Γιώργος Κολλιόπουλος: Ο Έλληνας που έφτιαξε «το πρώτο ελαιόλαδο πολυτελείας στον κόσμο»
Ο Γιώργος Κολλιόπουλος, Founder και CEO της εταιρείας Speiron, μιλάει σήμερα στο epixeiro.gr για το ελαιόλαδο πολυτελείας «λ /lambda/» και για την αγορά του «luxury food & beverage».
Μιλήστε μας για την Speiron και για το πώς προέκυψε το ελαιόλαδο πολυτελείας «λ /lambda/».
Ξεκίνησε από το πάθος μου για το εξαιρετικής ποιότητας ελληνικό ελαιόλαδο. Το 2007, επηρεασμένος από το Voss, το πρώτο εμφιαλωμένο νερό πολυτελείας, και από τον Ian Schager, τον ιδρυτή του πρώτου boutique hotel στον κόσμο, αποφάσισα να δημιουργήσω αυτό που δεκαετίες επιδοτήσεων δεν είχαν καταφέρει: ένα πολύ ισχυρό και διαχρονικό brand ελαιόλαδου από ελληνικά χέρια. Το αποτέλεσμα αυτής της εγκεφαλικής και κοπιώδους προσπάθειας ήταν το λ /lambda/ (από τη λέξη «λάδι»), που αποτελεί και το πρώτο ελαιόλαδο πολυτελείας στον κόσμο.
Τι ακριβώς χαρακτηρίζεται ως «premium olive oil»; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που το κατατάσσουν στη συγκεκριμένη κατηγορία; Μιλήστε μας για την παραγωγή ενός τέτοιου προϊόντος, σε σχέση και με το κόστος του.
Το λ /lambda/ φέρει αρκετές καινοτομίες. Η βασικότερη από αυτές είναι ότι έφερε παγκοσμίως το premiumization στο χώρο του ελαιολάδου. Κάθε χρόνο δημιουργώ το λ /lambda/ blend με τα εξής τρία κριτήρια: μέση τιμή φρουτώδους (mf) πάνω από 5.0, οξύτητα κάτω από 0.3 και ελεύθερο από φυτοφάρμακα. Η τυποποίηση γίνεται εξ ολοκλήρου στο χέρι, ενώ κάθε μπουκάλι περνάει πέντε ποιοτικούς ελέγχους για να είμαστε σίγουροι για την κορυφαία ποιότητά του. Η χειροποίητη διαδικασία δίνει εκείνη τη μοναδική προσοχή στη λεπτομέρεια που διαχωρίζει ένα μαζικό προϊόν ελαιόλαδου από το λ /lambda/.
Ποιο είναι το κοινό στο οποίο απευθύνεται ένα πολυτελές ελαιόλαδο; Ποια είναι η παγκόσμια αγορά γύρω από τα συγκεκριμένα προϊόντα, οι πωλήσεις που πραγματοποιούνται και ο ανταγωνισμός;
Οι λάτρεις της έντασης, οι κυνηγοί των αισθητηριακών εμπειριών. Οι άνθρωποι που αρνούνται να γευθούν το ελαιόλαδο από έναν τενεκέ, όχι γιατί έχουν κάτι προσωπικό με τον τενεκέ, αλλά γιατί θέλουν να απολαμβάνουν συνειδητά ένα εξαιρετικό ελαιόλαδο σαν μια μοναδική σαμπάνια ή ένα εκπληκτικό κρασί. Έρευνες ακόμα δεν έχουν γίνει για τη συγκεκριμένη κατηγορία, αλλά από υπολογισμούς μου θα έλεγα ότι η αγορά είναι περίπου της τάξης του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ (με δεδομένο ότι η παγκόσμια αγορά luxury food είναι στα 50 δισεκατομμύρια ευρώ και των luxury αγαθών στα περίπου 400 δισεκατομμύρια ευρώ). Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι και διακεκριμένοι ανταγωνιστές από Γαλλία, Ισπανία και Ιταλία.
Μιλήστε μας γενικότερα για την αγορά του «luxury food & beverage». Ποιες οι προοπτικές που προσφέρει και οι απαιτήσεις της; Μπορούν να επιχειρήσουν σε αυτήν περισσότερες ελληνικές εταιρείες;
Με βάση τα στοιχεία που προανέφερα, η αγορά είναι πολύ μεγάλη, για όποιον επιχειρήσει με όραμα, στρατηγική και πάθος. Ειδικά για την ελληνική αγορά τροφίμων και ποτών, θεωρώ ότι το luxury food & beverage είναι ο μόνος δρόμος. Μόνο με παθιασμένες, boutique προσπάθειες μπορεί η Ελλάδα να δημιουργήσει αίσθηση στο εξωτερικό και να κερδίσει μερίδιο, φτιάχνοντας εξαιρετικά και, φυσικά, διαχρονικά brands. Η εμβριθής ανάλυση της McKinsey “Greece 10 Years Ahead” (2011) αναφέρει ότι η Ελλάδα και οι επιχειρηματικές της δυνάμεις οφείλουν να δώσουν ιδιαίτερο βάρος στα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Αυτά θα αναβαθμίσουν την εικόνα της ως εξαγωγικής χώρας, με συνέπεια την άνοδο των εξαγωγών μεσο/μακροπρόθεσμα. Μιλάμε, βέβαια, για δημιουργία διακεκριμένων brands του αγροδιατροφικού τομέα κι όχι του μέσου όρου.
Σε ποιες χώρες εξάγεται σήμερα το «λ/lambda/» και ποια η ανταπόκριση του καταναλωτικού κοινού, σε σύγκριση και με την ελληνική αγορά;
Τον περασμένο χρόνο κάναμε εξαγωγές σε Βραζιλία, Γερμανία και Χονγκ Κονγκ, ενώ και από το e-shop της εταιρίας πραγματοποιήθηκαν retail πωλήσεις σε όλο τον κόσμο. Φέτος ξεκινήσαμε με την Κύπρο και προσβλέπουμε σε κάποιες ακόμα χώρες όπου το λ /lambda/ είναι γνωστό. Η επιμονή και η προσπάθεια να βρεις τους καλύτερους συνεργάτες ανά χώρα είναι κλειδί για τα προϊόντα πολυτελείας.
Η εταιρία Speiron και το λ/lambda/ultra premium olive oil διακρίθηκαν και στα πρόσφατα LUX Global Excellence Awards. Μιλήστε μας για τη συγκεκριμένη διάκριση, το αποτέλεσμα της και το τι σημαίνει για εσάς.
Μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η αναγνώριση από τον κλάδο πολυτελείας, γιατί στο χώρο αυτό ανήκουμε κι είμαστε υπερήφανοι για αυτό. Το λ /lambda/ αναδείχθηκε Luxury Olive Oil of the Year από τα LUX Global Excellence Awards, κάτι ιδιαίτερα τιμητικό, με δεδομένο ότι όλοι οι βραβευόμενοι των συγκεκριμένων βραβείων συνθέτουν ένα exclusive group από μερικά από τα πιο επιδραστικά brands στην αγορά της Πολυτέλειας σήμερα.
Γενικότερα, ποια η γνώμη σας για την ελληνική επιχειρηματικότητα και τα καινοτόμα προϊόντα που παράγονται στην χώρα μας; Και ποιες οι συμβουλές που δίνετε εσείς σε κάποιον που θέλει να ασχοληθεί με τον χώρο;
Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ πολλούς διαγωνισμούς και πολλές βραβεύσεις, αλλά ελάχιστες επιχειρηματικές προσπάθειες υψηλής προστιθέμενης αξίας με παγκόσμιο όραμα. Η νεοελληνική επιχειρηματική εσωστρέφεια απλά άλλαξε όνομα και ονομάστηκε «καινοτομία» και «startups του γρήγορου κέρδους». Διακρίνω, επίσης, και επενδυτική ατολμία, τάση επένδυσης στο «ίδιο και το ίδιο» και έλλειψη επενδυτικής αυτοπεποίθησης όσον αφορά στα out of box επιχειρηματικά οράματα. Ξέρετε, το να ισχυρίζεσαι την καινοτομία και να τη βραβεύεις κιόλας, δεν σε κάνει απαραίτητα και καινοτόμο. Υγιείς, παθιασμένες επιχειρηματικές δυνάμεις υπάρχουν στην Ελλάδα κι ευχόμαστε να υπάρξουν και ακόμα περισσότερες.
Το βασικό στο επιχειρείν είναι να κοντρολάρεις το φόβο σου, για να βρεις τον ηγέτη μέσα σου και να παίρνεις τις σωστές αποφάσεις ανά περίσταση. Επιμονή μέσα στις αποτυχίες, πάθος για αυτό που κάνεις, στρατηγική γνώση του πού θέλεις να πας και προπόνηση του σώματος για να αντέξει την καταπόνηση του μυαλού, τον ψυχικό φόρτο.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια για την Speiron, οι επόμενοι στόχοι της;
Θα τα δείτε τις επόμενες χρονιές να αναπτύσσονται, καλά να είμαστε. Το ελληνικό τρόφιμο έχει τεράστιες δυνατότητες και όραμά μας να το τοποθετήσουμε στα κορυφαία μέρη του κόσμου.
Σχόλια