Η γρήγορη ανάκαμψη πρέπει να υποστηριχθεί με τη μείωση της επιχειρηματικής θνησιμότητας
Καθώς ο πλανήτης διέρχεται της ισχυρότερης οικονομικής κρίσης στη σύγχρονη εποχή και ενώ η πανδημία φαίνεται ότι βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, είναι σημαντικό να ακολουθηθεί μία σταθερή πολιτική από τα σύγχρονα κράτη, ώστε να περιορίσουν τον αρνητικό αντίκτυπο στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Τον Απρίλιο του 2020, στο World Economic Forum, συζητήθηκαν θέματα που αφορούσαν στην πιθανή έκρηξη των πτωχεύσεων και προτάθηκε ως κορυφαία προτεραιότητα των κυβερνήσεων να είναι η Ισοπέδωση της Καμπύλης (flattening the curve) της επιχειρηματικής θνησιμότητας.
Η στήριξη των εταιριών κάθε μεγέθους, μικρομεσαίων ή μεγάλων επιχειρήσεων, είναι καίριας σημασίας για τη διατήρηση της απασχόλησης και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ενώ πολλοί οικονομολόγοι και αναλυτές μακροοικονομικών, ενθαρρύνουν την ταχύτατη εκταμίευση ρευστότητας προς αυτές. Η πολιτική υποστήριξης των επιχειρήσεων έως ότου επανέλθουν οι αγορές, μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης, σημαίνει πιθανότατα την αύξηση του εξωτερικού δανεισμού, ώστε να επιχορηγηθεί η διάσωση των επιχειρήσεων. Ωστόσο, κρίνεται απολύτως βέβαιο ότι αξίζει τον κόπο να αποφευχθεί ένα ακραία υψηλό ποσοστό ανεργίας, που θα έχει ως αποτέλεσμα την παρατεταμένη οικονομική ύφεση, σε όσες χώρες δεν λάβουν έγκαιρα μέτρα.
Η ισοπέδωση της καμπύλης της επιχειρηματικής θνησιμότητας, σημαίνει ουσιαστικά τη μείωση της έντασης των πτωχεύσεων, έως ότου οι συνθήκες επιστρέψουν στην κανονικότητα και κατ' επέκταση η παγκόσμια οικονομία. Εάν το ποσοστό είναι σχετικά χαμηλό, σε ότι αφορά στις επιχειρήσεις που κλείνουν εξ αιτίας του αρνητικού αντίκτυπου που αντιμετωπίζουν από την πανδημία, πιθανότατα η ανάκαμψη θα είναι γρήγορη. Αν όμως το ποσοστό μείωσης της επιχειρηματικότητας είναι τραγικά υψηλό, η ύφεση θα διαρκέσει ένα απροσδιόριστο διάστημα, που θα επιτρέψει την ανάπτυξη επιπλέον αρνητικών επιπτώσεων και πολλές οικονομίες θα οδηγηθούν σε τέλμα.
Με δεδομένο ότι η επιχειρηματικότητα είναι πηγή ανάπτυξης και ευημερίας καθώς αυξάνει την απασχόληση, το εισόδημα, άρα συνακόλουθα τις καταθέσεις, τις επενδύσεις και τελικά το εθνικό προϊόν, είναι κρίσιμης σημασίας η υποστήριξη και διάσωση ενός μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων, με αντικειμενικά και υγιή κριτήρια. Σε αυτά τα κριτήρια πρέπει να περιλαμβάνονται παράγοντες που αφορούν και τα προηγούμενα χρέη των επιχειρηματιών που επιδοτούνται, αλλά και της οικονομικής τους δραστηριότητας, χωρίς να παραγνωρίζονται οι αναπάντεχες συνθήκες που δημιουργήθηκαν από την πανδημία. Είναι απαραίτητο να αποφευχθεί ο κίνδυνος προσθήκης χρέους σε επιχειρήσεις που πριν την υγειονομική κρίση, παρουσίαζαν υψηλότατο δανεισμό και άλλα χρέη.
Για το λόγο αυτό στις προτάσεις του World Economic Forum περιλαμβάνεται η στενότερη συνεργασία μεταξύ τραπεζών και κυβερνήσεων, που είχε έως πρόσφατα δευτερεύουσα σημασία. Μάλιστα, προτείνεται η ανάπτυξη πρακτικών που βοηθούν την παγκόσμια χρηματοοικονομική σταθερότητα, παραβλέποντας τις εθνικές προτεραιότητες, με την καθοδήγηση των παγκόσμιων ρυθμιστικών οργανισμών. Το παράδειγμα της Κίνας, όπου κυβέρνηση και τράπεζες συνεργάστηκαν στενά για την υποστήριξη των ΜμΕ είναι διδακτικό. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η οποία αναμένεται, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ότι θα υποστεί τις δριμύτερες οικονομικές επιπτώσεις από την πανδημία, εξ αιτίας της μεγάλης έκθεσής της στον Τουρισμό και του υπερβολικού ποσοστού μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων επί του συνόλου, έχει σημασία να υποστηριχθεί ένα μοντέλο επιχειρήσεων μεγαλύτερου μεγέθους.
Είναι βέβαιο ότι οι μικρές επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να χρηματοδοτηθούν ή να ανταπεξέλθουν σε περιόδους κρίσης, ενώ θυμίζουν ένα δάσος που καίγεται για τρίτη φορά σε μία δεκαετία. Σε κάθε περίπτωση, η οικονομική υποστήριξη που θα αποφασίσει να παρέχει η κυβέρνηση προς τις επιχειρήσεις, πρέπει να υλοποιηθεί με δίκαιους και διαφανείς κανόνες, αλλά και με μακρόπνοο πρόγραμμα ενδυνάμωσης της ελληνικής επιχειρηματικότητας, χωρίς να θέτει τα θεμέλια για μία νέα κρίση ‘φερεγγυότητας’ και τη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η, επί δεκαετίες, προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η επιμονή για αποκρατικοποιήσεις σε όλα τα κράτη, ίσως πρέπει να επανεξεταστεί με βάση τις νέες συνθήκες που δημιουργούνται και απαιτούν κρατικές παρεμβάσεις και στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων, ή ακόμη και κρατικοποιήσεις προκειμένου να μην χαθούν άλλες επιχειρήσεις και άρα άλλες θέσεις εργασίας. Σίγουρα δεν πρόκειται για το τέλος του καπιταλισμού, αλλά για μία σκόπιμη διαχείριση της επιχειρηματικής θνησιμότητας με τον απαραίτητο κρατικό παρεμβατισμό. Οι κυβερνήσεις πρέπει να προχωρήσουν σε τέτοιες παρεμβάσεις και κρατικοποιήσεις, εφόσον κριθεί απαραίτητο, χωρίς να φοβούνται ότι η υπερβολική συγκέντρωση της επιχειρηματικότητας στο κράτος, θα μετατραπεί σε μία μόνιμη κατάσταση.
Άλλωστε υπάρχει η εμπειρία διαχείρισης των αποκρατικοποιήσεων με ομαλότητα, μόλις οι συνθήκες είναι ευνοϊκές. Αυτή τη στιγμή προέχει η διαχείριση των κρίσιμων μακροοικονομικών δεικτών που αφορούν στην επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, αλλά και η ανατροπή της επιφυλακτικότητας στις επενδύσεις, καθώς κυριαρχεί η αβεβαιότητα για τον χρόνο που θα απαιτηθεί έως το τέλος της ‘οικονομικής και υγειονομικής περιπέτειας’.
Πηγές: World Economic Forum, April 2020, Τράπεζα της Ελλάδος, Ιούνιος 2020, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Δεκέμβριος 2020
Σχόλια