Τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια ολοένα αυξανόμενη προτίμηση των καταναλωτών προς τα βιολογικά προϊόντα. Στη χώρα μας, το 6,5% των γεωργικών εκτάσεων καλύπτεται από βιολογικές καλλιέργειες (στοιχεία Eurostat, 2016) κατατάσσοντας την Ελλάδα στη 15η θέση ανάμεσα στα κράτη - μέλη της Ε.Ε. Από τα βιολογικά προϊόντα προτιμώνται (κυρίως) ελαιόλαδο, ντομάτες, βαμβάκι, σιτηρά και διάφορα κηπευτικά. Σημαντική είναι, επίσης, η βιολογική κτηνοτροφία, ιδιαίτερα σε αιγοπρόβατα εκτατικής εκτροφής και πουλερικά.
Οι κατηγορίες των αγροτεμαχίων σύμφωνα με πιστοποίηση ή όχι Βιολογικής Γεωργίας είναι οι παρακάτω:
- Αγροτεμάχια σε Μεταβατικό Στάδιο: Πρόκειται για εκμεταλλεύσεις «υπό μετατροπή» προς τη βιολογική. Δηλαδή, σε αυτά τα χωράφια γίνονται όλες οι καλλιεργητικές τεχνικές σύμφωνα με τις αρχές της βιολογικής γεωργίας για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 2 ετών (ετήσιες φυτείες) ή 3 ετών (πολυετείς καλλιέργειες).
- Αγροτεμάχια Βιολογικής Γεωργίας: Αγροτεμάχια που έχουν περάσει το μεταβατικό στάδιο και παράγουν βιολογικά (φυτικής προέλευσης) ή κοπάδια που δίνουν βιολογικά ζωικά προϊόντα.
Τα βιολογικά προϊόντα, θεωρητικά, για τους καταναλωτές είναι πιο πλούσια σε διάφορες βιταμίνες και μέταλλα. Κυρίως, βιταμίνη C, σίδηρο, μαγνήσιο και φώσφορο. Ο σημαντικότερος λόγος που τα προτιμούν είναι η έλλειψη χημικών, κατά την καλλιέργεια, για την καταπολέμηση ασθενειών και ζιζανίων. Επίσης, πολλοί πιστεύουν πως είναι γευστικότερα και ποιοτικότερα από τα συμβατικά. Άλλοι τα αγοράζουν από λόγους ευαισθητοποίησης προς το περιβάλλον αλλά και διότι αν μεταποιηθούν, βάση νομοθεσίας, δεν έχουν ενισχυτικά γεύσης – γλυκαντικές ουσίες και χρωστικές (τα θεωρούν, επομένως, πιο υγιεινά). Είναι έτσι, όμως, στην πραγματικότητα;
Είναι βέβαιο πως κάποια βιολογικά φρούτα πλεονεκτούν, όντως, των συμβατικών. Αυτά που έχουν λεπτό εξωτερικό φλοιό ή συμβατικές καλλιέργειες που δέχονται πολλούς ψεκασμούς, όπως τα μήλα, τα καρότα, τα κεράσια, οι πατάτες, κ.ά., είναι πιθανότερο να έχουν αυξημένα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών. Επίσης, πολλά φυλλώδη λαχανικά σε συμβατικές καλλιέργειες λιπαίνονται με νιτρικά με αποτέλεσμα να παρατηρούνται υψηλές συγκεντρώσεις τους στο τελικό προϊόν (φύλλα). Αυτό είναι κάτι που δεν συμβαίνει με τα βιολογικά που έχουν, σαφώς, χαμηλότερες συγκεντρώσεις, επομένως, είναι κατάτι ασφαλέστερα.
Ωστόσο, προκύπτει από μελέτες πως δεν υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά στη διατροφική τους αξία, με εξαίρεση (ίσως) τη βιταμίνη C. Ο αντίλογος προς τις μελέτες που δείχνουν διαφορές υπέρ των βιολογικών θέτουν αμφισβητήσεις πως αν τα βιολογικά καλλιεργούνταν τόσο εντατικά όσο τα συμβατικά, δεν θα οδηγούμασταν στα ίδια αποτελέσματα. Αυτό γιατί όσο πιο μεγάλη σε όγκο είναι η παραγωγή, τόσο περισσότερο στρεσάρεται ένα φυτό, με συνέπεια να μειώνονται οι συγκεντρώσεις των θρεπτικών του συστατικών. Και μην ξεχνάμε πως κάποιοι καταναλωτές θεωρούν «απαγορευτικά» τα βιολογικά λόγω τιμής. Το υψηλότερο κόστος παραγωγής τους (π.χ. οργανικά λιπάσματα, βιολογικές ζωοτροφές, κ.ά) σε συνδυασμό με την μικρή προσφορά τους (που δεν καλύπτει την ολοένα αυξανόμενη ζήτησή τους) καθώς και το κόστος των ελέγχων για την πιστοποίησή τους από τους αντίστοιχους φορείς, οδηγούν σε υψηλότερες τιμές έναντι των συμβατικών.
Συμπερασματικά, μπορούμε να σημειώσουμε πως τα βιολογικά προϊόντα (οπωροκηπευτικά, δημητριακά, γάλα, τυρί, κρέας), σίγουρα, αποτελούν τροφή απαλλαγμένη από βλαβερές ουσίες. Το κυριότερο για την υγεία του καταναλωτή είναι ότι δεν επιβαρύνονται σημαντικά. Αυτό, διότι, αφ' ενός ακολουθούνται μέθοδοι καταπολέμησης που δεν βασίζονται στη χρήση φυτοφαρμάκων αφ' ετέρου κάποια εξ΄ αυτών είναι χαμηλής επικινδυνότητας. Καλό θα ήταν, ομάδες πληθυσμού όπως οι έγκυες ή τα μωρά να προτιμούν τα βιολογικά για να μειώνουν τον κίνδυνο τυχόν βλαβερές ουσίες να «εισβάλλουν» στον οργανισμό τους που είναι, ομολογουμένως, ευπαθής.
Θετικό θα είναι, επίσης, να δημιουργηθούν περισσότερες αγορές για τα βιολογικά, μιας και έχουν οφέλη τόσο για τους παραγωγούς (δεν υπάρχουν μεσάζοντες, άμεση επαφή με τον κόσμο) όσο και για τους καταναλωτές (μικρότερες τιμές). Το θέμα της υψηλής τιμής που είχαν, πριν κάποια χρόνια, δεν υφίσταται σε τέτοιο βαθμό, αφού πια βρίσκονται σε περισσότερα σημεία πώλησης και δεν θεωρούνται «είδος πολυτελείας». Άλλωστε και στα super – markets, που διαθέτουν βιολογικά προϊόντα, παρατηρείται μικρή διαφορά στις τιμές τους σε σχέση με τις αγορές των βιοκαλλιεργητών, γεγονός που και πάλι είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών.
Από όποια οπτική γωνία και να προσεγγιστεί το θέμα, η επιλογή κατανάλωσης βιολογικών προϊόντων είναι σαφώς μια προσωπική επιλογή. Δεν υπάρχει, στην ουσία, ένας ειδικός λόγος που να μπορεί να καταγραφεί υπέρ της κατανάλωσης ή όχι βιολογικών. Οι διατροφικές ανάγκες καλύπτονται είτε μόνο με συμβατικά τρόφιμα είτε μόνο με βιολογικά είτε με συνδυασμό αυτών. Εξαρτάται από την οικονομική ευχέρεια αλλά και τις προσωπικές πεποιθήσεις του καθενός τι θέλει
Σχόλια