Εξήντα έξι χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αλεξανδρούπολης στο δρόμο για την Ορεστιάδα και τη Νέα Βύσσα, στα τελευταία υψώματα της οροσειράς Ροδόπης απαντάται το Σουφλί, έδρα του Δήμου Σουφλίου, 500 μέτρα από τον δεύτερο σε μέγεθος ποταμό της ΝΑ Ευρώπης, μετά τον Δούναβη και κυριότερο ποταμό της Βαλκανικής Χερσονήσου, με συνολικό μήκος περίπου 530 χιλιόμετρα, τον ποταμό Εβρο, γνωστό και ως Μαρίτσα.
Μέχρι τις αρχές του 1980 η πλειοψηφία των κατοίκων της περιοχής, όπως μου είπαν στην ξενάγηση που μου έκαναν και στα δύο πολύ ιδιαίτερα μουσεία της πόλης, ασχολούνταν με την σηροτροφία, τη τέχνη της εκτροφής μεταξοσκωλήκων για την παραγωγή μεταξιού. Η σηροτροφία μετά το 1980 παρήκμασε. Ωστόσο, με προσπάθειες που γίνονται οι μεταξοσκώληκες σταδιακά επιστρέφουν στην πόλη που άνθησαν.
Η ιστορία του μεταξιού συναντάται στα βάθη των αιώνων και είναι συνυφασμένη με κινεζικούς μύθους. Το μυστικό της σηροτροφίας μεταφέρθηκε στην Ιαπωνία τον 8ο αιώνα π.Χ. από Κινέζους που μετέφεραν κρυφά τον σπόρο του μεταξοσκώληκα και την τεχνογνωσία. Τον 4ο αιώνα π.Χ. με τις εκστρατείες του Μέγα Αλεξάνδρου το μετάξι έγινε γνωστό στους αρχαίους Έλληνες και στους Ρωμαίους.
Το Σουφλί και η γύρω περιοχή δεν είναι γνωστό μόνο για το «μεταξωτό» σκουλήκι
Το Σουφλί, γράφει ο Δήμαρχος Σουφλίου, ξεχωρίζει στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο, από τη μία το προστατευόμενο από τις διεθνείς συνθήκες Εθνικό Πάρκο Δαδιάς-Λευκίμμης-Σουφλίου με τη θαυμάσια, μοναδική του βιοποικιλότητα και από την άλλη το Σουφλί, η απανταχού γνωστή πόλη του μεταξιού, του οποίου ολόκληρη η οικονομία μένει ζωντανή, από τους μωρεώνες έως την επεξεργασία και προώθηση των περίφημων σουφλιώτικων μεταξωτών, αλλά και την αρχιτεκτονική των κουκουλόσπιτων, που διαμορφώνει ένα αστικό τοπίο τόσο διαφορετικό από κάθε άλλον οικισμό, με αιχμή του δόρατος το εργοστάσιο Τζίβρε και τα μουσεία του μεταξιού.
Παρακαταθήκη τουριστικών προορισμών
«Πέρα όμως από τη γνωστή πλευρά του Σουφλίου, υπάρχει μία ολόκληρη παρακαταθήκη τουριστικών προορισμών, λίγο γνωστών μέχρι σήμερα, αλλά εξίσου γοητευτικών. Είναι το αρχαιότατο, από 40 εκατομμύρια χρόνια απολιθωμένο δάσος, η κληρονομιά του μεγαλιθικού πολιτισμού, με τα ντολμέν, τα τοτεμικά μανιτάρια, οι βραχογραφίες, τα ανοικτά ιερά και τα απλωμένα παντού προϊστορικά κάστρα.
Είναι η μοναδική αρχιτεκτονική των ορεινών χωριών και τα μνημεία του αγροτικού τοπίου, παμπάλαιες πέτρινες γέφυρες, υδρόμυλοι, κρήνες και άλλα, το σημαντικότερο παγκοσμίως μπεκτασικό μοναστήρι του Κιζίλ Ντελί, από το 1401/2, οι αρχαίοι τεκέδες και τα υπόλοιπα μουσουλμανικά καθιδρύματα, οι μεταβυζαντινοί ναοί, διάσπαρτοι σε όλους τους οικισμούς με τις χαρακτές άγιες τράπεζες, τις εικόνες και την αρχιτεκτονική τους, δημιουργική σύνθεση γνώσεων από Ανατολή και Δύση.
Είναι από την άλλη οι εκφάνσεις και οι εκδηλώσεις του κατά παράδοση βίου, σμίξιμο πολλών πολιτισμών και επιρροών, τα κουρμπάνια, ο εκστατικός διονυσιακός Μπέης, η εξαιρετικά πλούσια γαστρονομία του τόπου, η πανάρχαια παράδοση της αμπελουργίας και οινοποιίας που συνεχίζει πιο ζωντανή σήμερα, η μελισσοκομία, γνωστή από τους αρχαίους συγγραφείς, αλλά κι οι γιορτές και δραστηριότητες του σήμερα, η γιορτή των μανιταριών, του τσίπουρου και του μεταξιού, οι λιμναίες δραστηριότητες και η ιππασία στο Τυχερό και πολλά άλλα.
Είναι πάνω απ' όλα η βιωματική και τόσο χαρακτηριστική για τον ντόπιο, σουφλιώτικη ψυχοσύνθεση, όπως αυτή ξεδιπλώνεται στην καθημερινότητά του, στις γραφικές «καλύβες», τις απλωμένες στις ήπιες πλαγιές δίπλα στο Σουφλί, όπου ο Σουφλιώτης καλλιεργεί το αμπέλι του, τρώει και πίνει με τον γνήσιο θρακιώτικο τρόπο, συζητά και φιλοσοφεί και πάνω από όλα ατενίζει τον κόσμο με μία αέναη αισιοδοξία.
Εξήντα καροποιεία και 800.000 κιλά κουκούλια
Το Σουφλί αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή στα 1667 ως ένα κεφαλοχώρι απαλλαγμένο από φόρους. Φαίνεται ότι αποτελούσε κτήμα μοναστικού τάγματος. Κατά την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το Σουφλί αποτελούσε ισχυρό οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό κέντρο που απλωνόταν και στην ανατολική όχθη του ποταμού Έβρου με πληθυσμό της τάξης των 60.000 ατόμων. Η ραγδαία ανάπτυξη οφείλεται στην σηροτροφία. Στο Σουφλί ιδρύθηκαν εργοστάσια επεξεργασίας μετάξης των Αζαρία και Πάπο (1908), των Τζίβρε (1920) που ήταν και η μεγαλύτερη μονάδα της περιοχής και του Π. Χατζησάββα, το εργοστάσιο Τσιακίρη (1954).
Στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης συνετέλεσαν η αμπελουργία και οινοποιεία, παράλληλα αναπτύχθηκαν πολλά καροποιεία, 60 των αριθμώ και σιδηρουργεία που λειτουργούσαν πριν το 1922, καθώς και οι 4 ατμοκίνητοι αλευρόμυλοι και αρκετές μονάδες παραγωγής σισαμελαίου. Σε ό,τι αφορά την παραγωγή κουκουλιών θα πρέπει να σημειωθεί ότι το Το 1993, η παραγωγή έφτανε σε 5.000 κιλά από 800.000 κιλά που ήταν το 1908.
Τα έθιμα των κατοίκων του Σουφλίου με έντονο χρώμα από το θρακικό στοιχείο μαρτυρούν την καταγωγή τους από το μεγάλο Θρακικό Φύλο της Βαλκανικής Χερσονήσου και το Βορειοανατολικό Αιγαίο.
Σχόλια