Κάποιες φορές αναρωτιόμαστε, είτε ως εκπαιδευτές είτε ως πελάτες, «γιατί το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που διοργανώσαμε δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα ή γιατί δεν πέτυχε τους στόχους του».
Οι λόγοι που προτάσσονται είναι πολλοί, όπως:
- Κακός σχεδιασμός του περιεχομένου της εκπαίδευσης,
- Διαφορετικές προσδοκίες συμμετεχόντων,
- Ανεπάρκεια από πλευράς του εισηγητή,
- Λανθασμένη επιλογή των συμμετεχόντων,
- Μεγάλη ή μικρή διάρκεια του προγράμματος,
- Ακαταλληλότητα του χώρου ή/και του χρόνου εκπαίδευσης,
- Διεξαγωγή πολλών εκπαιδεύσεων. Υπερφόρτωση/ υπερπληροφόρηση,
- Ελλιπής προετοιμασία των συμμετεχόντων για την εκπαίδευση, κλπ.
Όμως, αυτά είναι, λίγο ως πολύ, γνωστά και οι διαφωνίες για το ποιος φταίει περισσότερο ή λιγότερο είναι ήσσονος σημασίας. Η ιστορία θα επαναλαμβάνεται, η μια εκπαίδευση θα διαδέχεται την άλλη. Το κύριο ερώτημα που τίθεται είναι άλλο: Γιατί, τελικά, δεν μαθαίνουμε;
Τόσες και τόσες εκπαιδεύσεις από διαφορετικούς εισηγητές και εταιρίες εκπαίδευσης, με διαφορετικές προσεγγίσεις και μεθοδολογίες, σε διαφορετικές χρονικές συγκυρίες και τελικά φαίνεται ότι οι συμμετέχοντες δεν μαθαίνουν ή τουλάχιστον όχι όσο θα θέλαμε. Τα ίδια προβλήματα διαιωνίζονται, λάθη και αστοχίες επαναλαμβάνονται, νοοτροπίες δεν αλλάζουν και πάει λέγοντας. Αν στην απόπειρα να απαντήσω στο συγκεκριμένο ερώτημα, με την ιδιότητα του εκπαιδευτή, προτάξω ένα ή περισσότερους από τους λόγους που προαναφέρθηκαν, στην καλύτερη περίπτωση θα έμοιαζε με υπεκφυγή, οπότε εστιάζω σε τρεις βαθύτερους...
...ξεκινώντας από μια διαφορετική αφετηρία
Η εκπαίδευση για να πετύχει τους όποιους στόχους της χρειάζεται πρωτίστως να περάσει από το στάδιο του «ξεμαθαίνω». Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι:
- Επιδιώκω να ιντριγκάρω τον κάθε συμμετέχοντα, έχοντας πρόθεση να τον βγάλω από τη ζώνη της άνεσης του για να δοκιμάσει να δει μια άλλη πραγματικότητα.
- Θέλω να τον δω να αμφιβάλλει για όσα (νομίζει ότι) γνωρίζει και να αμφισβητήσει, ανοικτά και δίχως ενοχές ή προκαταλήψεις, όλες εκείνες τις συμπεριφορές και δράσεις που αισθάνεται ότι τον φρενάρουν.
- Για να δεχθεί τα όποια νέα ερεθίσματα, χρειάζεται πρώτα να «αδειάσει» από παγιωμένες αντιλήψεις και αρχές, τόσο από τις δικές του όσο και από όσες απορρέουν από εταιρικές πολιτικές, πρακτικές και πρωτόκολλα.
Δεν έχουν αξία τα καινούργια ή διαφορετικά «εργαλεία» αν πρώτα δεν τους έχω αποδείξει ότι ορισμένα από αυτά που ήδη χρησιμοποιούν μπορεί να μην είναι τα πλέον κατάλληλα. Οι πιο πολλοί θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τα ήδη υπάρχοντα, αυτά που έχουν συνηθίσει για χρόνια και που πιστεύουν ότι κάνουν καλά τη δουλειά τους. Δεν έχει κανένα νόημα η επίδειξη «νέων» συμπεριφορών αν δεν καταφέρουν πρώτα να πάρουν αποστάσεις από κάποιες παλιές που είναι αντιπαραγωγικές.
Επιπλέον, δεν υπόσχομαι ότι οι νέες γνώσεις και ικανότητες που θα πάρουν από ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης, θα αποτελέσουν την εγγύηση για μια αδιαμφισβήτητη επιτυχία (αυτό θα ήταν ένα ψέμα στο οποίο έχουν εθιστεί πολλοί. Ακόμα και αυτοί που το λένε, τείνουν να το πιστέψουν.) Δεν τους ζητάω τίποτα περισσότερο από το να δοκιμάζουν σταδιακά, στην καθημερινότητα τους, όσα έχουν αφομοιώσει και να υιοθετήσουν μόνο εκείνα που τους επιτρέπουν να επιτυγχάνουν τους στόχους τους. Το ότι «όλες οι τεχνικές μπορούν και πρέπει να εφαρμόζονται, με τον ίδιο τρόπο, από όλους» είναι κάτι που δεν ισχύει.
Ο σκοπός είναι ένας. Να αρχίσουν να αμφισβητούν την υπάρχουσα γνώση και εμπειρία. Το ζητούμενο δεν είναι να την απορρίψουν αλλά να τη χρησιμοποιήσουν ως μια πρώτη ύλη, συνδυάζοντας την με όλα τα υπόλοιπα δομικά υλικά που θα έχουν στη διάθεση τους. Αν αισθάνονται ότι κουβαλάνε βαρίδια του παρελθόντος, ας τα ξεφορτωθούν άφοβα και χωρίς κανένα ταμπού.
Ξεπερνώντας το σκόπελο του «για μας, αυτά δεν μπορούν να εφαρμοστούν»
Αυτή η αντίληψη μπορεί να είναι «εγκατεστημένη» στο μυαλό των συμμετεχόντων πριν ξεκινήσει η εκπαίδευση ή μπορεί να διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της. Όλοι θεωρούν ότι η δική τους θέση, η δική τους αγορά, οι δικοί τους πελάτες, οι δικές τους περιπτώσεις, είναι οι πιο στρυφνές και οι πιο δύσκολες. Σας κατανοώ και επιτρέψτε μου να κάνω μια αναπλαισίωση στο ότι οι δικές σας περιπτώσεις μπορεί να είναι «μοναδικές» ή «διαφορετικές». Κανένας άλλος χαρακτηρισμός δεν ευσταθεί. Είναι «στρυφνές» σε σχέση με τι; Πώς είναι στρυφνές; Πιο δύσκολες σε σύγκριση με τι; Επιπροσθέτως, κάποιες αρχικές ερωτήσεις βοηθούν στο να ξεκαθαρίσει η κατάσταση: «Ποιο από αυτά που είδαμε, πιστεύεις ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί;», «Πώς γνωρίζεις ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν;»
Η επιμονή ότι μπορούν να εφαρμόσουν όσα έμαθαν δεν έχει κανένα αποτέλεσμα και μπορεί να γυρίσει boomerang. Αυτή είναι άλλη μια τραγική παρανόηση από την πλευρά του πελάτη. Θα έχετε ακούσει κάτι σαν: «Εμείς, τους τα έχουμε πει χίλιες φορές. Να τους τα πεις και εσύ». Αυτό που μπορώ να κάνω είναι τους δείξω πώς θα εφαρμόσουν μια τεχνική, να κάνουν εξάσκηση και να τους ενθαρρύνω να τη δοκιμάσουν σε πραγματικές συνθήκες. Εδώ τελειώνει ο ρόλος του εκπαιδευτή και αρχίζει ο ρόλος του manager... όμως αυτό είναι άλλο κεφάλαιο.
Δημιουργώντας συνθήκες «άνεσης»
Τα στελέχη που επιλέγουν συνειδητά να παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα είναι αυτά που αισθάνονται περισσότερο παρακινημένα, επιζητώντας νέες προκλήσεις στο εργασιακό τους περιβάλλον.
Στον αντίποδα, συνάδελφοι τους με χαμηλό επίπεδο παρακίνησης/αυτοπαρακίνησης, είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν δέκτες καινούργιων εμπειριών. Όσοι δέχθηκαν πιέσεις προκειμένου να παρευρίσκονται σε μια εκπαίδευση, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν έχουν διάθεση να συμμετέχουν. Στόχος είναι να τους κάνω να αισθανθούν άνετα, να κατανοήσουν ότι η παρουσία τους είναι σημαντική και ότι η όποια συνεισφορά τους πολύτιμη. Μην εκπλαγείτε αν στο τέλος της εκπαίδευσης, δείτε αυτούς τους ανθρώπους να είναι εγκάρδιοι και χαμογελαστοί.
Αντί επιλόγου, μια επισήμανση: Ας μη συγχέουμε το ότι οι συμμετέχοντες πέρασαν καλά σε μια εκπαίδευση με το αν πραγματικά έμαθαν και κυρίως με το αν αυτό που έμαθαν το χρησιμοποιούν. Το πρώτο πρέπει να ενδιαφέρει ελάχιστα, το δεύτερο είναι πολύ σημαντικό, χωρίς το τρίτο δεν υπάρχει αποτέλεσμα.
Σχόλια