Κάποτε θέλαμε να γίνουμε Ευρωπαίοι. Υπήρξε μάλιστα μία περίοδος όταν ήμουν στο Λύκειο που υπήρχε ο φόβος των γονιών μας ότι θα καταλήξουμε να είμαστε «γκαρσόνια των Ευρωπαίων». Σε αυτό το άρθρο δε θα ασχοληθώ με το αν αυτοί οι φόβοι έχουν γίνει πραγματικότητα, αν και μπορώ να ισχυριστώ πως ό,τι φοβάσαι και επομένως του αφιερώνεις τη σκέψη και την ενέργεια σου, αυτό διευρύνεις και τελικά γίνεται υλική πραγματικότητα. Θα μιλήσω για την αρχιτεκτονική και κυρίως για τη δημόσια αρχιτεκτονική αλλά και την αστική παιδεία.
Πριν από μια δεκαετία στο αεροπλάνο γυρνώντας από ένα ταξίδι στη Μαδρίτη, την πρωτεύουσα της Ισπανίας, είχα γράψει το εξής: «...έχει ένα υπερσύγχρονο και τεράστιο δίκτυο μέσων μαζικής μεταφοράς. Το μετρό της συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα του κόσμου καλύπτοντας και τις πιο απομακρυσμένες περιοχές, ενώ παράλληλα είναι η πόλη με το μεγαλύτερο ποσοστό πρασίνου σε όλη την Ευρώπη.
Μια χώρα με τόσα φυσικά προτερήματα πρέπει να αποκτήσει τις πόλεις που τις αξίζουν.
Μια βόλτα στην πόλη είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς πόσο σημαντική είναι στην ψυχοσύνθεση του κάθε πολίτη η παρουσία πρασίνου, είτε με τη μορφή απλών συστάδων δέντρων είτε μικρών πάρκων. Όπως σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις, έτσι και στη Μαδρίτη οι αυτοκινητόδρομοι είναι φαρδείς, οι αποστάσεις μεταξύ των κτισμάτων τουλάχιστον 1:1 σε σχέση με το δρόμο και η ύπαρξη μεγάλων πάρκων αυτονόητη. Θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί το γνωστό αντίλογο, ότι η Ελλάδα ως χώρα δεν έζησε την ευρωπαϊκή εξέλιξη από το μεσαίωνα μέχρι τη βιομηχανική εποχή, επομένως δε διαθέτει ιστορικά κέντρα με πλατείες, πάρκα και εμβληματικά κτίρια. Από την άλλη μεριά όμως, ακόμα και αν δεχτούμε τον οικοδομικό οργασμό των δεκαετιών 1920 (για την στέγαση των προσφύγων) και 1950-60, η σύγχρονη Ελλάδα είχε πολλές ευκαιρίες να οικοδομηθεί με διαφορετικό τρόπο. Ακόμα και σήμερα, όταν μια περιοχή μπαίνει στο σχέδιο πόλης, πρώτα οικοδομείται με μια στοιχειώδη πολεοδομική μελέτη και στη συνέχεια διανοίγονται δίκτυα και δρόμοι, οι οποίοι είναι συνήθως ανεπαρκείς χωρίς παράλληλα να υπολογίζεται η στάθμευση των αυτοκινήτων που θα κατακλύσουν την περιοχή.
Η Θεσσαλονίκη, όπως και οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις, δεν έχουν ούτε ένα σωστά χωροθετημένο και ικανοποιητικό σε μέγεθος πάρκο. Στη χώρα αυτή, που έχει ένα κλίμα ιδανικό για υπαίθριες δραστηριότητες, είμαστε ανίκανοι να προσφέρουμε στους πολίτες ανθρώπινο περιβάλλον. Αντί να αλλάζουμε τα πεζοδρόμια και τα κάγκελα, θα ήταν προτιμότερο να δημιουργήσουμε κοινόχρηστους χώρους.
Στις ευρωπαϊκές πόλεις επίσης, δεν υπάρχουν κάδοι απορριμμάτων στους δρόμους. Κάθε πολυκατοικία έχει ένα ειδικό χώρο στο ισόγειο όπου γίνεται η συγκομιδή των απορριμμάτων και η αποκομιδή τους γίνεται το βράδυ. Η απλή αυτή μέθοδος σε συνδυασμό με τον άρτιο και φιλικό αστικό εξοπλισμό και την αρμονία μεταξύ κτιστού (πλήρες) και άκτιστου (κενού), μετατρέπει την κυκλοφορία του πεζού στην πόλη μια ευχάριστη και ανθρώπινη διαδικασία.
Μια χώρα με τόσα φυσικά προτερήματα πρέπει να αποκτήσει τις πόλεις που τις αξίζουν. Μέχρι να αλλάξει η νοοτροπία του απλού πολίτη, πρέπει να υπάρξουν φορείς και τοπικές αυτοδιοικήσεις, οι οποίοι πέρα από τις εκάστοτε κυβερνήσεις να χαράξουν μια μακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική και τοπικές αστικές πολιτικές με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα. »
Στα χρόνια που πέρασαν βρέθηκαν ορισμένα μεγάλα ιδρύματα που έχουν αναλάβει το ρόλο των χορηγών δημιουργώντας αστικές παρεμβάσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Υπάρχουν όμως και ιδιωτικές πρωτοβουλίες πολιτών οι οποίοι αντί να κάθονται μπροστά στο χαζοκούτι και να ζουν τις ζωές των άλλων, ανέλαβαν την προσωπική τους ευθύνη και δημιούργησαν μικρούς παραδείσους στη γειτονιά τους. Ο καθένας μπορεί να αναλάβει την ευθύνη της ζωής και να φροντίσει τον εαυτό του, τους συνανθρώπους, τη γειτονιά του και την πόλη του και με τον τρόπο αυτό όλοι μαζί να δημιουργήσουμε τις πόλεις που μας αξίζουν!
Σχόλια