Ξεκινώντας την συνέντευξη με τον Πάνο Παπαδόπουλο και τον Γιάννη Βλαχογιάννη, ιδρυτές του Bugsense, στο ωραίο τους γραφείο στο coLab, ένιωσα πως είχα μολυνθεί από κάποιο περίεργο ιό: όχι του είδους που αυτοί οι «τρελοί» τύποι εξουδετερώνουν σε εφαρμογές κινητών τηλεφώνων αλλά έναν διαφορετικό: αυτό του πάθους, της δημιουργικότητας, της τρέλας. Ναι, της τρέλας, με την πολύ καλή έννοια.
Αγαπητοί αγνώστες, προσδεθείτε στις θέσεις σας και διαβάστε μερικά πράγματα που θα προκαλέσουν τη σκέψη σας, για μια ομάδα νέων παιδιών που έφτασε το όνειρό της στη Silicon Valley.
Eλένη Nάτση: "Μια φορά κι ένα καιρό ήταν..." Κάντε μια αναφορά στο τι είναι το Bugsense και στην ιστορία του.
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Το ταξίδι ήταν μακρύ και ο δρόμος δύσβατος. Εγώ και ο Γιάννης αφού είχαμε δουλέψει για δύο startups, ως freelancers, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε την δική μας επιχείρηση. Στις προηγούμενες δουλειές μας, βιώσαμε την έλλειψη οράματος, και διάφορα προβλήματα διοίκησης.Γι' αυτό πήραμε την απόφαση εκτός από μηχανικοί λογισμικού να γίνουμε και επιχειρηματίες, ώστε να δουλέψουμε με τους δικούς μας όρους. Το Νοέμβριο του 2010 ξεκινήσαμε με την ιδέα του "Sfalma" που αργότερα μετονομάστηκε σε "BugSense").
Το Bugsense είναι ένα εργαλείο που συλλέγει και αναλύει αναφορές σφαλμάτων από εφαρμογές για κινητά. Στοχεύει στο να βοηθήσει τους mobile developers στην δημιουργία εφαρμογών για κινητά. Προς το παρόν τα λειτουργικά συστήματα που υποστηρίζουμε είναι το Android, iOS και Windows Phone 7, ενώ σχεδιάζουμε να προσθέσουμε υποστήριξη για Mac OS X, Windows 8 και να βελτιώσουμε την υποστήριξη που παρέχουμε για HTML5. Επίσης, το Bugsense έχει ενσωματώσει το JIRA5, ένα εργαλείο για project tracking/issue management για τους mobile developers.
E.N: Ποιά ήταν επόμενα βήματα, αφού σκεφτήκατε αυτή την ιδέα;
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Δουλέψαμε την ιδέα μας και ζητήσαμε χρηματοδότηση από το Openfund, αλλά τοι αίτημά μας απορρίφθηκε. Έτσι, ταξιδέψαμε στην Καλιφόρνια ανταποκρινόμενοι σε ένα κάλεσμα από την Silicon Valley Greek Seed Fund. Όλοι οι επενδυτές εκεί είναι ελληνικής καταγωγής. Τους άρεσε όχι μόνο η ιδέα μας, αλλά και η ομάδα μας και μας έδωσαν ως αρχική χρηματοδότηση 100 χιλιάδες δολλάρια. Όμως το πιο σημαντικό ήταν οι πολύ καλοί σύμβουλοι που βρήκαμε για να μας βοηθήσουν στην προσπάθειά μας.
E.N: Τι εννοείς μ' αυτό;
Γιάννης Βλαχογιάννης: Αυτό που πραγματικά μετράει, περισσότερο απ΄τα χρήματα είναι να έχεις δίπλα σου καλούς συμβούλους όταν στήνεις το δικό σου startup. Είναι ανεκτίμητο. Γιατί; Επειδή θα σου πουν τι πρέπει να αποφύγεις ως νέος επιχειρηματίας, ειδικά όταν έρχεσαι απ'το εξωτερικό και δεν έχεις ιδέα για το πως να στήσεις μια επιχείρηση στις Η.Π.Α.
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Σ' ότι αφορά μια νεοφυή επιχείρηση, οι σύμβουλοι είναι συνήθως 3-4 άτομα, οι οποίοι παίρνουν ένα μικρό μερίδιο της εταιρείας σου παρέχοντας σοιυ συμβουλές σκόμη και για τεχνικά θέματα . Θα ήθελα να προσθέσω σε αυτό το σημείο ότι ο Ανδρέας Κωνσταντίνου, ένας από τους συμβούλους μας, μας έδωσε ανεκτίμητες συμβουλές και μας βοήθησε πάρα πολύ ειδικά στο ξεκίνημά μας.
Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να λαμβάνεις νομικές συμβουλές για τα πάντα, αν έχεις επιχείρηση στις Η.Π.Α, όπως εμείς. Για παράδειγμα είναι απαραίτητο να κρατάς πρακτικά από τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου, διότι θεωρούνται νομικά έγγραφα από την IRS και τα δικαστήρια. Αν δεν ακολουθήσεις κατά γράμμα αυτόν τον κανονισμό, σε περίπτωση πουι η εταιρεία σου υπόκειται σε εξαγορά, η αξία της μπορεί να πέσει από τα 10 εκατομμύρια δολάρια στα 4. Το νομικό πλαίσιο λειτουργίας των αμερικάνικων εταιριών είναι λεπτομερές και αυστηρό.
E.N: Τα κεντρικά γραφεία του Bugsense είναι στο Σαν Φρανσίσκο και το τμήμα Ανάπτυξης και Έρευνας εδώ στην Αθήνα, στο coLab; Γιατί;
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Καταρχήν να ξεκαθαρίσω ότι αν ήταν εφικτό η εταιρεία να βρίσκεται αποκλειστικά στις ΗΠΑ όλη η ομάδα του Bugsense θα μετακόμιζε εκεί. Οι λόγοι είναι νομίζω προφανείς: στην Καλιφόρνια μπορείς να έχεις πρόσβαση σε επενδυτές, επιχειρηματίες και μεγάλους πελάτες. Φανταστείτε ότι ζούσατε τον 16ο αιώνα και είσασταν ζωγράφος... Που θα πηγαίνατε; Στην Φλωρεντία φυσικά! Όπως ακριβώς έκανε ο Ελ Γκρέκο και κατάφερε να εξελιχθεί σ' εναν από τους μεγαλύτερους ζωγράφους.
Γιάννης Βλαχογιάννης: Το ίδιο ισχύει και για την βιομηχανία κινηματογράφου: Γιατί ο κάθε σκηνοθέτης θέλει να πάει στο Hollywood; Γιατί γνωρίζει ότι το να έχεις μια καταπληκτική ιδέα δεν είναι αρκετό. Είναι πολύ σημαντικό φυσικά, αλλά όχι αρκετό. Χρειάζονται οι κατάλληλοι πόροι και οι κατάλληλοι άνθρωποι για να πραγματοποιήσεις το όνειρό σου. Επιπλέον, το φορολογικό και νομικό σύστημα στην Ελλάδα είναι χάλια! Είναι πολύπλοκο και αλλάζει συνεχώς. Αν είσασταν στη θέση ενός επενδυτή, θα ερχόσασταν να επενδύσετε τα χρήματά σας σε ένα startup που βρίσκεται στην Ελλάδα; Η απάντηση είναι όχι. Εκτός αυτού στις Η.Π.Α. μπορείς να φτιάξεις μια εταιρία χωρίς να πληρώνεις λογιστή ή να νοικιάζεις γραφείο - μπορείς να δουλέψεις απ'το σπίτι σου ή ακόμα κι απ'τα Starbucks.
E.N: Άρα τελικά ποιοι ήταν οι λόγοι που σας εμπόδισαν να εγκατασταθείτε στις Η.Π.Α.;
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Πρώτα απ' όλα, η μη δυνατότητα έκδοσης βίζας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμα και να μπορούσαμε όμως να ξεκινήσουμε τη δουλειά μας στην Καλιφόρνια, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βρούμε ικανούς developers να έρθουν να δουλέψουν μαζί μας. Γιατί; Επειδή στη Silicon Valley, οι προγραμματιστές δεν εκφράζουν εύκολα το ενδιαφέρον τους για την εταιρία σου αν δεν έχει χρηματοδοτηθεί μ' ένα γενναίο ποσό κι αν δεν ανήκεις στους ίδιους κύκλους μ' αυτούς. Για παράδειγμα, αν δεν έχεις αποφοιτήσει κι εσύ από ένα φημισμένο Πανεπιστήμιο της Αμερικής. Το ίδιο ισχύει αν είσαι Ιταλός, Σουηδός, Ισπανός, κλπ.
Γιάννης Βλαχογιάννης: Παρ' όλα αυτά, ας δούμε και τη θετική πλευρά. Η ομάδα μας αποτελείται από ικανούς προγραμματιστές οι οποίοι πληρώνονται σύμφωνα με τα ελληνικά δεδομένα, μ' αποτέλεσμα οι μισθολογικές μας δαπάνες να σημαντικά μικρότερες συγκρινόμενες με αυτές μιας αμιγώς αμερικάνικης εταιρείας. Αλλά ο περιορισμοί λόγω της βίζας παραμένουν μεγάλο πρόβλημα. Αν κάποιος επενδύσει 1 εκατομμύριο δολλάρια στην αμερικάνικη οικονομία, με το να φτιάξει την εταιρία του για παράδειγμα στο Λος Άντζελες και προσλάβει αμερικάνους εργαζόμενους τότε μπορεί να παραμείνει στις ΗΠΑ. Παρ' όλα αυτά, και σ' αυτή την περίπτωση,δεν μπορεί να φέρει Έλληνες εργαζόμενους να εργαστούν στην εταιρία του, εκτός κι αν αποδείξει ότι δεν ήταν δυνατό να βρεί εξίσου καταρτισμένους αμερικάνους να δουλέψουν στη θέση τους. Πολύπλοκο, έτσι;
Ε.Ν: Πράγματι! Πείτε μας λίγο για τα πραγματικά εμπόδια που συναντήσατε στη διαδικασία του να στήσετε την επιχείρησή σας.
Γιάννης Βλαχογιάννης: Όταν ''τρέχεις'' ένα startup, έρχεσαι αντιμέτωπος με συνεχείς προκλήσεις και εμπόδια. Η μεγαλύτερη όμως δυσκολία έχει να κάνει με την διαχείριση της ευμετάβλητης ψυχολογίας σου, το λεγόμενο emotional rollercoaster. Η πρόοδος της εταιρείας σου είναι σαν ένα τρενάκι. Μπορεί να είσαι στην κορυφή μια μέρα και την επόμενη να κοιτάς την άβυσσο, λόγω του υψηλού ανταγωνισμού γύρω σου. Χρειάζεται να αναπτύσσεις την εσωτερική σου δύναμη και πάνω απ' ολα: να είσαι αμείλικτα αφοσιωμένος σε αυτό που κάνεις.
E.N: "Αμείλικτα αφοσιωμένος" .. Ενδιαφέρουσα επιλογή λέξεων..
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Η φράση αυτή ελέχθη από έναν επενδυτή, απευθυνόμενος σ' εμάς (γέλια). Μην ξεχνάτε ότι αν πάρετε το μονοπάτι και αποφασίσετε να κάνετε το δικό σας startup, είναι πολύ πιθανό να αποτύχετε. Η πλειονότητα των startups "πεθαίνουν" στους πρώτους 6 με 12 μήνες. Πριν το Bugsense, ο Γιάννης κι εγώ είχαμε αποτύχει σε διάφορα projects. Έχουμε κάνει λάθη. Αλλά είμαστε ευγνώμονες για τις αποτυχίες μας. Για ποιο λόγο; Επειδή η αποτυχία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της μελλοντικής σου επιτυχίας.
Γιάννης Βλαχογιάννης: Ξέρεις μήπως ποιος διάσημος μπασκετμπολίστας έχει χάσει τρεις περισσότερες τελευταίες βολές σε αγώνες;
E.N: Όχι.
Γιάννης Βλαχογιάννης: Ο Michael Jordan! Βλέπεις;
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Χρειάζεται να παλεύεις. Διαρκώς. Προσωπικά, προτιμώ να είμαι πειρατής, παρά να καταταγώ στο ναυτικό, όπως είπε κάποτε ο Steve Jobs.
E.N: Πείτε μας δύο λόγια σχετικά με τη χρηματοδότηση. Το Bugsense χρηματοδοτήθηκε από ιδιώτη επενδυτή. Ποια είναι η γνώμη σας για τα κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου (VC's) και το crowdfunding; Ειδικά για το τελευταίο, που είναι στο επίκεντρο το τελευταίο διάστημα λόγω της έγκρισης από τον Ομπάμα του "Jumpstart Our Business Startups Act", ενός ρυθμιστικού πλαισίου που μειώνει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες για τις νεοφυείς επιχειρήσεις που επιλέγουν το crowdfunding για να βρουν χρηματοδότηση.
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Καταρχήν, είναι πολύ δύσκολο ένα νέο startup να χρηματοδοτηθεί με κεφάλαιο από επενδυτική εταιρεία (VC) η οποία θα καταλήξει να έχει μεγάλο μέρος της νεοφυούς εταιρίας. Αντί γι'αυτό, είναι πιο πιθανό να χρηματοδοτηθεί από έναν ιδιώτη επενδυτή (angel investor), όπως έγινε και στη δική μας περίπτωση. Για να είμαι ειλικρινής, προτιμώ έναν ιδιώτη επενδυτή από μια επενδυτική εταιρεία, λόγω του μαζί του αναπτύσσεις μια πιο προσωπική σχέση, δίνοντάς σου όχι μόνο χρήματα αλλά και πρόσβαση στο δίκτυο επαφών τους.
Γιάννης Βλαχογιάννης: Συμφωνώ με τον Παναγιώτη και θα ήθελα να προσθέσω όσον αφορά στο crowdfunding, ότι δεν έχω προσωπική εικόνα για τη νέα νομοθεσία σχετικά με το Jobs Act, αλλά θεωρώ πως θα βοηθήσει ειδικά νεοφυείς επιχειρήσεις που αναπτύσσουν game apps. Ένα καλό παράδειγμα είναι το Kickstarter και ο τεράστιος "θόρυβος" που δημιουργήθηκε γύρω απ' αυτό. Το crowdfunding δεν αποτέλεσε επιλογή χρηματοδότησης για το Bugsense. Έχοντας ένα συγκεκριμένο target group, τους mobile developers, δημιουργήθηκε με διαφορετική νοοτροπία σε σχέση με άλλα μικρά startups που θέλουν να λάβουν χρηματοδότηση από διαφορους μικροεπενδυτές και να κερδίσουν δημοσιότητα μέσω της πλατφόρμας του crowdfunding. Εμείς θέλαμε εξ' αρχής πρόσβαση σε "έξυπνο" χρήμα από έναν ιδιώτη επενδυτή, στον οποίο θα απευθύναμε σε προσωπικό επίπεδο τα προβλήματά μας.
E.N: Έστω ότι είχατε μια μηχανή του χρόνου, πως θα βλέπατε το Bugsense στο μέλλον;
Γιάννης Βλαχογιάννης: Ας μιλήσουμε για το κοντινό μέλλον, μιας και γενικά είναι δύσκολο να κάνουμε μακροπρόθεσμες προβλέψεις για την κατάσταση της εταιρείας μας! Τους επόμενους 3-6 μήνες σκοπεύουμε να διευρύνουμε την ομάδα μας, από 6 άτομα που είμαστε τώρα, σε 12 και να παρέχουμε στους developers στοιχεία για το πως οι χρήστες χρησιμοποιούν τα κινητά τους τηλέφωνα. Είμαστε ιδιαίτερα περήφανοι που έχουμε καταφέρει να έχουμε πελάτες όπως οι Skype, Samsung, VMware, Airpush, Trulia, Soundcloud. Μετά το τελευταίο συμβόλαιο που υπογράψαμε, ο υπολογισμός μας είναι ότι θα αγγίξουμε το στόχο των 65.000.000 συσκευών παγκοσμίως και των περίπου 8.000 developers που χρησιμοποιούν το Bugsense.
E.N: Πολυ καλά! Τελειώνοντας, θα θέλατε να πείτε κάτι στους μελλοντικούς Έλληνες επιχειρηματίες;
Παναγιώτης Παπαδόπουλος: Καλή δύναμη!
Γιάννης Βλαχογιάννης: Θα έλεγα απλά.. Start up or shut up!!
Τη συνέντευξη παραχώρησαν τα παιδιά απ'το Bugsense στην Ελένη Νάτση στα αγγλικά. Τη μετάφραση επιμελήθηκαν η Ελένη και ο Κώστας Οργανόπουλος.
Μπορείτε να βρείτε το αρχικό κείμενο στα αγγλικά εδώ, καθώς και τη δημοσίευση στο blog "meet In 5'" του Κώστα εδώ.
Σχόλια