηματικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και των lockdowns, για τον ΣΒΕ ουσιαστικά ανέδειξε το μεγάλο θέμα της ορθής επιλογής των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων για τη χώρα, την επόμενη μέρα μετά τη λήξη της πανδημίας. Ειδικά μετά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, έχει καταστεί σαφές ότι η μεταποίηση και η βιομηχανία πρέπει να τεθούν στην προτεραιότητα έμπρακτης υποστήριξης ούτως ώστε να μπορούν να λειτουργούν ως ανάχωμα σε μελλοντικές τέτοιου τύπου κρίσεις.
Βεβαίως, ίσως είναι πλέον κουραστικό να επαναλαμβάνουμε ότι η μεταποίηση δημιουργεί σταθερές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, σε αντίθεση με άλλους σημαντικούς τομείς της οικονομίας. Άρα, η δημιουργία ενός συνεκτικού πλέγματος δράσεων βιομηχανικής πολιτικής επιμένουμε ότι θα συμβάλλει καταλυτικά στην πραγματική και βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αλλά, ταυτόχρονα, θα υποβοηθήσει τις εγχώριες επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις από το νέο επιχειρηματικό περιβάλλον και φυσικά να προσαρμοσθούν εγκαίρως για την αντιμετώπιση των προκλήσεων από την 4η βιομηχανική επανάσταση.
Να περάσουμε στο θέμα που αυτή τη στιγμή προκαλεί σοβαρότατες επιπτώσεις στην οικονομία, ακολούθως στη βιομηχανία, μεταποίηση. Το κόστος στην ενέργεια εκτινάχθηκε. Ο δείκτης πληθωρισμού ακροβατεί μεταξύ ασφαλών και μη ασφαλών επιπέδων. Τι έχετε να μας πείτε για αυτό, ποιες είναι οι επιδράσεις στον κλάδο, υπάρχει διέξοδος;
Καταρχάς θέλω να επισημάνω ότι για περισσότερο από μια δεκαετία οι φορείς υποστήριξης της επιχειρηματικότητας της χώρας όπως ο ΣΒΕ, ζητούν τη μείωση των φόρων που επιβαρύνουν τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει υπάρξει η ανάλογη ανταπόκριση από τις κυβερνήσεις της χώρας μας.
Σήμερα, η αύξηση συνολικά του κόστους ενέργειας αποτελεί σημαντικό πρόσκομμα για την ανάκαμψη της βιομηχανίας και είναι το μεγάλο θέμα των ημερών, το οποίο εν πολλοίς έχει επισκιάσει και αυτό ακόμα το θέμα της πανδημίας εξ αιτίας του Covid-19.
Δυστυχώς, η κατακόρυφη αύξηση του κόστους ενέργειας αποτελεί ευθεία απειλή για τη βιωσιμότητα της ελληνικής βιομηχανίας και μεταποίησης, λόγω της συμβολής του στη σημαντική αύξηση του λειτουργικού κόστους των μεταποιητικών επιχειρήσεων και ειδικά όσων από αυτές είναι ενεργοβόρες.
Η ανεπιθύμητη αυτή κατάσταση προφανώς δεν μπορεί να συνεχισθεί επ' αόριστον, διότι οι αντοχές της εγχώριας βιομηχανίας και ειδικά των μικρομεσαίων μεταποιητικών επιχειρήσεων με έδρα την ελληνική περιφέρεια δεν είναι μεγάλες, ειδικά αν σκεφθεί κανείς ότι άντεξαν μετά από δυο σημαντικές κρίσεις που έχουν διαρκέσει περισσότερο από μια δεκαετία.
Για μας είναι προφανές ότι για την επίλυση του προβλήματος χρειάζεται αλλαγή στο ενεργειακό μείγμα της χώρας. Η μεγαλύτερη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα οδηγεί με βεβαιότητα στην παραγωγή φθηνότερου ηλεκτρικού ρεύματος. Επιπλέον, ένα άλλο μεγάλο θέμα που μπορεί να μειώσει τις τιμές είναι η αποθήκευση φυσικού αερίου, αλλά και η αποθήκευση μεγάλης κλίμακας. Οι αποθηκεύσεις μεγάλης κλίμακας φυσικού αερίου στη χώρα θα οδηγούσαν με σαφήνεια σε εξοικονόμηση αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Σε περιόδους ενεργειακής κρίσης, όπως η τρέχουσα, τα ποσά που μπορούν να εξοικονομηθούν από την αποθήκευση μεγάλης κλίμακας, θα μπορούσαν να διατεθούν για την επιδότηση του κόστους ενέργειας τουλάχιστον για τα νοικοκυριά, η πλειονότητα των οποίων σήμερα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υπέρογκες αυξήσεις στο ρεύμα.
Η έντυπη έκδοση του «The Economist» April 10th-16TH-2021 έγραψε για την αύξηση του κόστους ενέργειας στηρίζοντας την ανάλυση σε δύο κύριες παραμέτρους: στην εξέλιξη του κλάδου φυσικού αερίου και στα δικαιώματα εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα. Η Ευρώπη το γνώριζε, το ίδιο και η Ελλάδα, γιατί δεν υπήρξαν μέτρα αντιστάθμισης των κινδύνων αυτών;
Πιστεύω ότι η απάντηση δεν είναι καθόλου εύκολη, μιας και όπως όλοι γνωρίζουμε, το θέμα της αύξησης του κόστους ενέργειας εμπεριέχει τόσο γεωπολιτικές όσο και γεωστρατηγικές παραμέτρους. Άρα, το ζητούμενο είναι να βρεθούν σήμερα και να υλοποιηθούν άμεσα τα κατάλληλα μέτρα που θα αποτρέψουν μια βαθιά ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας, με προφανή αρνητικά αποτελέσματα για μικρές οικονομίες όπως η ελληνική.
Με τι κόστος σήμερα οι εξαγωγείς εκτελούν τα συμβόλαια που έχουν υπογράψει προς το εξωτερικό; Τα καλύπτουν πιθανά από ίδια κεφάλαια ή από μεγάλα συμβόλαια ασφάλισης πιστώσεων που ενδεχομένως να περιλαμβάνουν τον κίνδυνο αυτό;
Είναι γεγονός ότι η εκτίναξη των τιμών φυσικού αερίου και τα δικαιώματα εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα, οδήγησαν στην αύξηση του κόστους ενέργειας και συνεπαγόμενα επηρεάζουν αρνητικά τη ρευστότητα όλων ανεξαιρέτως των επιχειρήσεων. Επιπρόσθετα, η λύση στο πρόβλημα γίνεται ακόμα δυσκολότερη γιατί οι ελληνικές επιχειρήσεις που είδαν να αυξάνονται οι εξαγωγές τους εν μέσω της υγειονομικής κρίσης είτε θα συνεχίσουν να εκτελούν τα συμβόλαιά τους, αντιμετωπίζοντας τεράστιες ζημίες εξαιτίας της αύξησης του κόστους ενέργειας, είτε θα αναγκαστούν να μην εκτελέσουν τις συμφωνίες τους και να γίνουν αναξιόπιστες στη διεθνή αγορά.
Άρα, πράγματι υπάρχει πρόβλημα, αφού όντως αρκετές επιχειρήσεις καλύπτουν το κόστος των εξαγωγών από ίδια κεφάλαια με προφανές αποτέλεσμα την αύξηση του λειτουργικού τους κόστους και τη μείωση της ανταγωνιστικότητάς τους.
Σε κάθε περίπτωση, το πρόβλημα είναι κομβικό για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και για τη δημιουργία νέων και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας που μόνον η βιομηχανία και η μεταποίηση είναι δυνατόν να παρέχουν. Το κράτος πρέπει να δώσει τη λύση, για να μην χαθούν διεθνείς αγορές από τις δυναμικές εξαγωγικές επιχειρήσεις μας.
Ένα θέμα που απασχολεί τον κλάδο σας είναι το καθεστώς των συναλλαγών ανάμεσα στις εταιρίες μεταποίησης και λιανεμπορίου. Πώς πραγματοποιούνται σήμερα αυτές οι συναλλαγές, ποιες οι συνέπειες για τον κλάδο;
Σήμερα, οι καταναλωτές πληρώνουν στις αλυσίδες λιανικού εμπορίου, κυρίως τα ελληνικά προϊόντα, σε τιμές πολύ υψηλότερες από τις κανονικές. Αυτό συμβαίνει λόγω της στρέβλωσης που δημιουργείται, λόγω της χρέωσης από τις αλυσίδες λιανικού εμπορίου στις τιμές των προϊόντων το σύνολο του πρόσθετου κόστους, όπως παρεχόμενες υπηρεσίες, προωθητικές ενέργειες, εκπτώσεις, κ.λπ.
Ο ΣΒΕ προτείνει να θεσπιστεί νομοθετικά η αναγραφή της καθαρής (net) τιμής του προϊόντος στο τιμολόγιο και ν’ αναγράφεται ξεχωριστά το σύνολο του πρόσθετου κόστους. Υπογραμμίζουμε ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΣΒΕ, το επιβαλλόμενο πρόσθετο κόστος, κυρίως στην ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση, ανέρχεται σε ποσοστό από 35% έως και 60% επί της καθαρής τιμής πώλησης ενός προϊόντος.
Πέρυσι είχαμε συζητήσει το θέμα της βιομηχανικής πολιτικής που χρειάζεται η Ελλάδα. Σήμερα πού βρισκόμαστε;
Κατά τον ΣΒΕ, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας και της μεταποίησης της χώρας βασικό ζητούμενο είναι η επιλογή των ορθών αναπτυξιακών πολιτικών, άρα μια ξεκάθαρης βιομηχανικής πολιτικής, η οποία θα εισφέρει θετικά στην έμπρακτη υποστήριξη της μεταποιητικής βάσης της χώρας.
Προς αυτή την κατεύθυνση είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι, αφού έχει ήδη συσταθεί από πέρυσι τον Αύγουστο η «Κυβερνητική Επιτροπή Βιομηχανίας», η οποία θα λειτουργήσει ως το όργανο εκείνο το οποίο θα διαμορφώσει το πλαίσιο της κατάλληλης βιομηχανικής πολιτικής για τη χώρα, τα επόμενα χρόνια.
Υπενθυμίζουμε ότι η σπουδαιότητα του συγκεκριμένου οργάνου αποδεικνύεται από την υψηλή εκπροσώπηση της Κυβέρνησης, γεγονός μοναδικό στο πεδίο της διαμόρφωσης των κατάλληλων αναπτυξιακών πολιτικών τα τελευταία σαράντα χρόνια συγκεκριμένα, η «Κυβερνητική Επιτροπή Βιομηχανίας» αποτελείται από έξι Υπουργούς και από έξι εκπροσώπους φορέων εκπροσώπησης της βιομηχανίας. Ως εκ τούτου, γίνεται αντιληπτό ότι η παρούσα Κυβέρνηση επιθυμεί να συνδιαμορφώσει την επόμενη μέρα για τη μεταποίηση με τους κατ’ εξοχήν φορείς που εκπροσωπούν τη βιομηχανία και τη μεταποίηση στη χώρα.
Ας μιλήσουμε σε επίπεδο τοπικό. Η Θεσσαλονίκη έχει καταφέρει να μπει στο διεθνή επιχειρηματικό χάρτη. Ποιοι είναι οι συντελεστές και τι μένει να γίνει ακόμα, ποια τα οφέλη για την ελληνική οικονομία;
Η Θεσσαλονίκη, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, αλλά περισσότερο σήμερα, διαθέτει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για τη μετεξέλιξή της σε κόμβο επιχειρηματικότητας υψηλής απόδοσης και καινοτομίας, τόσο για τη χώρα όσο και για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η υψηλή συγκέντρωση Πανεπιστημίων, Ερευνητικών Ινστιτούτων, Θερμοκοιτίδων επιχειρήσεων, Φορέων υποστήριξης επιχειρήσεων, και, κυρίως, καινοτόμων εξωστρεφών επιχειρήσεων, συνιστούν ένα τοπικό οικοσύστημα που μπορεί πράγματι να τοποθετήσει με αξιώσεις τη Θεσσαλονίκη στη διεθνή αγορά επενδύσεων, και ειδικά στη διεθνή αγορά επενδύσεων καινοτομίας.
Σ΄ αυτήν την κατεύθυνση, μπορεί να συμβάλλει καταλυτικά το όραμα δημιουργίας του Τεχνολογικού Πάρκου 4ης γενιάς Thess INTEC, το οποίο κινητοποιεί περαιτέρω τους συμμετέχοντες στο εθνικό σύστημα καινοτομίας για την προσέλκυση ιδιωτικών επιχειρήσεων που θα επενδύσουν στη Θεσσαλονίκη με κέντρο την εφαρμοσμένη έρευνα και την καινοτομία.
Το Thess INTEC μπορεί, σύμφωνα με τις σχετικές μελέτες, να δημιουργήσει περισσότερες από 7.000 θέσεις εργασίας, άρα να συμβάλλει στην ανάσχεση του brain drain για τη χώρα και να εισφέρει 11,2 δισεκατομμύρια ευρώ στην Εθνική Οικονομία.
Επιπλέον, οι πρόσφατες επενδύσεις των Cisco, Pfizer και Deloitte στη Θεσσαλονίκη τοποθετούν την πόλη μας στους διεθνείς προορισμούς επενδύσεων υψηλής τεχνολογίας. Αυτό σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες παγκόσμιας εμβέλειας με την παρουσία τους στη Θεσσαλονίκη ουσιαστικά κινητοποιούν το διεθνές ενδιαφέρον για επενδύσεις στην πόλη μας και στη Βόρεια Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που θα πρέπει να γίνει κατανοητό απ' όλους μας είναι ότι η συνένωση δυνάμεων για την εξασφάλιση βιώσιμου αναπτυξιακού μέλλοντος για τη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη περιοχή είναι ο μοναδικός δρόμος και τρόπος για την άρση των αναπτυξιακών αδιεξόδων. Άλλωστε πιστεύω μας είναι ότι η ανάδειξη της Θεσσαλονίκης σε παγκόσμια περιοχή παραγωγής καινοτομίας και υψηλής τεχνολογίας είναι και κοινωνικό στοίχημα για την πόλη μας.
Αύριο Πέμπτη και μεθαύριο Παρασκευή διεξάγεται το «Thessaloniki Summit 2021» χορηγός επικοινωνίας τους οποίου είναι το epixeiro.gr. Τι προσδοκάτε από το συνέδριο αυτό;
Το Thessaloniki Summit 2021 πραγματοποιείται εφέτος με τη φυσική παρουσία ομιλητών και συνέδρων μετά την περυσινή διοργάνωση που ήταν εξ ολοκλήρου διαδικτυακή.
Κι εφέτος, περισσότερο από 60 διεθνούς κύρους ομιλητές, καθιερώνουν πλέον τη «Σύνοδο της Θεσσαλονίκης» ως σημαντικό εργαλείο σχεδιασμού αναπτυξιακών πολιτικών και μέσο σύναψης επιχειρηματικών συνεργασιών. Υπουργοί, Εκπρόσωποι Κυβερνήσεων, Επίτροποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βουλευτές και Ευρωβουλευτές, Υψηλόβαθμα στελέχη Διεθνών Οργανισμών, Επιχειρηματίες και Ακαδημαϊκοί, θα συζητήσουν επί δυο ημέρες για σημαντικά θέματα που αφορούν στην ανάπτυξη στη μετά COVID εποχή. Οι προσδοκίες μας είναι, όπως πάντα, υψηλές και αφορούν το πεδίο της ανάπτυξης διεθνών συνεργασιών μεταξύ επιχειρήσεων, και παραγωγής ιδεών για αναπτυξιακές πολιτικές που θα μπορούσαν να εισφέρουν θετικά στην έμπρακτη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας τα επόμενα χρόνια, καθώς επίσης και στην ανάπτυξη κοινών επιχειρηματικών σχημάτων στα Βαλκάνια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Σχόλια