Το 2000, μια αλυσίδα βιντεοκλάμπ στις ΗΠΑ πήρε μια απόφαση που καθόρισε το μέλλον της. Καθόρισε, όμως, παράλληλα, και το μέλλον - και την επιτυχία - μιας άλλης εταιρείας του χώρου: της Netflix.
Η Blockbuster θεωρείται μια από τις αλυσίδες καταστημάτων που οι περισσότεροι Αμερικανοί θυμούνται μεγαλώνοντας. Εκεί άλλωστε νοίκιαζαν όλες τις ταινίες τους. Ιδρύθηκε το 1985 και στην ακμή της είχε μια αξία που έφτανε το 1 δισεκατομμύριο δολάρια, με δεκάδες χιλιάδες εργαζομένους. Ήταν τόσο δημοφιλής που υπολογίζεται πως το 1999 άνοιγε ένα νέο Blockbuster κάθε 17 ώρες.
Από την άλλη, το Netflix. Το 2000, ο τρόπος λειτουργίας της υπηρεσίας είναι συγκεκριμένος: οι πελάτες λαμβάνουν τις ταινίες τους σε DVD μέσω του αμερικανικού ταχυδρομείου, τις κρατούν και τις επιστρέφουν. Η εταιρεία έχει μόλις 300.000 πελάτες και χάνει λεφτά. Ο CEO του Netflix, Reed Hastings, παίρνει τότε μια σημαντική απόφαση: επιβιβάζεται σε ένα αεροπλάνο και πάει να πουλήσει την εταιρεία του στην Blockbuster.
Η Blockbuster είναι τότε μια αλυσίδα - βιντεοκλάμπ μεγαθήριο. Βρίσκεται σε πολλές τοποθεσίες, με χιλιάδες καταστήματα, εκατομμύρια πελάτες, τεράστια budget για διαφημίσεις και marketing και μια λειτουργία που εμφανίζεται ως εξαιρετικά αποδοτική. Έχει «καταπνίξει» τον ανταγωνισμό και βασιλεύει μόνη της, θεωρώντας πως τίποτα δεν θα αλλάξει στο μέλλον. Ή, τουλάχιστον, τίποτα δεν θα αλλάξει τόσο γρήγορα που θα την κάνει να χάσει τον βηματισμό της.
Ο Hastings λοιπόν κλείνει εισιτήριο, μπαίνει σε ένα αεροπλάνο και πάει στο Dallas για να συναντήσει τον τότε CEO της Blockbuster, John Antioco. Η πρόταση του είναι ένα deal που θα κοστίσει στην τελευταία 50 εκατομμύρια δολάρια. Βάσει της πρότασης, η ιστοσελίδα του Netflix θα ονομαστεί Blockbuster.com και θα «τρέχει» τις διαδικτυακές ενοικιάσεις ταινιών (ξέρει άλλωστε πως το μέλλον ήταν διαδικτυακό) ενώ η Blockbuster θα αναλάβει τα DVD, απομακρύνοντας την Netflix από τις ταχυδρομήσεις.
Ο Antioco θα αρνηθεί, καθώς θα θεωρήσει πως το Netflix είναι μια «πολύ μικρή, εξειδικευμένη, υπηρεσία». Η Blockbuster θα κάνει άλλες προσπάθειες. Το 2000, θα συνάψει μια 20ετής συμφωνία με την εταιρεία ενέργειας Enron. Λίγους μήνες μετά, αυτή θα ακυρωθεί, λόγω της εμπλοκής του ονόματος της τελευταίας σε ένα μεγάλο σκάνδαλο. Παράλληλα, το 2008, ο τότε CEO της Blockbuster θα προτείνει εξαγορά των καταστημάτων ηλεκτρονικών Circuit City έναντι 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Λίγους μήνες μετά, η προσφορά θα αποσυρθεί. Τα Cicuit City έκλεισαν τελικά το 2009, μετά από πτώχευση.
Καθώς η Blockbuster έκανε αποτυχημένες και καθυστερημένες προσπάθειες να μπει σε αγορές που δεν είχε δημιουργήσει, αντιμετώπιζε εσωτερικές διαμάχες, έκλεινε καταστήματα και χρεοκοπούσε, το Netflix κέρδιζε ολοένα και περισσότερους συνδρομητές, φιλοξενώντας ολοένα και περισσότερες ταινίες στα διαδικτυακά του μενού και αλλάζοντας για πάντα το τοπίο της αγοράς (ακόμη και των ίδιων των κινηματογραφικών παραγωγών).
Η Blockbuster, από την άλλη, θα βρει... τοίχο. Ο επιχειρηματικός κόσμος έχει άλλωστε συνδέσει την αποτυχία της με τις κακές επιχειρηματικές αποφάσεις. Το 2010, η εταιρεία θα καταθέσει πτώχευση, χάνοντας εκείνη την χρονιά 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια. Η αξία της εκείνη την εποχή έφτανε τα 24 εκατομμύρια δολάρια. Την ίδια στιγμή, το Netflix είχε φθάσει σε αξία τα 13 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ένα χρόνο μετά, το 2011, η Dish Network, ο τρίτος μεγαλύτερος αμερικανικός πάροχος pay TV, εξαγοράζει τα υπόλοιπα καταστήματα έναντι 320 εκατομμυρίων δολαρίων. Αν και το brand έχει, στον μεγαλύτερο βαθμό, αποσυρθεί, η Dish θα διατηρήσει κάποιες συνεργασίες franchise και θα συνεχίσει τη λειτουργία ορισμένων διαδικτυακών υπηρεσιών on-demand. Μάταια όμως. «Ήταν μια κακή στρατηγική από την πλευρά μας» θα δηλώσει ο Charlie Ergen της Dish, σημειώνοντας ότι η Blockbuster δεν παρείχε επιλογές streaming video όπως οι ανταγωνιστές, το Netflix και το Redbox.
Σύμφωνα με τις σχετικές αναφορές, το τελευταίο Blockbuster που συνεχίζει τη λειτουργία του στις ΗΠΑ βρίσκεται στο Bend του Oregon. Έμεινε τελευταίο, μετά τον τερματισμό λειτουργίας δύο καταστημάτων στην Αλάσκα.
Αντί επιλόγου: το 2011, η Blockbuster καλούσε τους πελάτες της, μέσω του επίσημου λογαριασμού της στο Twitter, να περιγράψουν «γιατί αφήνουν το Netflix». Θα κέρδιζαν, τότε, μια συνδρομή ενός έτους, προφανώς για τις δικές της υπηρεσίες.
Σχόλια