Κατάλογο σύμφωνα με τον οποίο τα 17 από τα 20 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου βρίσκονται στις ΗΠΑ και στη Βρετανία δημοσίευσε το ερευνητικό ινστιτούτο QS. Στην κορυφή του καταλόγου βρίσκεται το τεχνολογικό ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), ενώ τη δεύτερη θέση μοιράζονται τα βρετανικά πανεπιστήμια Κέιμπριτζ και Ιμπίριαλ.
Τέταρτο είναι το πλουσιότερο πανεπιστήμιο του κόσμου, το Χάρβαρντ. Ο κατάλογος συντάχθηκε κυρίως με βάση ερωτηματολόγιο σε ακαδημαϊκούς ανά τον κόσμο, στους οποίους ζητήθηκε να κατατάξουν ακαδημαϊκά ιδρύματα πλην αυτού στο οποίο εργάζονται. Δευτερευόντως μετρήθηκαν οι βιβλιογραφικές αναφορές στο ερευνητικό έργο των πανεπιστημίων, η αναλογία διδασκόντων προς διδασκομένους και η φήμη του πανεπιστημίου στην αγορά εργασίας. Επίσης, συνυπολογίστηκε το πόσο ελκυστικό είναι ένα πανεπιστήμιο για διεθνείς φοιτητές και διεθνές διδακτικό προσωπικό. Με τα μέτρα αυτά, τα ελληνικά πανεπιστήμια βρίσκονται κάτω από τα πρώτα 400, στα οποία δίδονται συγκεκριμένοι αριθμοί κατάταξης. Το ΕΜΠ βρίσκεται στη δεκάδα 441-450, ενώ ακολουθεί το Πανεπιστήμιο Κρήτης στη δεκάδα 451-460 και το Αριστοτέλειο στη δεκάδα 461-470.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη, το γερμανόφωνο ελβετικό πολυτεχνείο ΕΤΗ και το αντίστοιχο γαλλόφωνο EPFL, παραμένουν στις κορυφαίες θέσεις της κατάταξης. Φέτος είναι στη 12η και στη 17η θέση, ενώ βρίσκονταν στη 24η και στην 50ή το 2008. Επίσης, η Ecole Normale Superieure της Γαλλίας συνεχίζει να βρίσκεται ψηλά στην κατάταξη, φθάνοντας τη θέση 24, από 28 το 2008. Αντιστοίχως, το κορυφαίο γερμανικό πανεπιστήμιο, το πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης ανέβηκε από την 56η θέση το 2008 στην 49η σήμερα. «Αυτό αποδεικνύει ότι είναι εφικτό να φτιαχτούν πανεπιστήμια διεθνούς φήμης χωρίς υπέρογκα δίδακτρα» σημειώνουν οι συντάκτες του καταλόγου. Σημειώνουν, επίσης, ότι μία από τις αδυναμίες της κατάταξης είναι το γεγονός ότι στην ηπειρωτική Ευρώπη, σημαντικό μέρος υψηλής ποιότητας έρευνας γίνεται σε κρατικά ερευνητικά εργαστήρια όχι σε πολυτεχνεία.
Επικριτές της μεθόδου με την οποία συντάσσεται ο κατάλογος σημειώνουν ότι ο κατάλογος δεν ασχολείται με την ποιότητα της διδασκαλίας ή τις δεξιότητες των φοιτητών, ενώ ευνοεί με δυσανάλογο τρόπο μεγάλα φημισμένα αγγλόφωνα πανεπιστήμια που διαθέτουν σημαντικές πολυτεχνικές σχολές και δίνουν μεγάλη έμφαση στην έρευνα. Ο διευθυντής του GS, Μπεν Σόουτερ, αναγνωρίζει ότι ο τρόπος σύνταξης του καταλόγου δίνει πλεονέκτημα στα πανεπιστήμια που έχουν δυνατό brand name. «Δεν κοιτάζουμε όλες τις πτυχές λειτουργίας ενός πανεπιστημίου. Πρόκειται για αδρό εργαλείο», είπε.
Σύμφωνα με τον κατάλογο αυτό, το κορυφαίο πανεπιστήμιο της Κίνας, το Τσινγκουά, βρίσκεται στην 47η θέση, δέκα θέσεις υψηλότερα από το πανεπιστήμιο του Πεκίνου. Το πανεπιστήμιο του Τόκιο υπερέχει, καταλαμβάνοντας από κοινού με το πανεπιστήμιο της Σεούλ την 31η θέση, αλλά σημειώνοντας πτώση από το 2008, όταν βρισκόταν στη 18η θέση. «Είναι μία ακόμη ένδειξη της δυσκολίας της Ιαπωνίας να παγκοσμιοποιήσει τα πανεπιστήμιά της» σημειώνουν οι συντάκτες. «Συστηματικά, τα καλύτερα πανεπιστήμια της ανατολικής Ασίας βρίσκονται στο Χονγκ Κονγκ και στη Σιγκαπούρη και έχουν στενές σχέσεις με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, ενώ στη Δυτ. Ασία βρίσκονται στο Ισραήλ και έχουν επίσης στενές σχέσεις με την Ευρώπη και την Β. Αμερική», σημειώνουν.
Πηγή:kathimerini.gr
Σχόλια