Ο όρος burnout αναφέρεται στην επαγγελματική εξουθένωση και πρόκειται για μια κλινικά τεκμηριωμένη ψυχοσωματική κατάσταση. Επαγγελματίες από διάφορους τομείς (π.χ. ψυχολογία, μάνατζμεντ κλπ.) παρέχουν λύσεις για όσους υποφέρουν από αυτήν την κατάσταση.
Το burnout είναι η κατάσταση εκείνη, κατά την οποία τα άτομα δεν έχουν άλλη ενέργεια για να συνεχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους αποτελεσματικά και αποδοτικά. Αισθάνονται μια γενικότερη κατάπτωση και δεν μπορούν να συνεισφέρουν πλέον σημαντικά στον οργανισμό για τον οποίο εργάζονται. Κάποιες από τις επιπτώσεις του burnout είναι η συναισθηματική απάθεια, η έλλειψη παρακίνησης για περαιτέρω προσπάθεια, καθώς και η μειωμένη αφοσίωση/δέσμευση στους στόχους του οργανισμού. Υπάρχει μια αίσθηση γενικότερης άρνησης τόσο για την εργασία όσο και για την ίδια τη ζωή.
Όσοι αισθάνονται εξουθενωμένοι παρουσιάζουν προβλήματα στην επικοινωνία τους με τους συναδέλφους, εκφράζοντας κυνικότητα και αρνητικότητα, έχουν μειωμένη αυτοεκτίμηση, καθώς νιώθουν ότι η απόδοσή τους μειώνεται (ακόμα κι αν αυτό είναι μονάχα στο μυαλό τους, όχι πάντα αληθές δηλαδή), ενώ δυσκολεύονται ακόμα και να σηκωθούν από το κρεβάτι να πάνε για δουλειά (ή να κάνουν το οτιδήποτε γενικά). Είναι χαρακτηριστικό, πως όταν εμφανίζονται σημάδια εξουθένωσης σε έναν χώρο εργασίας παρατηρείται αύξηση των απουσιών. Το burnout δεν είναι μακριά από την κατάθλιψη, ενώ έχει σοβαρές επιπλοκές τόσο για τη σωματική όσο και για την πνευματική μας υγεία και ισορροπία. Συνήθως, προκαλείται από ένα περιβάλλον με υψηλό άγχος και πίεση, καθώς και από υπερβολικό φόρτο εργασίας.
Το burnout μπορεί να αντιμετωπιστεί με τεχνικές διαχείρισης του στρες και με απομάκρυνση/εξάλειψη των αιτιών που το προκαλούν. Η εξουθένωση μπορεί να ελαφρυνθεί επίσης παίρνοντας κάποιες μέρες άδεια από τη δουλειά και κάνοντας άλλες ευχάριστες και χαλαρές δραστηριότητες. Ο εγκέφαλός μας στερεύει από ενέργεια λόγω των εργασιακών συνθηκών και δεν έχει χρόνο να αναπληρώσει αυτήν τη χαμένη ενέργεια. Γι' αυτό η προσωρινή ολιγοήμερη απομάκρυνση από τη δουλειά είναι ένα πρώτο βήμα. Επόμενο βήμα είναι να αλλαχθεί το εργασιακό πλαίσιο (η αιτία). Οι ρόλοι πρέπει να είναι ξεκάθαροι και σαφείς, ίσως και λιγότεροι απ' ό,τι πριν, ενώ οι διαδικασίες πρέπει να επανεξεταστούν και να αναδιοργανωθούν, εάν καταστεί αναγκαίο. Το κακό σύστημα οργάνωσης αποτελεί συχνά παράγοντα δημιουργίας στρες και εξουθένωσης.
Το συμπέρασμα είναι πως το burnout αποτελεί μια σοβαρή κατάσταση με καταστροφικές συνέπειες για τους ανθρώπους και τους οργανισμούς, αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί με τις κατάλληλες ενέργειες. Όσον αφορά το burnin όμως πρόκειται για μια πιο ακραία κατάσταση από την οποία, εφόσον παρουσιαστεί, ο εργαζόμενος μπορεί να μην ανακάμψει ποτέ, ενώ η πιο πιθανή λύση είναι η αποχώρηση. Ο όρος burnin, που εισάγεται σε αυτό το άρθρο, αναφέρεται σε μια εσωτερική κατάσταση απογοήτευσης του εργαζόμενου και απαξίωσης για τις βασικές αξίες του οργανισμού. Δεν πρόκειται μονάχα για μια νοητική κατάσταση, αλλά περισσότερο για μια ηθική αλλοτρίωση και αποστροφή. Είναι η στιγμή που το άτομο δε νιώθει σεβασμό για τον οργανισμό ούτε πιστεύει σε αυτόν, στο όραμα και στις αξίες του, ενώ δεν μπορεί να συμβαδίσει με τον τρόπο που γίνονται τα πράγματα. Ο εργαζόμενος νιώθει βαθιά μέσα στην ψυχή του μια σύγκρουση, μια ηθική διαφωνία ίση με την απόσταση που χωρίζει τις εργασιακές πεποιθήσεις, αξίες και πρακτικές του από αυτές του οργανισμού.
Το άτομο νιώθει έντονη έλλειψη παρακίνησης για βαθύτερους λόγους από αυτούς που δημιουργούνται από τη μείωση της ενέργειάς του, όπως στην περίπτωση του burnout. Η ενέργεια μπορεί να ανακτηθεί με τις κατάλληλες τακτικές, αλλά οι πεποιθήσεις και οι αξίες μας είναι δύσκολο να αλλάξουν, γιατί είναι βαθιά ριζωμένες μέσα μας και συνήθως δεν επιθυμούμε να αλλάξουν. Έτσι, ο εργαζόμενος δεν μπορεί να εναρμονιστεί με τον οργανισμό και κατά συνέπεια μειώνεται η απόδοσή του και εμφανίζεται έντονα το αίσθημα της απογοήτευσης, νιώθοντας απομονωμένος και ότι δεν εκτιμάται η προσφορά του. Η επικοινωνία δυσχεραίνεται και στην περίπτωση του burnin, κυρίως όμως επειδή δεν μιλάει την ίδια «γλώσσα» με τη διοίκηση. Δυσκολεύεται να εκτελέσει αυτό που του έχει ανατεθεί ή δεν έχει τη δυνατότητα να το κάνει με τον τρόπο που εκείνος θέλει.
Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επανέλθει κάποιος από μια ανάλογη κατάσταση. Μια εναλλακτική λύση είναι ο επανακαθορισμός των εργασιακών σχέσεων είτε αλλάζοντας τα άτομα είτε το εργασιακό πλαίσιο. Το να αλλάξουν τα άτομα, σημαίνει πως ο εργαζόμενος ή/και η διοίκηση είναι πρόθυμοι να αλλάξουν τις πεποιθήσεις και τις στάσεις τους για το πώς πρέπει να δουλεύουν τα πράγματα, κάτω από ποιες βασικές αξίες και αρχές. Αυτό, ομολογουμένως, είναι πολύ δύσκολο. Από την άλλη, το να αλλάξει το πλαίσιο σημαίνει ότι αλλάζει η μορφή και ο τρόπος της συνεργασίας. Για παράδειγμα μπορεί να αποφασιστεί από κοινού ότι ο εργαζόμενος θα δουλεύει με πιο ελεύθερους όρους. Σε αυτήν την περίπτωση, ο εργαζόμενος μπορεί να αντιμετωπιστεί ως μια ανεξάρτητη εργασιακή μονάδα που δουλεύει στο δικό του χρόνο και με τον δικό του τρόπο. Όπως συμβαίνει δηλαδή και με έναν εξωτερικό συνεργάτη, μέσα σε αμοιβαίως συμφωνημένα πλαίσια απόδοσης ή συγκεκριμένες απαιτήσεις και προδιαγραφές, αν και για όσο αυτό κρίνεται αναγκαίο. Αν αυτές οι λύσεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν ή δεν ευοδωθούν, τότε μάλλον θα πρέπει ο εργαζόμενος να αναζητήσει το επόμενο βήμα στην καριέρα του.
Σχόλια