Ο Henry Heinz, τα διάφανα μπουκάλια και η εποχή των επικίνδυνων κέτσαπ
Αν και κανείς δεν είναι απολύτως βέβαιος για τις καταβολές της κέτσαπ, το σίγουρο είναι πως κάπου εκεί, στον 19ο αιώνα, αποτελούσε ένα πολύ διαφορετικό, μάλλον και επικίνδυνο, προϊόν. Μια αγορά που άλλαξε και βελτιώθηκε μετά και την επίδραση που είχε σε αυτήν ένα όνομα που συναντάμε, ακόμα και στις μέρες μας, στα γνωστά κόκκινα μπουκάλια: ο Henry Heinz.
Ο Henry γεννιέται το 1844 στο Πίτσμπεργκ των ΗΠΑ. Γιός Γερμανών μεταναστών, οι γονείς του, ο John και η Anna Margaretha, είναι ευσεβείς Λουθηρανοί, στέλνοντας και τα οκτώ παιδιά τους σε λουθηρανικό σχολείο. «Κάντε το καλύτερο που μπορείτε. Μη ζείτε για τον εαυτό σας», είναι από τα αγαπημένα τους λόγια. Είναι αυτονόητο, επίσης, ότι τα παιδιά της οικογένειας θα εργαστούν σκληρά και θα έχουν μια καλή ζωή.
Η πρώτη «επιχειρηματική» δραστηριότητα του μικρού Henry είναι η πώληση λαχανικών στους γείτονες από των κήπο του σπιτιού του. Όταν γίνεται 10 ετών, έχει πια τον δικό του κήπο και πουλάει λαχανικά και παρασκευασμένο χρένο με ένα καροτσάκι. Αρκετά χρόνια μετά και φτάνοντας στο 1888, σε ηλικία 44 ετών, ο Henry έχει τη δική του μονάδα παραγωγής, την H.J. Heinz Company, η οποία παράγει 60 διαφορετικά προϊόντα το 1896 και περισσότερα από 200 στην αυγή του 20ού αιώνα.
Η εταιρεία φτιάχνει μια σειρά προϊόντων, από χρένο και τουρσιά, μέχρι κέτσαπ, ξύδι, τσίλι, μουστάρδες και βούτυρα. Ο Heinz ασχολείται και με το marketing των προϊόντων του, στήνοντας από μεγάλες διαφημιστικές πινακίδες μέχρι ειδικά σταντ στις διάφορες εκθέσεις. Πιστεύοντας πολύ στο προϊόν του, ο Heinz θα χρησιμοποιήσει από πολύ νωρίς γυάλινα μπουκάλια, έτσι ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να το δουν. Εκείνη την εποχή, χρησιμοποιούταν συνήθως έγχρωμο (καφέ) γυαλί - μερικές φορές για διακοσμητικούς σκοπούς, αλλά συνήθως για να μην φαίνεται το χαμηλής ποιότητας περιεχόμενο.
Βρισκόμαστε, άλλωστε, σε μια εποχή που η συγκεκριμένη αγορά είναι πολύ διαφορετική. Το κέτσαπ έχει φτάσει στην Αμερική τον 19ο αιώνα, αλλά σε πολύ διαφορετική μορφή από αυτό που γνωρίζουμε στις μέρες μας. Πολλοί διαμαρτύρονταν ότι η σάλτσα ήταν συχνά φτιαγμένη από αποκόμματα ντομάτας και φλοιούς κολοκύθας, περισσεύματα μήλων ή άμυλο αραβοσίτου βαμμένο με παραπλανητικό κόκκινο χρώμα. Ένας Γάλλος συγγραφέας βιβλίων μαγειρικής θα περιγράψει το κέτσαπ ως «βρώμικο, αποσυντεθειμένο και άθλιο».
Ο Heinz κρατάει μια διαφορετική στάση επί του θέματος, που προκαλεί κλυδωνισμούς στην αμερικανική αγορά, μη συμφωνώντας με αρκετές μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις, οι οποίες, ως επί το πλείστον, κάνουν προσπάθειες να εμποδίσουν κάθε προσπάθεια για τη θέσπιση προτύπων στις αγορές των τροφίμων και των ποτών. Πιστεύει ότι για να πετύχει κάτι, το προϊόν πρέπει να είναι καλό και ο παραγωγός αξιόπιστος.
Ο «βασιλιάς της κέτσαπ» αρχίζει να δέχεται το κοινό στο εργοστάσιο του και να πραγματοποιεί περιηγήσεις σε αυτό. Με αυτόν τον τρόπο, καταφέρνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του και να δέχεται ακόμη και 20.000 επισκέπτες στο εργοστάσιο, σε ετήσια βάση. Φτιάχνει θερμοκήπια για να πειραματιστεί με καλύτερες ποικιλίες φρούτων και λαχανικών. Συνεχίζει να χρησιμοποιεί καθαρό γυαλί, αντί για χρώμα, για τα προϊόντα του. Για το κέτσαπ, δημιουργεί ένα μπουκάλι με οκτάπλευρη βάση, ώστε οι πελάτες να μπορούν να μελετήσουν τη σάλτσα από πολλές οπτικές γωνίες.
Άλλωστε, οι πρώτες κέτσαπ αποτελούσαν περιβάλλοντα στα οποία «ανθούσαν» τα βακτήρια, η μούχλα και άλλα μικρόβια, μέχρι που οι κατασκευαστές θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες συντηρητικών. Ο Heinz θα τα χρησιμοποιήσει για κάποια χρόνια, αλλά όταν οι επιστήμονες θα αρχίζουν να μιλούν εναντίων των συντηρητικών που χρησιμοποιούνταν τότε στα προϊόντα, αλλάζει στάση και στοχεύει στη δημιουργία στοιχείων που δεν απαιτούν χημικά πρόσθετα.
Αναθέτει το συγκεκριμένο project στον γενικό διευθυντή της εταιρείας και ξάδελφο του, Sebastian Mueller, ο οποίος τον προειδοποιεί ότι η ανάπτυξη τους μπορεί να κρύβει ρίσκα: ο Heinz προσέφερε πάντα εγγύηση επιστροφής χρημάτων και ο γενικός διευθυντής φοβάται ότι ένα κέτσαπ χωρίς συντηρητικά θα χαλάει εύκολα, οδηγώντας σε δαπανηρά κόστη από τις επιστροφές. Αλλά ο Heinz δεν αποθαρρύνεται και ο Mueller αφοσιώνεται ολοένα και περισσότερο στην ιδέα.
Θέλει μια συγκέντρωση οξέων που να σκοτώνουν τα βακτήρια και έτσι αναζητά τη σωστή ισορροπία ξιδιού και πεκτικού οξέος - το τελευταίο συναντάται φυσικά στις τομάτες. Για τα σωστά επίπεδα οξέων, ο Mueller ανακαλύπτει ότι χρειάζονται τόσο ντομάτες υψηλής ποιότητας όσο και υψηλή περιεκτικότητα σε πολτό. Τα κέτσαπ ήταν παραδοσιακά λεπτές σάλτσες μεικτού περιεχομένου. Για να δημιουργήσει ένα προϊόν χωρίς συντηρητικά, η εταιρεία περνά σε μια πλούσια σε ντομάτες έκδοση - το θεμέλιο για τα προϊόντα που βρίσκουμε σήμερα στα ράφια των σούπερ μάρκετ.
Είναι άλλωστε μια εποχή που το κοινό έχει ευαισθητοποιηθεί για τους κινδύνους των συντηρητικών που χρησιμοποιούνταν. Είναι η εποχή που ο Harvey Washington Wiley, ο τότε επικεφαλής του Γραφείου Χημείας του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ, πιέζει ακόμη περισσότερο για το θέμα της καθιέρωσης προτύπων ασφαλείας στα τρόφιμα. Είχε αρχίσει να δοκιμάζει τα συντηρητικά σε εθελοντές το 1902, σε μια έρευνα που έφερε την ονομασία «the Poison Squad». Τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων μελετών θα βρεθούν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων όλης της χώρας.
Ο Heinz αρχίζει να υποπτεύεται ότι η δυσπιστία των καταναλωτών στα τρόφιμα θα είναι πολύ πιο δαπανηρή για τους κατασκευαστές σε σύγκριση με το κόστος βελτίωσης του ίδιου του τροφίμου. Η εταιρεία του ξεκινά να προβάλλει διαφημίσεις, παρουσιάζοντας δημόσια την «καθαρότητα» των προϊόντων της, την στιγμή που ο ίδιος κάνει κινήσεις για να εξασφαλίσει ότι σημαντικοί πολιτικοί, όπως ο Πρόεδρος Theodore Roosevelt, είναι ενήμεροι για τις ανησυχίες του. Όταν συνήγοροι για την ασφάλεια των τροφίμων θα συναντηθούν με τον Roosevelt το 1905 για να συζητήσουν τη σχετική νομοθεσία, οι εκπρόσωποι της Heinz είναι μαζί τους.
Τον Ιούνιο του 1906, τα δύο πρώτα μεγάλα νομοθετικά κείμενα για την προστασία των καταναλωτών στις Ηνωμένες Πολιτείες - για την επιθεώρηση του κρέατος και για τα φάρμακα και τα τρόφιμα - γίνονται νόμοι, θέτοντας τα θεμέλια για τους ομοσπονδιακούς κανονισμούς ασφαλείας. Και το νέο κέτσαπ χωρίς συντηρητικά του Heinz βρίσκεται στην αγορά, με μια διαφημιστική εκστρατεία που χρησιμοποιεί ως σλόγκαν ότι «αναγνωρίστηκε ως πρότυπο από τις αρμόδιες κυβερνητικές αρχές τροφίμων».
Με πληροφορίες από National Geographic
Σχόλια