Μια φορά και ένα καιρό υπήρχε ένα δημιουργικό γραφείο το οποίο, μέσα από μια διαδικασία δημιουργικής αυτοαναφορικότητας και ένα παραμύθι, μπορούσε να αφηγηθεί την ίδια του την απόπειρα επικοινωνίας.
Ο Μιχάλης Γεωργίου έχει μεγαλώσει στην Αθήνα και έχει σπουδάσει στην Αθήνα και το Λονδίνο, ενώ τα τελευταία 24 χρόνια διδάσκει στο Κολέγιο Βακαλό. Για χρόνια εργαζόταν ως freelancer ώσπου κάποια στιγμή, πριν από εννιά χρόνια, αποφάσισε να δημιουργήσει μαζί με τον Αλέξανδρο Γαβριλάκη το G design studio. Τα τελευταία πέντε χρόνια στον σκληρό πυρήνα της ομάδας προστέθηκε ένας τρίτος συνέταιρος, ο Δημήτρης Στεφανίδης. Στο παραμύθι που πρόσφατα δημιούργησαν προκειμένου να αποτυπώσουν τις επαγγελματικές τους σχέσεις αλλά και να καταγράψουν τις δυναμικές που αναπτύσσονται μέσα από αυτές, οι «τρεις μπραντοφύλακες» καλούνται να σχεδιάσουν μία καινούρια μπέρτα για τον Μικρό Πρίγκιπα που «να ανεμίζει ελαφρά σαν βοριαδάκι νοτιοανατολικό πάνω από τις Κυκλάδες» ώστε να τον βοηθήσει να μεταφερθεί πετώντας στα πέρατα της γης καθώς και πίσω στον πλανήτη του...
Όλα ξεκίνησαν όταν ενώ πετούσε πάνω από την Ακρόπολη, η μπέρτα του παρουσίασε μια τεχνική δυσκολία ανεμίσματος και επισκέφθηκε το λευκό πανδοχείο των τριών μπραντοφυλάκων για να μπορέσει να πετάξει ξανά. Έτσι ακριβώς και το γραφείο της G design studio στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας αποτελεί σκόπιμα έναν λευκό καμβά όπως μας επισημαίνει ο κύριος Γεωργίου προκειμένου να προκαλεί την έμπνευση, την έμπνευση όχι απαραίτητα για την υλοποίηση κάποιου μεγαλεπήβολου στο άκουσμα σκοπού ή την απόκτηση ενός ακόμα βραβείου αλλά στην επίτευξη μιας πιο όμορφης πραγματικότητας όχι μόνο οπτικά και αισθητικά αλλά και ουσιαστικά. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στη καθημερινότητα του γραφείου τους έχουν εντάξει την παραγωγή κοινών γευμάτων τα οποία αναλαμβάνει να δημιουργήσει ένα από τα μέλη της ευρύτερης ομάδας εμπνεόμενο από ένα project-πελάτη κάθε φορά ενώ τα υπόλοιπα μέλη προσπαθούν να λύσουν τον γρίφο της αναφοράς που εμπνέει κάθε φορά το γεύμα. Η τέχνη του εικαστικού στησίματος των πιάτων μπορεί να παραπέμπει για παράδειγμα σε μια gallery ή η αυστηρή διάταξή τους σε ένα σπαρτιάτικο λάδι.
Όπως χαρακτηριστικά μας αναφέρει το design δεν είναι απλώς μια δουλειά είναι ένας τρόπος ζωής: «Επικοινωνούμε σχεδόν οτιδήποτε υπάρχει στη καθημερινότητά μας, ένα εισιτήριο του μετρό, μια συσκευασία, ένα βιβλίο, μία αφίσα, μια ταμπέλα, ένα λογοτυπάκι στο κινητό... Είναι πραγματικά τόσες πολλές οι εφαρμογές του design που κάνοντας όμορφα τα καθημερινά πράγματα, αναβαθμίζεται συνολικά η οπτική ποιότητα στην καθημερινότητα των ανθρώπων». Θέλουν ωστόσο να σχεδιάζουν σε βάθος και για αυτό το design για εκείνους αποτελεί μια ευχάριστη αλλά ταυτόχρονα επίπονη διαδικασία. Όλες οι καμπάνιες τους δημιουργούν οπτικές εμπειρίες καθώς εμπεριέχουν ένα μήνυμα που επικοινωνείται. Δεν είναι απλώς ωραίες σύμφωνα με εικαστικά δεδομένα αλλά αντιθέτως παρεμβάλλεται κάθε φορά μια διαδικασία που προσομοιάζει με τη μάθηση προκειμένου να τους προσδώσει βαρύτητα αλλά και αντοχή στο χρόνο.
Χωρίς μανιέρα το G design studio τυγχάνει να έχει εργαστεί πολλές φορές με αναθέσεις που έχουν να κάνουν με πολιτιστικούς και εκπαιδευτικούς οργανισμούς ακόμα και υπουργεία. Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, το Mουσείο της Ακρόπολης, τα Αθηναϊκά Θέατρα, η Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, το Γαλλικο Ινστιτούτο Αθηνών και το Υπουργείο Περιβάλλοντος αποτελούν μερικά από αυτά τα παραδείγματα. Όπως μας λέει ο κύριος Γεωργίου σε μια μικρή χώρα, όπου οι πολιτιστικοί φορείς είναι μετρημένοι στα δάχτυλα, οι αναθέσεις αυτές είναι που γίνονται ευρύτερα γνωστές αλλά ταυτόχρονα σε αυτές βρίσκουν και οι ίδιοι πιο πρόσφορο έδαφος προκειμένου να εκφράσουν συναίσθημα που πολύ συχνά, καθ' όλη τη διάρκεια της συνάντησής μας, μας αναφέρει ότι παίζει καθοριστικό ρόλο στις δημιουργίες τους.
Για καιρό το ελληνικό κοινό είχε συνηθίσει σε εφαρμογές που δεν ήταν καλά σχεδιασμένες αλλά πιστεύει πως πια έχουν γίνει μεγάλα βήματα σε σχέση με την εκπαίδευση του και πως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πλέον υπάρχουν πολλά δημιουργικά γραφεία που κάνουν καλή δουλειά και βραβεύονται στο εξωτερικό. «Νομίζω πως όταν η δουλειά σου έχει βάθος, δικαιολογείς και εξηγείς στον πελάτη γιατί κάνεις κάτι και δεν το κάνεις απλά επειδή σου άρεσε ή του άρεσε, τότε και εκείνος το κατανοεί και το δέχεται. Μέχρι πριν από κάποια χρόνια δεν ακούγαμε για τα δημιουργικά γραφεία, γνωρίζαμε κυρίως κάποιες μεγάλες διαφημιστικές εταιρείες. Σήμερα τα δημιουργικά γραφεία έχουν πολύ μεγάλους πελάτες και αναλαμβάνουν οργανισμούς κάτι το οποίο θα ήταν αδιανόητο παλαιότερα. Τώρα αυτό συμβαίνει και καλύπτεται έτσι και η ανάγκη των πελατών στο να επικοινωνούν πιο προσωπικά με τους ανθρώπους που σχεδιάζουν. Η πιο προσωπική επαφή, νομίζω, τους κάνει να αισθάνονται και μεγαλύτερη ασφάλεια».
Το ότι το γραφείο άνοιξε στην Ελλάδα ήταν μια σχεδόν αυτονόητη απόφαση. Βρίσκεται εδώ επειδή θεωρεί ότι ένας designer λειτουργεί καλύτερα στη χώρα του πόσω μάλλον στην Ελλάδα που διαθέτει ωραίο κλίμα, όλες τις εποχές και τις εναλλαγές που βοηθούν το «θερμοκήπιο των ιδεών» να ευδοκιμήσει. Ωστόσο όπως επισημαίνει: «Αν και η επικοινωνία στην Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο και δεν έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε από το εξωτερικό, είναι έτσι στο βαθμό που πηγαίνει μόνη της: Αν και το design είναι ένα εξαιρετικό εξαγώγιμο προϊόν, η βοήθεια του κράτους είναι ανύπαρκτη. Οι αγκυλώσεις από τη φορολόγηση μέχρι την τεράστια γραφειοκρατία ακόμη και το γεγονός ότι σε έναν κρατικό διαγωνισμό θα κερδίσει ο δημιουργός που έχει συλλέξει τα κατάλληλα έγγραφα και όχι απαραίτητα εκείνος με τη καλύτερη ιδέα, δεν βοηθά τους δημιουργικούς ανθρώπους να εξελιχθούν και να βοηθήσουν με τη σειρά τους τη χώρα».
Παλαιότερα είχαν την ιδέα «μπραντοποίησης» της Αθηναϊκής Ριβιέρας σαν έναν αυτόνομο τουριστικό προορισμό. Το brand Ελλάδα κατά την άποψη του κυρίου Γεωργίου αποτελείται από δύο επιμέρους κομμάτια, το ένα είναι οι άνθρωποι και το δεύτερο είναι η οπτική της, την οποία επικοινωνεί. Μια χώρα όμως οφείλει να έχει μια ταυτότητα ενιαία, συγκροτημένη επομένως και δυνατή, δεν μπορεί να επικοινωνεί την εικόνα της κατακερματισμένα. «Κάποια στιγμή πιστεύω ότι θα καταλάβουμε, ότι όπως επιλέγει κανείς ένα προϊόν από το ράφι όταν είναι καλά σχεδιασμένο, αντίστοιχα και το brand Ελλάδα θα έχει απήχηση, εκεί που θέλει να απευθυνθεί, όταν θα είναι καλά σχεδιασμένο».
Σχόλια